ΑΠ 549/2015 (ποιν.) Περίληψη: Αναβολή συζήτησης αίτησης αναίρεσης λόγω συμμετοχής ως έμμισθης παρέδρου στην πρωτoβάθμια δίκη της κόρης Αρεοπαγίτη που ήταν μέλος της σύνθεσης του δικαστηρίου που δίκασε την
αίτηση αναίρεσης. Ανώτερη βία συνιστά, μεταξύ άλλων, και το κώλυμα συμμετοχής του δικαστή στην εκδίκαση της αναιρέσεως. «Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 του ΚΠοινΔ, εκτός από όσα ορίζονται ειδικά στον οργανισμό των
αίτηση αναίρεσης. Ανώτερη βία συνιστά, μεταξύ άλλων, και το κώλυμα συμμετοχής του δικαστή στην εκδίκαση της αναιρέσεως. «Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 του ΚΠοινΔ, εκτός από όσα ορίζονται ειδικά στον οργανισμό των
δικαστηρίων, στον ειδικό νόμο για τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια και στον κώδικα αυτό, δεν μπορούν στην ίδια ποινική υπόθεση να ασκήσουν έργα ανακριτή, δικαστή, εισαγγελέα ή γραμματέα όσοι είναι μεταξύ τους συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας έως και τον τρίτο βαθμό.
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 349 παρ. 1 του ΚΠοινΔ, το δικαστήριο, μετά από πρόταση του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως, μπορεί να διατάξει μόνο μία φορά την αναβολή της δίκης για λόγους ανώτερης βίας, με αίτημα δε κάποιου από τους διαδίκους, μία μόνο φορά, για σοβαρούς λόγους υγείας ή λόγους ανώτερης βίας. Κατά την παρ. 5 του αυτού άρθρου η αναβολή γίνεται σε ρητή δικάσιμο, την οποία το δικαστήριο ανακοινώνει στους παρόντες διαδίκους, μάρτυρες και πραγματογνώμονες και σε αυτήν κλητεύονται μόνο οι απόντες. Ανώτερη βία, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, είναι, μεταξύ άλλων, και το κώλυμα συμμετοχής του δικαστή στην εκδίκαση της αναιρέσεως, όχι μόνον όταν ο ίδιος ή άλλο από τα ως άνω συγγενικά του πρόσωπα, έχει συμμετάσχει στην έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως (άρθρο 14 παρ. 3 του ΚΠοινΔ), αλλά και σε στάδιο προγενέστερο εκείνης, ήτοι και όταν έχει συμπράξει και στην έκδοση της πρωτόδικης αποφάσεως, αφού έχει ήδη εκφράσει γνώμη και είναι δυνατόν εκ προκαταλήψεως να μη κρίνει κατά τρόπο ανεπηρέαστο. Η ύπαρξη αντικειμενικού δικαστή αποτελεί ειδικότερη έκφραση της γενικότερης αρχής του Κράτους δικαίου που απορρέει από το Σύνταγμα και τις καθιερούμενες απ’ αυτή εγγυήσεις υπέρ του πολίτη, ο οποίος έχει αξίωση να δικάζεται από αντικειμενικό δικαστή.
Άλλωστε, το δικαίωμα εξαιρέσεως πρέπει να θεωρηθεί ότι θεμελιώνεται στο άρθρο 6 της Συμβάσεως της Ρώμης περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σύμφωνα με το οποίο “κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να δικαστεί η υπόθεσή του, δίκαια, δημόσια και μέσα σε λογική προθεσμία από ανεξάρτητο και αμερόληπτο Δικαστήριο, που λειτουργώντας νόμιμα, θα αποφασίσει, είτε για τις αμφισβητήσεις σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του αστικής φύσης, είτε για το βάσιμο κάθε κατηγορίας εναντίον του ποινικής φύσης” (ΑΠ 378/2009).
