Λίγο πριν από τις δεύτερες βουλευτικές εκλογές του 2012, ο κύβος είχε ριφθεί για τη γαλλική Carrefour, τη δεύτερη μεγαλύτερη αλυσίδα πολυκαταστημάτων στον κόσμο. Δεν μπορούσε να διατηρήσει, ενόψει της μείωσης των πωλήσεων, την παρουσία της στην Ελλάδα. Θα
πουλούσε το μερίδιό της στους συνετάιρους της, την οικογένεια Μαρινόπουλου, χωρίς χρήματα, έναντι των απαιτήσεών της, και θα εγκατέλειπε την Ελλάδα που μαστιζόταν από την κρίση.
Ενάμιση χρόνο πριν, η Carrefour Μαρινόπουλος είχε συνάψει δύο ομολογιακά δάνεια με την εταιρεία του ομίλου Carrefour Finance, 280 και 150 εκατ. ευρώ αντίστοιχα (σύνολο 430 εκατ.) με επιτόκιο Euribor +4% το πρώτο και Εuribor +3,5% το δεύτερο. Η ημερομηνία λήξης των δανείων ήταν η 30η Mαΐου 2014, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις των ορκωτών ελεγκτών της χρήσης του 2011. Οι Γάλλοι στις δικές τους λογιστικές καταστάσεις σημειώνουν ότι 220 από τα εκατομμύρια αυτά ήταν έναντι απαιτήσεων που είχαν προς την εταιρεία στην οποία συμμετείχαν.
Οι Γάλλοι και οι Ελληνες συνεταίροι τους συμφωνούν να γίνει αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατά 348,6 εκατ. ευρώ και «η αύξηση αυτή να προέλθει από την αντίστοιχη κεφαλαιοποίηση του εμπορικού χρέους της εταιρείας προς τον όμιλο Carrefour». To υπόλοιπο του χρέους (αλλά 104 εκατ.) θα μετατρεπόταν σε δύο νέα ομολογιακά δάνεια εκ των οποίων το ένα, ύψους 84 εκατ., θα εξοφληθεί σε 10 χρόνια και το δεύτερο, ύψους 20 εκατ. ευρώ, θα εξοφληθεί σε έξι χρόνια. Η πρώτη δόση και στις δύο περιπτώσεις «θα είναι πληρωτέα μετά την 1η Ιανουαρίου 2015». Με πολύ απλά λόγια ο μεγαλύτερος πιστωτής της εταιρείας Μαρινόπουλος ήταν ο πρώην Γάλλος μέτοχός της.
Στην έκθεση του Δ.Σ. για τις οικονομικές καταστάσεις χρήσεως του 2012, στις 26 Αυγούστου του 2013, αναφέρεται ότι οι μέτοχοι της εταιρείας, Carrefour Nederland BV, Carrefour SA SOUTH MED INVESTMENTS LTD, ενέκριναν την αύξηση του κεφαλαίου χωρίς όμως να ασκήσουν το δικαίωμά τους παραιτούμενοι υπέρ της εταιρείας Marinopoulos Holding SARL, η οποία ως δανειστής της Carrefour Μαρινόπουλος κεφαλαιοποίησε τις απαιτήσεις και κατέστη μέτοχος με ποσοστό 14,40%. Στα στοιχεία πιστοληπτικής ικανότητας της λουξεμβουργιανής εταιρείας, που ζήτησε και πήρε η «Κ» από τη γερμανική Creditreform, μία από τις εταιρείες που αξιολογεί τους πιστωτικούς κινδύνους, ως πιστωτικό όριο της εταιρείας αναφέρονται τα 12,5 εκατ. ευρώ. Συνεπώς δάνειο από τράπεζα δεν μπορεί να δόθηκε.
Το πιθανότερο είναι ότι το δάνειο δόθηκε από τους Γάλλους πρώην μετόχους για να αποχωρήσουν, όπως συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις. Μέτοχοι της εταιρείας του Λουξεμβούργου, με μετοχικό κεφάλαιο 287 εκατ., εμφανιζόταν με 95% η Μαρινόπουλος Holding στην Κύπρο, με 3,93% η Μαρινόπουλος Βουλγαρίας και με 0,14% το ίδρυμα Nerine Foundation με έδρα τις Μπαχάμες. Στο τέλος του 2012 η εταιρεία του Λουξεμβούργου κατέχει το 57.24% της εταιρείας Μαρινόπουλος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της τράπεζας επιχειρηματικών πληροφοριών Infocredit Group, το ίδρυμα από τις Μπαχάμες, Nerine Foundation, ελέγχει και την κυπριακή holding του Μαρινόπουλου (έχει το 53,08% των μετοχών), ενώ το υπόλοιπο 46,91% ανήκει στην ολλανδική εταιρεία Stichtimg Compassion young talented students. Η κυπριακή εταιρεία παρά την αύξηση του τζίρου της κατά 40% από το 2012 ώς το 2014, αλλά και της αξίας των παγίων της, παρουσιάζει αυξημένες επισφάλειες (περίπου 30%) και αρνητική καθαρή αξία για τις δύο χρονιές χωρίς τους Γάλλους (2013 και 2014).
Στις 26 Mαΐου 2015 η ελεγκτική εταιρεία Grant Thornton συντάσσει τις καταστάσεις του 2014. Στις «υποχρεώσεις» της εταιρείας, σύμφωνα με τη διοίκησή της, εμφανίζεται και μία σημείωση. «Η εταιρεία προχώρησε σε αποαναγνώριση δανειακών υποχρεώσεων ποσού 54 εκατ. ευρώ προς την εταιρεία Southmed Investments Ltd, κατόπιν σχετικής οριστικής συμφωνίας των δύο μερών που αναμένεται να οριστικοποιηθεί συμβατικά εντός του β΄ εξαμήνου 2015. Πιο συγκεκριμένα, η εν λόγω αποαναγνώριση αφορά ομολογιακά δάνεια της εταιρείας προς τη Southmed, συνολικού ποσού 104 εκατ., ενώ το ποσό της αποναγνώρισης αφορά το 50% της δανειακής υποχρέωσης κατά την ημερομηνία σύναψης της συμφωνίας των δύο μερών». Η εταιρεία Μαρινόπουλος γνώριζε ότι το δάνειο δεν είναι δάνειο όταν συνήφθη η συμφωνία.
Οι ελεγκτές της Grant Thornton σημειώνουν ότι «από τα στοιχεία που τέθηκαν υπ’ όψιν μας, δεν προέκυψε συμβατική δέσμευση για τη διαγραφή των εν λόγω δανειακών υποχρεώσεων, με αποτέλεσμα να μην πληρούνται τα κριτήρια του διεθνούς λογιστικού προτύπου για αποαναγνωρίση των σχετικών υποχρεώσεων. Κατά συνέπεια τα αποτελέσματα χρήσεως εμφανίζονται αυξημένα κατά 54 εκατομμύρια ευρώ ενώ τα δάνεια εμφανίζονται ισόποσα μειωμένα (σ.σ.: ενώ δεν θα έπρεπε)».
Στις ίδιες καταστάσεις οι διοικούντες την εταιρεία εμφανίζουν σταθερή την αξία των θυγατρικών με παραδοχές που μοιάζουν εξωπραγματικές: αύξηση πωλήσεων από 2% έως 26% και αύξηση του μεικτού κέρδους από 4,5% σε 24,7%.