διαδικασία της εξόδου με την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της συνθήκης της Λισαβόνας.
Ωστόσο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν είναι νομικά δεσμευτικό. Κατ’ αρχήν, η νέα κυβέρνηση θα μπορούσε να καθυστερήσει το άρθρο 50 επ αόριστον. Στην πραγματικότητα, πριν από ένα χρόνο άλλη μία ευρωπαϊκή κυβέρνηση, η ελληνική, επέλεξε να αγνοήσει το αποτέλεσμα ενός άλλου σεισμικού δημοψηφίσματος. Τι συνέβη στην Ελλάδα;
Το ελληνικό δημοψήφισμα
Την άνοιξη του 2015, η Ελλάδα διαπραγματεύτηκε με τους πιστωτές της για μια πιθανή διάσωση χωρίς την οποία η Ελλάδα πιθανώς θα οδηγούνταν έξω από την ευρωζώνη. Στις 25 Ιουνίου, οι πιστωτές παρουσίασαν ένα τελεσίγραφο στον Έλληνα πρωθυπουργό Τσίπρα, προσφέροντας κεφάλαια διάσωσης με αντάλλαγμα μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Ο Τσίπρας απέρριψε την πρόταση και ανακοίνωσε την διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη διάσωση στις 5 Ιουλίου. Κατά τη διάρκεια της σύντομης περιόδου πριν την ημέρα της ψηφοφορίας, ο Τσίπρας υποστήριξε το “όχι”. Ήταν επιτυχής -στο δημοψήφισμα, το 61% των Ελλήνων ψηφοφόρων απέρριψε την πρόταση διάσωσης. Ωστόσο λίγες ημέρες αργότερα, στις 13 Ιουλίου, ο Τσίπρας δέχθηκε ένα νέο πακέτο διάσωσης του οποίου οι όροι ήταν ακόμη πιο σκληροί από τους όρους που είχε απορρίψει πριν από δύο εβδομάδες περίπου.
Αυτές οι εξελίξεις φαίνεται δύσκολο να γίνουν κατανοητές από την αρχή. Γιατί ο Τσίπρας ανακοίνωσε δημοψήφισμα και στη συνέχεια, αφού το κέρδισε, απέρριψε το αποτέλεσμά του; Γιατί κατέληξε να αποδεχθεί πιο αυστηρούς όρους διάσωσης; Οι περισσότεροι σχολιαστές επικαλούνται κάποιον συνδυασμό παραλογισμού και πολιτικής στάσης. Σύμφωνα με τον Phulippon (2015), “οι εκλογές του 2015 ωστόσο και οι διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν, δεν είχαν τίποτα να κάνουν με την οικονομία. Ήταν καθαρά πολιτικό θέατρο και από τις δύο πλευρές.
Αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να είναι σωστό. Αλλά ο κύριος στόχος αυτού του άρθρου είναι να προτείνει μια απλή οικονομική εξήγηση αυτών των εξελίξεων.
Μια ορθολογική ιστορία
Σε αυτή την εξήγηση, και οι δύο πλευρές των διαπραγματεύσεων -η ελληνική κυβέρνηση και οι πιστωτές- είναι απολύτως λογικές, αλλά καμία από τις δύο δεν ξέρει ποιο θα είναι το κόστος του Grexit για την Ευρώπη. Οι πληροφορίες σχετικά με το κόστος του Grexit είναι συμμετρικές, σε ό,τι αφορά πως και οι δύο πλευρές είναι εξίσου καλά πληροφορημένες, αλλά αυτό είναι ατελές, διότι καμία πλευρά δεν γνωρίζει ακριβώς πόσο θα πληγεί η Ευρώπη εάν η Ελλάδα αποχωρήσει από την ευρωζώνη. Αυτή η υπόθεση φαίνεται λογική από τη στιγμή που δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο μιας χώρας να εγκαταλείπει την ευρωζώνη.
