διπλό σοκ με τις αναβολές των δυο κύριων υποθέσεων.
Είναι απολύτως ξεκάθαρο πως μεταξύ της κυβέρνησης και μιας ομάδας δικαστών και εισαγγελέων, που θεωρείται πως διάκεινται ευμενώς στην παλιά “άρχουσα” τάξη πραγμάτων σοβεί μια σκληρή αντιπαράθεση με κατηγορίες “περί εξυπηρέτησης συμφερόντων” από τη μια, και “προσπάθειας ποδηγέτησης της δικαιοσύνης” από την άλλη. Άλλωστε σε αυτόν τον πόλεμο – κατά των “διαπλεκόμενων” σε όλα τα επίπεδα- η κυβέρνηση έχει δομήσει το “ηθικό της πλεονέκτημα”, το οποίο είδε να κλονίζεται με τα αλλεπάλληλα σοκ στην υπόθεση Siemens.
Εξ ου και η σφοδρή επίθεση σε μερίδα δικαστών. Όμως αυτός ο εκατέρωθεν πόλεμος είναι σίγουρο πως θα έχει μόνο χαμένους και δη την αξιοπιστία τηςΔικαιοσύνης, η οποία- και με δική της ευθύνη- έχει απολέσει το βασικό χαρακτηριστικό που θα έπρεπε να διαθέτει: Την έξωθεν καλή μαρτυρία, αφού σε όλες τις μεγάλες υποθέσεις που καλείται να διερευνήσει συλλαμβάνεται κατώτερη των περιστάσεων.
Γιατί αναβλήθηκαν
Σήμερα , μετά από παρέμβαση του Αλ. Τσίπρα, όπως ενημέρωσε το Μαξίμου, οΝικ. Παρασκευόπουλος, μετέβη στο γραφείο της ένας εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ξένης Δημητρίου και της ζήτησε να δικαστούν οι δυο υποθέσεις κατ΄ απόλυτη προτεραιότητα, ως ιδιαίτερης σημασίας υποθέσεις. Ότι η συγκεκριμένες έρευνες για τις υποθέσεις αυτές έχουν ξεκινήσει πριν από πάνω από 10 χρόνια, μικρή σημασία έχει πλέον, αφού ο χρόνος για όλες τις κυβερνήσεις έχει προφανώς σχετική σημασία.
Οι λόγοι για τους οποίους αναβλήθηκαν και οι δυο δίκες της Siemens (Μαντέλη και για την κύρια σύμβαση) πάντως έχουν συγκεκριμένες αιτίες:
Α) Στην πρώτη περίπτωση αυτή τρων 61 προσώπων της κύριας σύμβασης υπάρχουν εκατέρωθεν – δικαιοσύνης και ΥΠΕΞ- παραφωνίες:
– Το ΥΠΕΞ διαβεβαιώνει πως “η αποστολή της μετάφρασης των εγγράφων που του ζητήθηκαν και ολοκλήρωνε τη διαδικασία στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών έγινε στις 13 Μαΐου 2016”. Αυτό προκύπτει εγγράφως και είναι απολύτως αληθές.
Όμως όμως η Εισαγγελία Εφετών , υπο τον Ισίδωρο Ντογιάκο, είχε στείλει αίτημα μετάφρασης απο τον Απρίλη του 2015 και είχε θέσει προθεσμία για ολοκλήρωσή της μέχρι τον Νοέμβριο του 2015, δηλαδή πριν ξεκινήσει η δίκη. Κι αυτό γιατί, όπως επισημαίνει ο δικηγόρος Αλέξης Αθανασόπουλος, “αν το βούλευμα δεν επιδοθεί μεταφρασμένο στους αλλοδαπούς κατηγορούμενους πριν την έναρξη της δίκης, η διαδικασία είναι άκυρη, όπως ορθά αποφάσισε το δικαστήριο”. Συνεπώς αφού το ΥΠΕΞ έστειλε τα έγγραφα 6 μήνες μετά την έναρξη της δίκης ήταν δώρον άδωρον.
– Η κυβέρνηση στοχοποιεί με διαρροές τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Ι. Ντογιάκο, όμως , ο ίδιος όπως προκύπτει εγγράφως είχε ζητήσει από τον Απρίλη του 2015 να γίνει μετάφραση.
– Πέραν όμως της καθυστέρησης του ΥΠΕΞ, προκύπτουν ερωτήματα και για τις γνωμοδοτήσεις της δικαιοσύνης: Εμφανίζεται δηλαδή διχογνωμία για το αν είναι απαραίτητη η μετάφραση και μεταξύ εισαγγελέων. Όταν αλλοδαπός κατηγορούμενος ζήτησε μεταφρασμένο το βούλευμα, λίγες μέρες πριν τη δίκη, η αντιεισαγγελέας Εφετών Αθηνά Θεοδωροπούλου, απέρριψε μετά πολλών επαίνων το αίτημα αναφέροντας χαρακτηριστικά πως “δεν είναι απαραίτητη η επίδοση μετάφρασης όταν ο κατηγορούμενος έλαβε έγκαιρα γνώση της κατηγορίας στη γλώσσα γνώση που εννοεί και ως εκ τούτου προετοίμασε την υπεράσπισή του”.
