Κατατέθηκε μηνυτήρια αναφορά κατά παντός υπευθύνου για παράβαση καθήκοντος και διατάχθηκε προκαταρκτική εξέταση, αναφορικά με τον τελευταίο εισαγωγικό διαγωνισμό στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών κατά τον οποίο έδωσαν
εξετάσεις και μπήκαν στη Σχολή δύο δικηγορίνες και ένας δικηγόρος, οι οποίοι ήταν μέλη των δικηγορικών εταιρειών (δηλαδή συνέταιροι) καθηγητή της Νομικής Σχολής, ο οποίος ήταν μέλος της εξεταστικής επιτροπής.
Αρχικά είχε γίνει γνωστό ότι στον εν λόγω διαγωνισμό συμμετείχαν μόνο δύο δικηγορίνες-μέλη των δικηγορικών εταιρειών του εν λόγω καθηγητή, αλλά εν συνεχεία έγινε γνωστό ότι υπήρχε ένας ακόμη συνέταιρος του καθηγητή που έδωσε εξετάσεις και σήμερα είναι σπουδαστής στη Σχολή. Μάλιστα, η μία εκ των δύο υποψηφίων και σήμερα σπουδαστριών στη Σχολή έκανε και τη δικηγορική άσκησή της στο γραφείο του καθηγητή κατά τη διετία 2010-2012.
Πάντως, και στις περασμένες εισαγωγικές εξετάσεις δικηγορίνα-συνέταιρος δικηγορικής εταιρείας, μέλους της επιτροπής (αυτή τη φορά ήταν δικηγόρος το μέλος αυτό), έδωσε εξετάσεις και πέρασε στη Σχολή. Σήμερα είναι διορισμένη στα Διοικητικά Δικαστήρια, χωρίς ωστόσο το μέλος της εξεταστικής επιτροπής να δηλώσει εξαίρεση ή να θέσει το ζήτημα στην επιτροπή.
Υπενθυμίζεται ότι ο καθηγητής της Νομικής είχε θέσει το ζήτημα ότι δυο μέλη των δικηγορικών εταιρειών του είναι υποψήφιες για να εισαχθούν στη Σχολή (δύο μήνες προ των εξετάσεων αποχώρησαν από τις εταιρείες). Όμως, τόσο τα μέλη της εξεταστικής επιτροπής σύσσωμα όσο και η πλειοψηφία του Συμβουλίου της Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι είναι νόμιμη και ηθική η συμμετοχή του καθηγητή στην εξεταστική επιτροπή και δεν υπάρχει ζήτημα ασυμβιβάστου, αφού εξ άλλου, το δήλωσε εγγράφως και ο ίδιος ο πανεπιστημιακός διδάσκαλος ότι δεν τίθεται θέμα ασυμβίβαστου.
Σημειώνεται ότι ο καθηγητής πρότεινε δυο από τα τέσσερα θέματα των γραπτών εξετάσεων και βαθμολόγησε τα γραπτά των υποψηφίων, ενώ συμμετείχε και στις προφορικές εξετάσεις. Ακόμη, ο καθηγητής κατά την προφορική εξέταση αποκάλεσε τις δύο -μέχρι πρόσφατα- συνεργάτιδες του με τα χαϊδευτικά τους ονόματα.
Αναγκαίο είναι να επισημανθεί ότι τόσο ο καθηγητής όσο και ένα ακόμη τακτικό μέλος που είναι δικηγόρος (όπως και ένα αναπληρωματικό μέλος και πάλι δικηγόρος) τοποθετήθηκαν ως μέλη της εξεταστικής επιτροπής για δεύτερη συνεχόμενη φορά, αφού ήταν και πάλι στις προηγούμενες εισαγωγικές εξετάσεις.
Παράλληλα, έγινε γνωστό ότι τα γραπτά των υποψηφίων μεταφέρθηκαν με “κούριερ” (χωρίς κανένα επίσημο συνοδευτικό έγγραφο της Σχολής για την αποστολή τους) στα γραφεία και τα σπίτια του καθηγητή και του προέδρου της εξεταστικής επιτροπής προκειμένου να διορθωθούν.
Ακόμη, κατά τον εν λόγω διαγωνισμό θεωρήθηκε ότι ήταν εντελώς συμπτωματικό το γεγονός ότι σε ορισμένα γραπτά υπήρχαν σημειώσεις με κόκκινο στυλό και φωσφορίζοντα μαρκαδόρο, ενώ άλλα γραπτά ήταν γραμμένα με “πενάκι”.
Το ζήτημα των εισαγωγικών εξετάσεων στη Σχολή έχει απασχολήσει και το Συμβούλιο της Επικρατείας στο οποίο προσέφυγαν δυο υποψήφιοι που δεν πέρασαν. Το ΣτΕ έκρινε κατά πλειοψηφία ότι δεν συντρέχει ασυμβίβαστο συμμετοχής του καθηγητή στην επιτροπή αξιολόγησης, παρά τις σχέσεις που είχε με τους τρεις συνεταίρους του στις δικηγορικές του εταιρείες.
Αντίθετη άποψη γι’ όλα αυτά είχε η προεδρεύουσα του Τμήματος του ΣτΕ που εξέδωσε τις αποφάσεις, η αντιπρόεδρος Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, η οποία τόνισε ότι είχε κώλυμα και δεν έπρεπε να συμμετέχει ο καθηγητής στην επιτροπή εξετάσεων. Τελικά, έμεινε μειοψηφία, μαζί με δύο ακόμη παρέδρους, τον Ιωάννη Παπαγιάννη και Γιώργο Ζιάμο.