Άλλο ένα θύμα των περικοπών και των «μέτρων» της κυβέρνησης φαίνεται να είναι το βιβλίο και η άμεση εξόντωση των ίδιων των εκδοτών
Ανήσυχος είναι ο χώρος των εκδοτών ύστερα από τις ανακοινώσεις του Υπουργείου Παιδείας που βάζουν στο στόχαστρο τα πανεπιστημιακά συγγράμματα, κεκτημένο των φοιτητών και της δωρεάν εκπαίδευσης εδώ και χρόνια. Στόχος του Υπουργείου είναι αν όχι να καταργήσει, σίγουρα να ελαχιστοποιήσει τις δαπάνες για τα πανεπιστημιακά συγγράμματα, κάτι που σημαίνει δυσβάσταχτο βάρος για τους ίδιους τους φοιτητές, αλλά και για τους εκδότες που κυριολεκτικά ζουν από το ελάχιστο αντίτιμο που τους εξασφαλίζει η έκδοση τους.
Αναλυτές στον χώρο της εκπαίδευσης υποστηρίζουν ότι οι αρχικές εξαγγελίες για την ψηφιοποίηση (;) των συγγραμμάτων ουσιαστικά σημαίνει την άμεση κατάργησή τους ενώ τα νέα μέτρα που έχουν τεθεί σε διαβούλευση ανεβάζουν τόσο το κόστος που τα καθιστούν ασύμφορα.
Όπως υποστηρίζει ο κ. Γιώργος Δαρδανός-ο οποίος έχει διατελέσει επί 37 χρόνια Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος και Γενικός Γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εκδοτών Βιβλιοπωλών (ΠΟΕΒ): «Είναι φανερό πώς το Υπουργείο Παιδείας με την νέα του απόφαση που αφορά στα συγγράμματα, συντονίζει με σταθερά βήματα την πλήρη και οριστική «διάλυση» του συστήματος έκδοσης και διανομής των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων. Οι διευκρινίσεις που έδωσε η Αν. Υπουργός κ. Σία Αναγνωστοπούλου μέσω δημοσιεύματος σε καθημερινή εφημερίδα, κάθε άλλο παρά μας καθησύχασαν: αντίθετα, οφείλω να ομολογήσω ότι έκαναν ακόμη πιο προφανείς τις προθέσεις του Υπουργείου».
Απαντώντας στην Υπουργό, ο κ. Δαρδανός εκπροσωπώντας το μέρος των εκδοτών αποσαφηνίζει ότι:
«Το χρονικό διάστημα που το Υπουργείο επέλεξε να οργανώσει αυτές τις αλλαγές στο σύστημα έκδοσης και διανομής των συγγραμμάτων, είναι κατά βάση «απαράδεκτο» για τα χρηστά συναλλακτικά ήθη. Θα έπρεπε να έχει προετοιμάσει τους εκδότες από την αρχή του χρόνου, ακόμη κι από πέρυσι, για τις γενικευμένες αυτές αλλαγές σε κάθε επίπεδο. Οι εκδότες έχουν ήδη εκδώσει ορισμένα βιβλία τους σύμφωνα με τις σταθερές προδιαγραφές που έδινε το Υπουργείο για πολλά χρόνια και μέχρι πρότινος. Τι θα γίνουν αυτά τα βιβλία; Πώς θα κοστολογηθούν;
Οι εκδότες δεν είναι έτοιμοι να δώσουν βιβλία που να συμβαδίζουν με τις νέες προδιαγραφές του Υπουργείου. Οι εκτυπώσεις των βιβλίων για το χειμερινό εξάμηνο γίνονται κατά κανόνα από τον Απρίλιο ως και τον Ιούνιο. Φέτος, οι εκδότες πανεπιστημιακών συγγραμμάτων, περιμένοντας τις εξελίξεις, σταμάτησαν μέχρι νεοτέρας και τις σχετικές εκδόσεις. Για να ολοκληρωθούν οι αναγκαίες εκτυπώσεις των βιβλίων για το ερχόμενο χειμερινό εξάμηνο θα χρειαστούν μήνες ίσως μέχρι και τον Δεκέμβριο. Η εμμονή του Υπουργείου στις νέες προδιαγραφές θα δυσκολέψει το διδακτικό έργο, αφού τα βιβλία δεν θα είναι έτοιμα για διανομή τον Οκτώβριο.