Μαντζουράνης: Ζητείται πειστική απάντηση
Ο δικηγόρος Γιάννης Μαντζουράνης, που ήταν υπερασπιστής σε πρώτα στάδια της δίκης, αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Μέσα στον ορυμαγδό της αντιπαράθεσης για το ρεζιλίκι στη δίκη για την υπόθεση Siemens διαφεύγει της δημόσιας προσοχής η από 19-11-2015 Διάταξη της Αντεισαγγελέως Εφετών, Αθηνάς Θεοδωροπούλου, που με τη γραπτή σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, Γεωργίου Γεράκη, απορρίπτεται αίτημα γερμανού κατηγορουμένου να μεταφρασθεί στη γερμανική γλώσσα το Παραπεμπτικό Βούλευμα. Εδώ ανακύπτει το εύλογον ερώτημα, αν είναι δυνατόν δύο έμπειροι Εισαγγελείς Εφετών να αγνοούν ό,τι γνωρίζουν και πρωτοετείς φοιτητές Νομικής, δηλαδή οτι κατά το άρθρο 6 §2 της ΕΣΔΑ κάθε κατηγορούμενος δικαιούται να πληροφορείται λεπτομερώς την εναντίον του κατηγορία σε γλώσσα που γνωρίζει; Επειδή η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα δεν μπορεί να είναι θετική, τότε θα πρέπει να αναζητηθεί και ανευρεθεί από αρμόδια όργανα γιατί και πως συνελήφθη, κυοφορήθηκε και είδε το φως του νομικού κόσμου αυτή η πολύ … περίεργη Εισαγγελική Διάταξη; Μια άμεση εξήγηση είναι αναγκαία. Άραγε αισθάνεται κάποιος την υποχρέωση να δώσει πειστική εξήγηση”.
– Το χειρότερο είναι πως την ίδια απάντηση έδωσε στον δικηγόρο Θέμη Σοφό που προσέφυγε στον Άρειο Πάγο για τον ίδιο λόγο για λογαριασμό εντολέα του, και αντεισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου,Χαρ. Βουρλιώτης. Χαρακτήρισε μάλιστα το αίτημα “επουσιώδες”
– Ο επίλογος θα στηθεί και εδώ και δυο τρόπους: Από τη μια με την επίσπευση εκδίκασης των υποθέσεων προφανώς στην έναρξη του δικαστικού έτους τον Σεπτέμβρη και με πειθαρχικό έλεγχο δικαστών. Ηδη άλλωστε η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου διέταξε την σχετική έρευνα. Απλώς , για το κατάντημα της δυνατότητας του κράτους να διοργανώσει τις δίκης τόσο σοβαρών υποθέσεων, αρκεί να θυμηθεί κανείς πως χρειάστηκε η παρέμβαση του πρωθυπουργού- ήδη- σε δυο περιπτώσεις: Στη Χρυσή Αυγή για να βρεθεί αίθουσα, και στη Siemens για να εκδικαστούν τάχιστα. Αυτό δεν περιποιεί τιμή για κανέναν.
Για “αισχρά υπονοούμενα” κάνει λόγο ο Ντογιάκος
Με σκληρή γλώσσα προς τις κυβερνητικές διαρροές που του αποδίδουν ευθύνες “αλλά και σκοπιμότητες” στην υπόθεση της μετάφρασης των εγγράφων της Siemens, δίνει με επίσημο δελτίο Τύπου που εξέδωσε πριν απο λίγο ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών, Ισίδωρος Ντογιάκος.
Σκληρή ανακοίνωση από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων
“Η επιχειρούμενη, ευτυχώς από ελάχιστους πολιτικούς και μη, απαξίωση της Δικαιοσύνης και των Λειτουργών της δημοσίως (μέσω των ΜΜΕ κλπ) και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να αμφισβητείται γενικώς και αορίστως η αμεροληψία και η αξιοπιστία της, αφ΄ ενός μεν αποτελεί άκρα συκοφαντία κατά της ισότιμης και ισόκυρης με την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, δικαστικής εξουσίας αφ’ ετέρου δε δημιουργεί στους πολίτες ανασφάλεια χωρίς τουλάχιστον μέχρι στιγμής να γνωρίζουμε τελικά αυτή η συμπεριφορά ποιον εξυπηρετεί.
Εμείς, οι Έλληνες Δικαστές και Εισαγγελείς, παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε κατά την άσκηση των καθηκόντων μας (κενές οργανικές θέσεις, έλλειψη αναλόγων κτιριακών εγκαταστάσεων, επαρκούς γραμματειακής υποστήριξης, μηχανογραφικής οργάνωσης, μεταφραστικού τμήματος, διερμηνέων, δικαστικής αστυνομίας κλπ) θα συνεχίσουμε, όπως άλλωστε διαχρονικά πράττουμε, έχοντας βεβαίως υποχρέωση προς τούτο, να προσφέρουμε αόκνως τις υπηρεσίες μας στους πολίτες της Χώρας μας με υψηλό αίσθημα ευθύνης και πάντοτε σύμφωνα με το Σύνταγμα, τους Νόμους και προπαντός με τη συνείδησή μας.”