Το άγνωστο κόστος του Grexit καθορίζει την διαπραγματευτική δύναμη στις διαπραγματεύσεις για την διάσωση. Και οι δύο πλευρές γνωρίζουν ότι εάν το κόστος του Grexit για την Ευρώπη είναι είναι υψηλό, τότε η διαπραγματευτική ισχύς των Ελλήνων είναι εξίσου υψηλή. Αλλά εάν το κόστος του Grexit είναι χαμηλό, το ίδιο είναι και η διαπραγματευτική ισχύ των Ελλήνων.
Μια πιθανή πηγή πρόσθετων λεπτομερειών για το κόστος του Grexit, είναι οι χρηματοπιστωτικές αγορές. ΟΙ τιμές της αγοράς συγκεντρώνουν πληροφορίες από πολλούς καλλιεργημένους συμμετέχοντες. Ως εκ τούτου, οι αγορές είναι πιθανό να ξέρουν περισσότερα για το κόστος του Grexit από οποιαδήποτε άλλη πλευρά στις διαπραγματεύσεις διάσωσης. Αλλά για να μάθουμε τι σκέφτονται οι αγορές, πρέπει πρώτα να τις ρωτήσουμε.
Το πείραμα του δημοψηφίσματος
Επομένως, τι συνέβη; Η φορτωμένη με λιτότητα πρόταση που προτάθηκε από τους πιστωτές στις 25 Ιουνίου, ήταν μη αποδεκτή για τον Τσίπρα λόγω πολιτικών αιτιών. Εάν δεχόταν την συμφωνία, πιθανότατα θα έχανε τις επόμενες εκλογές διότι είχε ταχθεί στην πλατφόρμα κατά της λιτότητας.
Για να βελτιώσει το αποτέλεσμα, ο Τσίπρας αποφάσισε να διεξάγει ένα πείραμα. Ζητώντας δημοψήφισμα για τη διάσωση, αυξάνεται η πιθανότητα για Grexit. Για να αυξήσει περαιτέρω την πιθανότητα του Grexit, εκστρατεύει υπέρ του “όχι”. Σκοπός του πειράματος είναι να εκμαιεύσει πληροφορίες για το πραγματικό κόστος του Grexit παρατηρώντας την αντίδραση των αγορών. Από τη στιγμή που οι αγορές ξέρουν περισσότερα για το κόστος του Grexit από οποιαδήποτε άλλη πλευρά, η ανταπόκριση της αγοράς στην αύξηση της πιθανότητας του Grexit θα πρέπει να παρέχει μια επιπλέον ένδειξη για το κόστος αυτό. Ο Τσίπρας ελπίζει ότι οι αγορές θα πέσουν σαν πέτρα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι το κόστος είναι υψηλό.
Αυτό συνέβη στην Ελλάδα πριν από τέσσερα χρόνια σε παρόμοιες περιστάσεις. Στις 27 Οκτωβρίου 2011, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ανακοίνωσαν μια συμφωνία διάσωσης που μείωνε το χρέος της Ελλάδας στη μέση. Αλλά στις αρχές της επόμενης εβδομάδας, ο Έλληνας πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωσε την πρόθεσή του να διεξάγει δημοψήφισμα για την διάσωση. Μετά από την ανακοίνωσή του, οι ευρωπαϊκές μετοχές υποχώρησαν περί το 5%, προφανώς ως απάντηση στην αυξημένη πιθανότητα Grexit. Το δημοψήφισμα το 2011 δεν έλαβε χώρα ποτέ, διότι άλλοι πολιτικοί σταμάτησαν γρήγορα την πρωτοβουλία Παπανδρέου (που κατέληξε σε ανάκαμψη των τιμών των μετοχών). Αλλά το γεγονός πως οι μετοχές υποχώρησαν κατακόρυφα μετά από την αρχική ανακοίνωση, πρέπει να αντικατοπτρίζει την αντίληψη της αγοράς για το υψηλό κόστος του Grexit το 2011.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Τσίπρας ήλπιζε για ένα παρόμοιο αποτέλεσμα. Εάν οι αγορές είχαν καταρρεύσει ως αντίδραση στο δημοψήφισμά του, η διαπραγματευτική του ισχύ θα είχε ενισχυθεί, και θα μπορούσε ίσως να είναι σε θέση να διαπραγματευτεί μια καλύτερη συμφωνία για την Ελλάδα.
