κανόνες της Ε.Ε. Αυτό, όμως, συνεπάγεται ότι το κόστος της ανακεφαλαιοποίησής τους θα πρέπει να αναλάβουν επενδυτές και καταθέτες και όχι το ιταλικό κράτος με χρήματα των φορολογουμένων. Επαναφέρει, έτσι, το σημείο τριβής ανάμεσα στις Βρυξέλλες και στην ιταλική κυβέρνηση που ενδιαφέρεται να προστατεύσει καταθέτες και επενδυτές των ιταλικών τραπεζών και αναζητεί τρόπους για να αποκαταστήσει την τρωθείσα εμπιστοσύνη στο ιταλικό τραπεζικό σύστημα.
Σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Αμερικανό ομόλογό του, Τζακ Λιου, ο κ. Σόιμπλε τόνισε πως «δεν χρειάζονται εικασίες σχετικά με τη σταθερότητα των ιταλικών τραπεζών και αν χρειαστεί λύση στα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν, αυτή θα βρεθεί εντός του πλαισίου των κανόνων της Ε.Ε.». Προσέθεσε, άλλωστε, πως οποιαδήποτε συζήτηση για την κατάσταση των ιταλικών τραπεζών θα γίνει, αφού πρώτα δημοσιοποιηθούν τα αποτελέσματα των τεστ κοπώσεως που διεξάγει η ΕΚΤ. Εμμένοντας, όμως, στην τήρηση των κανόνων της Ε.Ε., ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υπενθυμίζει στην κυβέρνηση Ρέντσι ότι δεν θα γίνει ανεκτή λύση για την ανακεφαλαιοποίηση των ιταλικών τραπεζών με χρήματα των φορολογουμένων, καθώς οι νέοι κανόνες υπαγορεύουν τη συμμετοχή των επενδυτών και των καταθετών στη διάσωση των τραπεζών, εν ολίγοις προβλέπουν «κούρεμα» ομολόγων και καταθέσεων.
Το θέμα είναι πολιτικά ακανθώδες για τον Ιταλό πρωθυπουργό, δεδομένου ότι ομόλογα τραπεζών συνολικής αξίας περίπου 200 δισ. ευρώ βρίσκονται στα χέρια μικροεπενδυτών που θα πληγούν αν τελικά εφαρμοστεί το λεγόμενο bail-in και υποστούν «κούρεμα» στην αξία των ομολόγων τους. Σε συνδυασμό, έτσι, με ενδεχόμενες ζημίες για τους καταθέτες των ιταλικών τραπεζών, μια λύση για τις ιταλικές τράπεζες στα πρότυπα του bail-in μπορεί να προκαλέσει σφοδρή αντίδραση της κοινής γνώμης. Και αυτό μπορεί να συμβεί σε μια στιγμή που επίκειται το κρίσιμο δημοψήφισμα του Οκτωβρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση και από το οποίο ενδέχεται να κριθούν το πολιτικό μέλλον του Ματέο Ρέντσι και οι πολιτικές εξελίξεις στη γειτονική χώρα. Την αγωνία της κυβέρνησης Ρέντσι για τη διευθέτηση του ζητήματος με τρόπο που δεν θα πλήξει τους μικροεπενδυτές και τους καταθέτες προδίδουν οι υποσχέσεις του Ιταλού υπουργού Οικονομικών, Πιερ Πάολο Παντοάν.
Τα «εργαλεία»
Επειτα από ένα διήμερο συναντήσεων με τους ομολόγους του, ο κ. Παντοάν δήλωσε στις αρχές της εβδομάδας πως η ιταλική κυβέρνηση προτίθεται να παρουσιάσει τα «κατάλληλα εργαλεία» για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στον τραπεζικό κλάδο. Οπως διευκρίνισε «πρόκειται για ένα προληπτικό εργαλείο που θα ενεργοποιηθεί μόνον αν κριθεί αναγκαίο και θα προσφέρει στήριξη προς την κατεύθυνση της απόλυτης προστασίας των αποταμιευτών σε κάθε περίπτωση». Ο κ. Παντοάν έσπευσε, πάντως, να προσθέσει πως εκτιμά ότι δεν θα χρειαστεί να γίνει χρήση του εργαλείου, σε μια εμφανή προσπάθεια να καθησυχάσει την κοινή γνώμη της χώρας του, που από την αρχή του έτους έχει δει να καταβαραθρώνονται οι μετοχές των ιταλικών τραπεζών. Παρά τις δηλώσεις της Γερμανίδας καγκελαρίου πως το πρόβλημα των ιταλικών τραπεζών δεν ελλοχεύει κινδύνους μετάδοσης σε άλλες χώρες, πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι μπορεί να προκαλέσει πολιτική κρίση στη γειτονική χώρα με άγνωστες παρενέργειες για την Ε.Ε.
Στο θέμα τοποθετήθηκε και ο Τζιμ Μιλστάιν, πρώην στέλεχος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών με αρμοδιότητα στις αναδιαρθρώσεις τραπεζών και επιχειρήσεων. Σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Bloomberg εξέφρασε την εκτίμηση πως η Ε.Ε. ενδέχεται να αναγκασθεί να στηρίξει το ιταλικό τραπεζικό σύστημα, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις ζημίες για τους πολίτες της χώρας. Προσέθεσε μάλιστα πως υπάρχει κίνδυνος «μετάδοσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα» εξαιτίας των κανόνων της Ε.Ε. που επιβάλλουν ζημίες σε επενδυτές και καταθέτες όταν οι τράπεζες χρειάζονται ανακεφαλαιοποίηση. «Υπάρχει η ασφαλιστική δικλίδα της κρατικής ενίσχυσης», τόνισε και δήλωσε πως θεωρεί πιθανόν να επινοήσει η Ε.Ε. «αυτό που θα αποκαλούσαμε ανοικτή ενίσχυση τραπεζών», στα πρότυπα δηλαδή του συστήματος που εφήρμοσαν οι ΗΠΑ όταν στήριξαν τις αμερικανικές τράπεζες μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008.
Έντυπη