Οι εκδότες όταν γράφονται στο σύστημα ΕΥΔΟΞΟΣ η ημερομηνίες εγγραφής στο σύστημα που ίσχυαν για πολλά χρόνια έχουν ήδη παρέλθει προ πολλού κι ο ΕΥΔΟΞΟΣ δεν έχει ακόμη ανοίξει δηλώνουν «βάσει των συνεπειών του νόμου» πώς διαθέτουν επάρκεια των συγγραμμάτων που θα διαθέσουν στους φοιτητές των πανεπιστημίων. Φέτος για ποια επάρκεια θα μιλάμε λοιπόν; Η νέα απόφαση μας «ωθεί» να δηλώσουμε πράγματα που δεν ισχύουν. Και πότε τελικά θα ανοίξει το σύστημα για τους εκδότες; Μέσα στον Αύγουστο που οι περισσότερες εκδοτικές επιχειρήσεις είναι κλειστές και οι υπάλληλοι θα λείπουν σε διακοπές;
Η πρόταση του Υπουργείου είναι τόσο περίπλοκη κι έχει τόσο πολλές και διαφορετικές παραμέτρους που είναι αδύνατο στις υπηρεσίες του Υπουργείου να ελέγξουν τα δηλωθέντα στοιχεία των βιβλίων, να συμφωνήσει και να υπογράψει τα εντάλματα πληρωμής. Άρα, η απόφαση είναι κατά βάση «ανεφάρμοστη».
Επίσης, η επιλογή έγχρωμου συγγράμματος υπαγορεύεται κάθε φορά από τις διδακτικές ανάγκες και αποφασίζεται από τη Γενική Συνέλευση του εκάστοτε Πανεπιστημιακού Τμήματος. Αν το Υπουργείο κοστολογεί ως έγχρωμες μόνο τις σελίδες που έχουν έγχρωμες φωτογραφίες αγνοώντας ότι το κόστος της έγχρωμης εκτύπωσης διεθνώς επιβαρύνει όλο το τυπογραφικό δεκαεξασέλιδο ενός βιβλίου, απλά αναγκάζει τους εκδότες να τυπώσουν ασπρόμαυρα.
Τον τελικό λόγο για την επιλογή ή μη ενός κλασικού βιβλίου οποιουδήποτε κλασικού συγγραφέα, έχουν αποκλειστικά και μόνο τα μέλη ΔΕΠ κι όχι η εκάστοτε ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Η Αν. Υπουργός, στη συνέντευξή της, άφησε να εννοηθεί ότι τα κλασικά έργα δεν πρέπει να διανέμονται στα πανεπιστημιακά τμήματα, αλλά οφείλει κάθε φοιτητής να τα έχει στη βιβλιοθήκη του σπιτιού του, μας τρομάζει και ως αναγνώστες, αλλά και ως πολίτες αυτής της χώρας. Εάν δεν έρθει ο φοιτητής σε επαφή με τους κλασικούς συγγραφείς κατά τη διάρκεια των ανώτατων σπουδών του στο πανεπιστήμιο, πότε θα το κάνει; Αν δεν φροντίσει το Υπουργείο να παρέχει τα κορυφαία κείμενα της παγκόσμιας βιβλιογραφίας, προβαίνει σε έμμεση, αλλά σαφέστατη λογοκρισία, αφού πολλά απ’ αυτά τα κείμενα δεν έχουν ακόμη ξεπεραστεί. Άλλωστε, οι κλασικοί διδάσκονται σε προπτυχιακό επίπεδο παγκοσμίως. Με ποια, λοιπόν, κριτήρια το Υπουργείο θα αποφασίσει αν ο διδάσκων θα εισηγηθεί ένα κλασικό κείμενο στο μάθημά του; Μήπως έχει στα αναγνωστήρια και τις βιβλιοθήκες των πανεπιστημιακών σχολών επάρκεια κλασικών κειμένων (κι όχι μόνο) ώστε να μπορούν οι φοιτητές να τα δανειστούν για να τα διαβάσουν αντί να τα αγοράζουν κάθε χρόνο; Τι κάνει το κράτος για τις βιβλιοθήκες;
Έστω κι αυτή την τελευταία στιγμή καλό θα ήταν να πρυτανεύσει η λογική και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που διέπουν στις σχέσεις των εκδοτών πανεπιστημιακών συγγραμμάτων και το Υπουργείο Παιδείας για πάρα πολλά έτη. Τα βιβλία δεν είναι τραχανάς για να τα απλώνουμε κατά πώς θέλουμε ούτε τούβλα για να τα στοιβάζουμε σε ντάνες. Είναι έμψυχα όντα και παίρνουν ανάσα από τους συγγραφείς, τους εκδότες και τους αναγνώστες τους.
Ζητούμε για μια ακόμη φορά από την Υπουργό εύλογο χρόνο προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Για λόγους οικονομίας δε κι επειδή εμείς θέλουμε πραγματικά να συμβάλουμε στην εξοικονόμηση χρημάτων που επιθυμεί το Υπουργείο, είμαστε πρόθυμοι να μειωθούν όλες οι τιμές κοστολόγησης κατά 5% (πέραν του 15% που μειώθηκαν όλες οι τιμές κοστολόγησης πέρυσι)».