Με τρείς αποφάσεις που εξέδωσε το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου ανεστάλησαν ισάριθμες ταμιακές βεβαιώσεις οφειλών γνωστής εταιρείας του νησιού, που αφορούν τέλη και πρόστιμα για μη καταβολή του ΔΗΦΟΔΩ, αφού ορθώς κρίθηκε ότι κακώς είχαν εκδοθεί εξαιτίας της αντισυνταγματικότητας του φόρου.
Στις αποφάσεις τονίζεται ότι η ατομική ειδοποίηση αποτελεί πράξη έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία ακολουθεί τη νομότυπη ταμιακή βεβαίωση του χρέους του οφειλέτη του Δημοσίου και αποσκοπεί στο να γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη το χρέος και η αιτία του, ούτως ώστε αυτός να μπορεί να στραφεί με τα ένδικα βοηθήματα που προβλέπει ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (ανακοπή, αναστολή εκτελέσεως) κατά της πράξης ταμιακής βεβαίωσης, η οποία, σε περίπτωση προσβολής της ατομικής ειδοποίησης, θεωρείται ως συμπροσβαλλόμενη, ή να προβεί σε ρύθμιση του χρέους του. (ΣτΕ 2104/2014, 2999/2013, 1566/2012.
Επισημαίνεται παραπέρα ότι η νέα ρύθμιση της παραγράφου 2 του άρθρου 202 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας εισάγει, προκειμένου περί φορολογικών διαφορών, περιορισμούς στην εξουσία του δικαστηρίου της αναστολής, ως προς τον τρόπο, με τον οποίο αυτό μπορεί να χορηγήσει προσωρινή δικαστική προστασία στον αιτούντα. Ειδικότερα, σε περίπτωση αποδοχής του σχετικού αιτήματος, δεν αναστέλλεται η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης καθ’ εαυτή, αλλά απαγορεύεται η λήψη από την Διοίκηση αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων για τον εξαναγκασμό ή την διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής. Τούτο δε ισχύει όταν ο αιτών επικαλείται ως λόγο αναστολής ανεπανόρθωτη βλάβη από την λήψη των συγκεκριμένων μέτρων.
Στην περίπτωση, επομένως, αυτή είναι δυνατή η αναστολή μόνον ως προς τα συγκεκριμένα μέτρα. Απεναντίας, είναι δυνατή η αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης καθ’ εαυτή, ήτοι η καθ’ ολοκληρίαν αποδοχή της αίτησης αναστολής, εάν το Δικαστήριο εκτιμά ότι το κύριο ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. Περίπτωση, δε, πρόδηλης βασιμότητας του κυρίου ενδίκου βοηθήματος συντρέχει, ιδίως, όταν αυτό βασίζεται σε πάγια νομολογία ή νομολογία της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και πάντως όχι όταν πιθανολογείται απλώς η ευδοκίμηση του (ΣτΕ ΕΑ 496/2011).
Ως προς την ουσία της υπόθεσης η αιτούσα εδρεύουσα στην Ρόδο έχει ως αντικείμενο εργασιών την παροχή επενδυτικών, εμπορικών, τουριστικών και ξενοδοχειακών υπηρεσιών. Με τις προσβαλλόμενες ατομικές ειδοποιήσεις της ταμιακής υπηρεσίας του Δήμου Ρόδου ενημερώθηκε ότι σε βάρος της βεβαιώθηκαν οφειλές από πρόστιμα και μη καταβολή του αναλογούντος Δημοτικού Φόρου Δωδεκανήσου (ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ.).
Ζήτησε την αναστολή εκτέλεσης τους, προβάλλοντας ότι η ασκηθείσες προσφυγές είναι προδήλως βάσιμες, μεταξύ άλλων και για τον λόγο ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις ταμιακής βεβαίωσης εξεδόθησαν για μη καταβολή τελών και προστίμων ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ., η επιβολη του οποίου αντίκειται στο άρθρο 4 του Συντάγματος.
Το δικαστήριο επισημαίνει ότι με την 4504/2014 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, κρίθηκε ότι η επιβολή του προβλεπόμενου υπό του άρθρου 60 του ν 2214/1994 «Αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις (Α’ 75)» Δημοτικού Φόρου Δωδεκανήσου, και μάλιστα πάγια, σε μόνους όσους ασκούν οικονομική δραστηριότητα στην Δωδεκάνησο υπερ των OTA αυτής αντίκειται, στην αρχή της φορολογικής ισότητας και της καθολικότητας του φόρου και καθιστά εκ του λόγου τούτου ανίσχυρη τη σχετική ρύθμιση.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η έκδοση των πράξεων, με τις οποίες βεβαιώθηκαν ταμιακές οφειλές της αιτούσας προς τον Δήμο Ρόδου, που αφορούν τέλη και πρόστιμα για μη καταβολή του ΔΗΦΟΔΩ, ήταν μη νόμιμη λόγω της αντίθεσης της επιβολής αυτού στην αρχή της φορολογικής ισότητας και της καθολικότητας του φόρου. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι προσφυγές της αιτούσας είναι προδήλως βάσιμες και επομένως συντρέχει νόμιμος λόγος χορήγησης της αιτούμενης αναστολής (άρθρο 202 παρ. 2 του Κ. Διοικ. Δικ., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 του Ν. 3659/2008), ανεξαρτήτως του αν η προκαλούμενη στην αιτούσα βλάβη από την άμεση εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων είναι ανεπαπόρθωτη.
