Οι εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης είναι για τους Τούρκους ισλαμιστές και εθνικιστές το σημαντικότερο σύμβολο της οθωμανικής κατάκτησης της Πόλης. Επανειλημμένα έχουν γίνει απόπειρες να γίνουν τζαμιά. Για πολλούς συντηρητικούς μουσουλμάνους, στην Τουρκία, ήταν ένα μεγάλο όνειρο να γίνει η Αγία Σοφία τζαμί και κατά τη διάρκεια του ραμαζανιού γινόταν για μερικές ώρες καθημερινά. Ποιος και πότε το αποφάσισε δεν είναι σαφές. Το Κρατικό Ίδρυμα Θρησκείας παρουσίασε το «σόου του ραμαζανιού» σαν να επρόκειτο για το πιο αυτονόητο πράγμα στον κόσμο, γράφει η γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine (FAZ), σε δημοσίευμα για την Αγιά Σοφιά.
Και ενώ τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης πάλλονταν από ενθουσιασμό και έγραφαν για “ιστορικές στιγμές στην Αγία Σοφία”, η κριτική έπεφτε σαν χαλάζι από το εξωτερικό. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών χαρακτήρισε την απόφαση “οπισθοδρομική” κάτι το οποίο από την άλλη πλευρά έγινε δεκτό με αγανάκτηση. Η Ελλάδα αναμιγνύεται στις εσωτερικές υποθέσεις της Τουρκίας, έγραψαν εξοργισμένα κάποια τουρκικά ΜΜΕ και διέδιδαν τη φήμη ότι ο Έλληνας πρόξενος πραγματοποίησε μυστική πρωινή επιθεώρηση στην Αγιά Σοφιά.
Μεταξύ άλλων και το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών προέτρεψε την Τουρκία να δείξει τον “προσήκοντα σεβασμό” στην ιστορία του χώρου. Ο βουλευτής του κυβερνητικού κόμματος ΑΚP Κωνσταντινούπολης Σαμίλ Ταγιάρ έριξε λάδι στη φωτιά γράφοντας στο twitter ότι οι μουσουλμανικές λειτουργίες στην Αγία Σοφία είναι τα αντίποινα για την αναγνώριση του “αρμενικού ψέματος” από τη γερμανική Βουλή. Η Τουρκία δεν έχει φίλους στη Δύση πια, θα πρέπει επομένως να μην την λαμβάνει καθόλου υπόψη πλέον.
H αρμενικής καταγωγής Τουρκάλα βουλευτής Σελίνα Εζοζουν Ντογκάν, μια από τις λίγες χριστιανές πολιτικούς του κεμαλικού κόμματος της αντιπολίτευσης CHP στο τουρκικό Κοινοβούλιο, βρίσκει την ενέργεια απρεπή. Η Αγιά Σοφιά είναι ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά σύμβολα του παρελθόντος της χώρας και η μη θρησκευτική χρήση της είναι επομένως σωστή. «Αν κάποιος θέλει να επαναφέρει το κτίριο στην αρχική του λειτουργία, τότε θα έπρεπε λογικά να την μετατρέψει σε εκκλησία». Σε τελευταία ανάλυση η Αγία Σοφία κατασκευάστηκε αρχικά ως εκκλησία και χρησιμοποιήθηκε ως τέτοια επί αιώνες. Εκτός αυτού υπάρχει μεγαλύτερη έλλειψη εκκλησιών και όχι τζαμιών στη χώρα, λέει η Ντογκάν στη γερμανική εφημερίδα. Την ίδια άποψη είχε εκφράσει και ο ελληνορθόδοξος Πατριάρχης Βαρθολομαίος προ διετίας. Αυτές όμως τις μέρες δεν μπορεί κανείς να τον βρει, όπως άλλωστε και άλλους εκπροσώπους χριστιανικών εκκλησιών στην Πόλη.
Στην προκειμένη περίπτωση είναι λιγότερο θέμα θρησκείας και περισσότερο πολιτικής ταυτότητας, λέει ο Κοράι Τσαλισκάν, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου της Κωνσταντινούπολης. Για τους Τούρκους ισλαμιστές και εθνικιστές η Αγιά Σοφιά είναι το σημαντικότερο σύμβολο της κατάκτησης της Πόλης. Το ότι τα ιστορικά μνημεία ανήκουν σήμερα εξίσου σε όλους τους πολιτισμούς δεν ταιριάζει στο κοσμοαντίληψη αυτών των συντηρητικών ομάδων. Την Αγιά Σοφιά την αντιλαμβάνονται ως “χώρο νοσταλγίας”, ο οποίος πρέπει να ξανακατακτηθεί.