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα έγγραφα του φακέλου της δικογραφίας, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων Μ. Χ. του Α., με την υπ’ αριθ. 422/2014 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, Δ’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, καταδικάσθηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριάντα ενός (31) μηνών και χρηματική ποινή έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ, για τις πράξεις της παραβάσεως των άρθρων 66 παρ. 1 και 3 α του ν. 2121/1993 και 370 Β παρ. 2 – 1 του ΠΚ. Στη δίκη εκείνη ενώπιον του Δ’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, συμμετέσχε, ως σύνεδρος, η κατά το χρόνο εκείνο κατέχουσα το βαθμό της Εμμίσθου Δικαστικής Παρέδρου, Ε. Κ.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα έγγραφα του φακέλου της δικογραφίας, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων Μ. Χ. του Α., με την υπ’ αριθ. 422/2014 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, Δ’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, καταδικάσθηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριάντα ενός (31) μηνών και χρηματική ποινή έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ, για τις πράξεις της παραβάσεως των άρθρων 66 παρ. 1 και 3 α του ν. 2121/1993 και 370 Β παρ. 2 – 1 του ΠΚ. Στη δίκη εκείνη ενώπιον του Δ’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, συμμετέσχε, ως σύνεδρος, η κατά το χρόνο εκείνο κατέχουσα το βαθμό της Εμμίσθου Δικαστικής Παρέδρου, Ε. Κ.
Κατά της αποφάσεως αυτής, ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων άσκησε έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλομένη υπ’ αριθ. 6154/2014 απόφαση του Στ’ Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία αυτός καταδικάσθηκε, για την πρώτη πράξη σε ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών και χρηματική ποινή 3.000 ευρώ και για την δεύτερη πράξη σε ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών και σε συνολική ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών και τριών (3) μηνών, που ανεστάλη επί τριετία. Κατά της αποφάσεως αυτής του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, ο αναιρεσείων, άσκησε την κρινομένη από 5-1-2015 (υπ’ αριθ. 81/5-1-2015) αίτηση – δήλωση αναιρέσεως, η συζήτηση της οποίας, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, έλαβε χώρα κατά τη συνεδρίαση της 29-4-2015. Κατά την τελευταία αυτή συνεδρίαση, κατά την οποία συζητήθηκε η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, ως μέλος του Δικαστηρίου τούτου, με πενταμελή σύνθεση, συμμετέσχε και ο Αρεοπαγίτης Β. Κ.
Όμως μετά τη συζήτηση της υποθέσεως, ανακαλύφθηκε, κατά δήλωση αυτού, ότι μεταξύ του ως άνω Αρεοπαγίτη, και της τότε Εμμίσθου Παρέδρου Ε. Κ., υφίσταται συγγενικός δεσμός εξ αίματος πρώτου βαθμού, κατά τα άρθρα 1463 επ. του ΑΚ, ήτοι η άνω Δικαστής είναι θυγατέρα του μέλους του Δικαστηρίου τούτου Β. Κ., που συνιστά λόγο αποκλεισμού του ως άνω Αρεοπαγίτη, που δε μπορεί να ασκήσει έργα δικαστή στην ίδια ποινική υπόθεση, που ήδη έχει ενεργήσει ως δικαστής, η πιο πάνω θυγατέρα του.
Μετά από αυτά, συντρέχει νόμιμος λόγος αναβολής εκδικάσεως της προκειμένης υποθέσεως σε άλλη δικάσιμο, που θα ορίσει ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ενόψει του ότι ο αναιρεσείων και οι πολιτικώς ενάγουσες, δεν έχουν κληθεί, να παραστούν κατά την ημέρα της δημοσιεύσεως της παρούσης αποφάσεως και η διάταξη του άρθρου 515 παρ. 1 ΚΠοινΔ, δεν είναι εφαρμοστέα, αφού η εν λόγω αναβολή γίνεται αυτεπαγγέλτως, προκειμένου αυτή να δικασθεί από σύνθεση, στην οποία δεν θα συμμετέχει ο ανωτέρω κωλυόμενος Αρεοπαγίτης»