Στις αποφάσεις τονίζεται ότι η ατομική ειδοποίηση αποτελεί πράξη έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία ακολουθεί τη νομότυπη ταμιακή βεβαίωση του χρέους του οφειλέτη του Δημοσίου και αποσκοπεί στο να γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη το χρέος και η αιτία του, ούτως ώστε αυτός να μπορεί να στραφεί με τα ένδικα βοηθήματα που προβλέπει ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (ανακοπή, αναστολή εκτελέσεως) κατά της πράξης ταμιακής βεβαίωσης, η οποία, σε περίπτωση προσβολής της ατομικής ειδοποίησης, θεωρείται ως συμπροσβαλλόμενη, ή να προβεί σε ρύθμιση του χρέους του. (ΣτΕ 2104/2014, 2999/2013, 1566/2012.
Επισημαίνεται παραπέρα ότι η νέα ρύθμιση της παραγράφου 2 του άρθρου 202 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας εισάγει, προκειμένου περί φορολογικών διαφορών, περιορισμούς στην εξουσία του δικαστηρίου της αναστολής, ως προς τον τρόπο, με τον οποίο αυτό μπορεί να χορηγήσει προσωρινή δικαστική προστασία στον αιτούντα. Ειδικότερα, σε περίπτωση αποδοχής του σχετικού αιτήματος, δεν αναστέλλεται η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης καθ’ εαυτή, αλλά απαγορεύεται η λήψη από την Διοίκηση αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων για τον εξαναγκασμό ή την διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής. Τούτο δε ισχύει όταν ο αιτών επικαλείται ως λόγο αναστολής ανεπανόρθωτη βλάβη από την λήψη των συγκεκριμένων μέτρων.
Στην περίπτωση, επομένως, αυτή είναι δυνατή η αναστολή μόνον ως προς τα συγκεκριμένα μέτρα. Απεναντίας, είναι δυνατή η αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης καθ’ εαυτή, ήτοι η καθ’ ολοκληρίαν αποδοχή της αίτησης αναστολής, εάν το Δικαστήριο εκτιμά ότι το κύριο ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. Περίπτωση, δε, πρόδηλης βασιμότητας του κυρίου ενδίκου βοηθήματος συντρέχει, ιδίως, όταν αυτό βασίζεται σε πάγια νομολογία ή νομολογία της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και πάντως όχι όταν πιθανολογείται απλώς η ευδοκίμηση του (ΣτΕ ΕΑ 496/2011).
Ως προς την ουσία της υπόθεσης η αιτούσα εδρεύουσα στην Ρόδο έχει ως αντικείμενο εργασιών την παροχή επενδυτικών, εμπορικών, τουριστικών και ξενοδοχειακών υπηρεσιών. Με τις προσβαλλόμενες ατομικές ειδοποιήσεις της ταμιακής υπηρεσίας του Δήμου Ρόδου ενημερώθηκε ότι σε βάρος της βεβαιώθηκαν οφειλές από πρόστιμα και μη καταβολή του αναλογούντος Δημοτικού Φόρου Δωδεκανήσου (ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ.).
Ζήτησε την αναστολή εκτέλεσης τους, προβάλλοντας ότι η ασκηθείσες προσφυγές είναι προδήλως βάσιμες, μεταξύ άλλων και για τον λόγο ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις ταμιακής βεβαίωσης εξεδόθησαν για μη καταβολή τελών και προστίμων ΔΗ.ΦΟ.ΔΩ., η επιβολη του οποίου αντίκειται στο άρθρο 4 του Συντάγματος.
Το δικαστήριο επισημαίνει ότι με την 4504/2014 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, κρίθηκε ότι η επιβολή του προβλεπόμενου υπό του άρθρου 60 του ν 2214/1994 «Αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις (Α’ 75)» Δημοτικού Φόρου Δωδεκανήσου, και μάλιστα πάγια, σε μόνους όσους ασκούν οικονομική δραστηριότητα στην Δωδεκάνησο υπερ των OTA αυτής αντίκειται, στην αρχή της φορολογικής ισότητας και της καθολικότητας του φόρου και καθιστά εκ του λόγου τούτου ανίσχυρη τη σχετική ρύθμιση.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η έκδοση των πράξεων, με τις οποίες βεβαιώθηκαν ταμιακές οφειλές της αιτούσας προς τον Δήμο Ρόδου, που αφορούν τέλη και πρόστιμα για μη καταβολή του ΔΗΦΟΔΩ, ήταν μη νόμιμη λόγω της αντίθεσης της επιβολής αυτού στην αρχή της φορολογικής ισότητας και της καθολικότητας του φόρου. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι προσφυγές της αιτούσας είναι προδήλως βάσιμες και επομένως συντρέχει νόμιμος λόγος χορήγησης της αιτούμενης αναστολής (άρθρο 202 παρ. 2 του Κ. Διοικ. Δικ., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 του Ν. 3659/2008), ανεξαρτήτως του αν η προκαλούμενη στην αιτούσα βλάβη από την άμεση εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων είναι ανεπαπόρθωτη.