Όποιος επισκεφτεί αυτές τις μέρες την Αγία Σοφία, δεν θα αντιληφθεί σχεδόν τίποτα από τη διαμάχη για το εντυπωσιακό μνημείο πολιτισμού. Την περασμένη Παρασκευή, πριν το τέλος του ραμαζανιού, επικρατούσε περισσότερη ησυχία και ηρεμία από ό,τι συνήθως. Έβλεπες μόνο ορισμένους μεμονωμένους επισκέπτες, λόγω της τρομοκρατικής επίθεσης στο αεροδρόμιο Ατατούρκ της Πόλης.
Η δημοσιογράφος Χιλάλ Μπαγιάρ πάντως δεν μπορεί να φανταστεί κάτι ομορφότερο από το να ζήσει τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Η νεαρή γυναίκα με τη δεμένη κοτσίδα και το άνετο μαύρο φόρεμα πηγαίνει συχνά εκεί. Έχει ασχοληθεί εντατικά με την ιστορία της Αγίας Σοφίας και είναι πεπεισμένη ότι το κτίριο βρίσκεται σε τόσο καλή κατάσταση χάρη στους Οθωμανούς κατακτητές. Η μετατροπή της σε τζαμί προστάτεψε το κτίριο και το διατήρησε για τις επόμενες γενιές. Είναι επομένως κρίμα που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τζαμί πια, είπε στην Frankfurter Algemeine Zeitung.
Η συζήτηση για τη χρήση της Αγίας Σοφίας πυροδοτείται επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια. Η πολυμελής “Ενωση Νέων της Ανατολίας” οργάνωσε πριν από δύο χρόνια μια προσευχή διαμαρτυρίας μπροστά στην Αγία Σοφία, στην οποία πήραν μέρος χιλιάδες πιστοί και ξεκίνησε τη συγκέντρωση υπογραφών για τη μετατροπή της σε τζαμί. Παρόμοιες πρωτοβουλίες πήρε και η “Τουρκική Ένωση Φοιτητών”. Υποστήριξη είχε και από κυβερνητικούς κύκλους: ο πρώην αναπληρωτής πρωθυπουργός Μπουλέντ Αρίντς διακήρυξε, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στην Αγία Σοφία το 2013, ότι «προσεύχεται στον Αλλάχ να ξαναγελάσει». Επίσης βουλευτές του κυβερνητικού κόμματος ΑΚΡ και του εθνικιστικού κόμματος της αντιπολίτευσης ΜΗΡ έφεραν στη Βουλή διάφορα νομοσχέδια με τα οποία ζητούσαν να χρησιμοποιηθεί η Αγία Σοφία σαν τζαμί.
Λογική δεν υπάρχει σε αυτήν την επιθυμία, τονίζει ο καθηγητής Κοράι Τσαλισκάν στη γερμανική εφημερίδα. Η Κωνσταντινούπολη δεν έχει ανάγκη από εντυπωσιακά τζαμιά. Πουθενά στην πόλη δεν υπάρχουν τόσο πολλά όσο στο ιστορικό κέντρο. Ακόμα και το μπλε τζαμί ακριβώς απέναντι από την Αγία Σοφία είναι μισογεμάτο στις ώρες της προσευχής. «Ο ίδιος ο Ερντογάν είχε πει προ ετών, “ας γεμίσει πρώτα το μπλε τζαμί πριν ασχοληθούμε με την Αγία Σοφία”» όπως υπενθυμίζει ο Τσαλισκάν. Το γεγονός ότι ο πρόεδρος Ερντογάν δεν έχει εκφραστεί δημόσια για το θέμα οφείλεται σε στρατηγικούς λόγους, υποψιάζεται ο καθηγητής: «Ιδεολογικά του είναι χρήσιμη η συζήτηση, διότι ενισχύει την κομματική του βάση. Οικονομικά όμως δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό του κανένα περαιτέρω βήμα το οποίο θα έβλαπτε τον τουρισμό της χώρας ακόμα περισσότερο». Υπό πόσο μεγάλη πίεση βρίσκεται δείχνει το γεγονός ότι υπέκυψε μπροστά στη Ρωσία και το Ισραήλ.
Ασφαλώς και δεν είναι σύμπτωση, λέει ο Τσαλισκάν, ότι η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί για ένα μήνα έγινε σε μια περίοδο κατά την οποία η χώρα δεν τα πάει καθόλου καλά. Η τουρκική κυβέρνηση στρέφεται προς το πολιτικό Ισλάμ όσο μεγαλύτερη είναι η καθοδική πορεία της χώρας πολιτικά και οικονομικά. Οι ανάγνωση του Κορανίου μέσα από την Αγία Σοφία είναι μια μικρή υποχώρηση η οποία βελτιώνει μεν την διάθεση των συντηρητικών ψηφοφόρων, αλλά ταυτόχρονα προωθεί περαιτέρω την κοινωνική πόλωση, συμπληρώνει ο καθηγητής.