Έναν νέο μηχανισμό υπεύθυνο για το φαινόμενο της ανθεκτικότητας των κουνουπιών στα εντομοκτόνα, αποκάλυψε η ομάδα του Γιάννη Βόντα, με κύρια ερευνήτρια τη Βασιλεία Μπαλαμπανίδου, και των συνεργατών του στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και άλλα διεθνή
Η ανακοίνωση έγινε από το Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του Ιδρύματος Τεχνολογίας Έρευνας (ΙΤΕ). «Πρόκειται για μια σημαντική εργασία που διαλευκάνει το μοριακό μηχανισμό της ανθεκτικότητας του κύριου φορέα της ελονοσίας, και συνεχίζει την παράδοση του ΙΤΕ- Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας στην έρευνα για τα έντομα υγειονομικής σημασίας και των εντομομεταδιδόμενων ασθενειών» τόνισε ο διευθυντής του ΙΜΒΒ και καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης Νεκτάριος Ταβερναράκης. Το ΙΜΒΒ-ΙΤΕ συμμετέχει στην έρευνα για την ελονοσία μέσω μεγάλων ευρωπαϊκών προγραμμάτων από το Κοινοτικό Πλαίσιο Horizon 2020.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση «Μέσω της καταλυτικής δράσης ενζύμων P450s της οικογένειας 4G που βρίσκονται ακριβώς κάτω από την επιδερμίδα (oenocytes) των κουνουπιών, γίνεται υπερπαραγωγή λιπιδίων στα ανθεκτικά έντομα, τα οποία συσσωρεύονται στην επιδερμίδα (epicuticular lipids). Δημιουργείται έτσι ένα λιπόφιλο στρώμα, το οποίο κατακρατά και καθυστερεί την είσοδο των εντομοκτόνων στο έντομο, δίνοντας τον απαραίτητο χρόνο στα ένζυμα αποτοξικοποίησης, να αδρανοποιούν τα εντομοκτόνα που με σημαντικά επιβραδυμένους ρυθμούς πλησιάζουν το υποοκυτταρικό τους στόχο, στο νευρικό σύστημα».
Ο μηχανισμός, επισημαίνει το Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας, προκαλεί εντυπωσιακά επίπεδα ανθεκτικότητας σε ευρύ φάσμα εντομοκτόνων και τονίζεται ότι «τα ευρήματα της έρευνας ανοίγουν δρόμους για το σχεδιασμό πιο αποτελεσματικών εντομοκτόνων», ενώ η εργασία δημοσιεύεται στα χρονικά της επιθεώρησης της Αμερικανικής Ακαδημίας Επιστημών (Proceedings National Academy of Science – PNAS).
Ακόμη, όπως αναφέρει το Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ, τα κρούσματα και οι θάνατοι από την ελονοσία μειώθηκαν σε ποσοστό 50% από το 2000 έως σήμερα (500.000 ζωές ετησίως), κυρίως λόγω της χρήσης εντομοκτόνων. Ωστόσο, η βιωσιμότητα του επιτεύγματος αυτού απειλείται από την ανάπτυξη ανθεκτικότητας στα εντομοκτόνα, πρόβλημα που θεωρείται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) ως το πιο σημαντικό στις προσπάθειες ελέγχου της ελονοσίας στην Αφρική, όπου τελευταία εντοπίζονται πληθυσμοί κουνουπιών οι οποίοι είναι εξαιρετικά ανθεκτικοί σε όλα τα φάρμακα.