Ένα αποτυχημένο στοίχημα
Δυστυχώς για τον Τσίπρα, αυτό δεν συνέβη. Το ευρώ μετά βίας κουνήθηκε και η αντίδραση των χρηματιστηρίων ήταν πιο ήπια από ό,τι το 2011. Μετά το αρνητικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια υποχώρησαν μόλις 1,2%. Η μετριοπαθής απάντηση της αγοράς σήμαινε ότι το κόστος του Grexit είχε μειωθεί μεταξύ του 2011 και του 2015, ίσως λόγω της εισαγωγής νέων προγραμμάτων στην ευρωζώνη όπως το ΟΜΤ της ΕΚΤ και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας. Η υποτονική αντίδραση της αγοράς αποδυνάμωσε το χέρι του Τσίπρα. Όταν επέστρεψε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, μια νέα, σκληρότερη πρόταση τον περίμενε διότι οι πιστωτές είχαν αντιληφθεί από την αντίδραση της αγοράς ότι η διαπραγματευτική δύναμη του Τσίπρα έχει αποδυναμωθεί.
Η παραπάνω ιστορία μπορεί να εξηγήσει από κοινού γιατί ο Τσίπρας προκήρυξε το δημοψήφισμα, γιατί τάχθηκε υπέρ του ¨όχι”, γιατί αγνόησε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος παρότι ήταν στην πλευρά που νίκησε και γιατί κατέληξε με μια χειρότερη συμφωνία από αυτή που απέρριψε στο δημοψήφισμα. Ασφαλώς, μπορεί να ειπωθούν άλλες ιστορίες για αυτά τα γεγονότα, και δεν ισχυρίζομαι ότι η δική μου είναι η καλύτερη. Το λεκτικό μου μοντέλο είναι φειδωλό αλλά ασφαλώς όχι ακριβώς αλήθεια. Η αλήθεια είναι πάντα πιο περίπλοκη από οποιοδήποτε οικονομικό μοντέλο.
Το κόστος του Brexit
Τώρα ας πάμε από το Grexit στο Brexit. Μπορούμε να μάθουμε τίποτα για το κόστος του Brexit από την αντίδραση της αγοράς στην απόφαση για Brexit;
Η αντίδραση ήταν ισχυρή και άμεση. Η στερλίνα έχασε περί το 10% έναντι του δολαρίου και οι μετοχές υποχώρησαν κατακόρυφα. Αλλά μια εβδομάδα μετά το δημοψήφισμα, όπως και ο χρόνος στον οποίο γράφεται αυτό το άρθρο- οι μετοχές έχουν ανακάμψει κάπως. Στην πραγματικότητα, ο FTSE 100 δείκτης των μεγαλύτερων βρετανικών επιχειρήσεων είναι ήδη 3% υψηλότερα από το προ δημοψηφίσματος επίπεδο. ΟΙ ευρωπαϊκές μετοχές είναι ακόμη χαμηλότερα 4%. Μπορούμε ως εκ τούτου να καταλήξουμε ότι το Brexit είναι ένα non-event για την Βρετανία αλλά ένα πλήγμα για την υπόλοιπη Ευρώπη;
Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι πολιτικές αποφάσεις ασκούν σημαντική επίδραση στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Χρειαζόμαστε νέα οικονομική θεωρία για να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε αυτές τις επιδράσεις. Δουλεύοντας με συναδέλφους συγγραφείς, έχω ήδη σημειώσει μεγάλη πρόοδο. Στην δουλειά μας, οι πολιτικές ειδήσεις κινούν τις τιμές των assets και η πολιτική αβεβαιότητα υπαγορεύει ένα ασφάλιστρο κινδύνου του οποίου το μέγεθος είναι μεγαλύτερο σε ασθενέστερες οικονομικές συνθήκες. Σχεδιάζουμε να κάνουμε περισσότερη δουλειά σε αυτό τον τομέα.