Του Γ. Αγγέλη
Τα τελευταία έξι χρόνια έχουν παρουσιασθεί τρεις (!) ευκαιρίες για έμμεση ή άμεση αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Οι δύο χάθηκαν. Και η
Η ξαφνική ανακίνηση της υπόθεσης επανα-παραπομπής Γεωργίου από τον Άρειο Πάγο για τις πραγματικές διαστάσεις του ελλείμματος του 2009, ίσως είναι η μία ευκαιρία (κακή ή καλή δεν έχει ιδιαίτερη σημασία) για να δει κανείς πέρα από πολιτικές σκοπιμότητες, με όρους οικονομικούς και ρεαλιστικά αποτελεσματικούς, την τρίτη “ευκαιρία” και δυνατότητα… να μη χαθεί όπως οι δύο προηγούμενες.
Οι δύο προηγούμενες ευκαιρίες έχουν ημερομηνία.
Η πρώτη χάθηκε το 2010. Ήταν τότε που οι επιλογές της κυβέρνησης στο πρώτο δίμηνο του έτους απέφυγαν να στηριχθούν στις δυνατότητες της κατάστασης στη διεθνή αγορά ομολόγων. Και να δρομολογήσουν μία σταδιακή επιμήκυνση και βήμα το βήμα απόσβεση του κινδύνου που αναδυόταν από την πραγματικά εκρηκτική δυναμική των δημόσιων ελλειμμάτων και του χρέους.
Ελλείμματα που συσσωρεύονταν καθώς η διεθνής κρίση ήδη είχε αρχίσει να αποκαλύπτει, όπως είχε χαρακτηριστικά δηλώσει τότε ο Γ. Μπάφετ το ποιός κολυμπούσε… γυμνός.
Είναι γνωστό ότι η ιταλική σχολή της “δημιουργικής λογιστικής” (σιωπηρά αποδεκτή μέχρι τότε από όλες τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης και με πολλούς fans στην Ελλάδα και στο ΥΠΟΙΚ) είχε δώσει τη δυνατότητα της διασταλτικής ερμηνείας του κανονιστικού πλαισίου της Ευρωζώνης. Το αποτέλεσμα ήταν ότι πολλές οικονομίες μαζί και η ελληνική είχαν χώσει κάτω από το χαλί πολλά δημοσιονομικά “σκουπίδια”, σε σημείο που ορισμένοι να σκοντάφτουν… πάνω τους.
Την ίδια τακτική είχαν άλλωστε χρησιμοποιήσει 5-6 χρόνια νωρίτερα, αλλά πριν από το ξέσπασμα της κρίσης του 2008 – 2009, τόσο στο Βερολίνο όσο και το Παρίσι για να αποφύγουν το πολιτικό κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Το πρώτο δίμηνο του 2010 και ενώ το ΥΠΟΙΚ είχε επιτυχώς προχωρήσει σε ομολογιακές εκδόσεις με δηλωμένη την προθυμία των primary dealers να καλύψουν και τις επόμενες που είχαν προγραμματισθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες διαχείρισης δημόσιου χρέους, η κυβέρνηση όπως είναι γνωστό στράφηκε αλλού…
Και η ευκαιρία χάθηκε. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Η δεύτερη ευκαιρία – και αυτή απόρροια των διεθνών συνθηκών – παρουσιάσθηκε στα τέλη του 2013 μέχρι και τα μέσα του 2014. Τότε στις ΗΠΑ είχε γίνει φανερό ότι η αλλαγή της ακολουθούμενης νομισματικής πολιτικής ήταν θέμα χρόνου.
Τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, πάνω στα οποία μέχρι τότε είχε στηριχθεί η διεθνής προσπάθεια ανάσχεσης των συνεπειών της κρίσης του 2008, σταδιακά θα σταματούσαν.
Και πράγματι έτσι έγινε καθώς από τις αρχές του 2014 άρχισε τελικά η σταδιακή μείωση των αγορών assets από την Fed. Το γεγονός αυτό δημιούργησε ένα πρωτοφανές οικονομικό περιβάλλον, καθώς οι αγορές “έτρεξαν” να προεξοφλήσουν τις συνέπειες αυτής της στροφής της Fed.
Το ενδιαφέρον για επενδύσεις σε ομόλογα που έμπαιναν σε φάση ομαλοποίησης από πλευράς κινδύνου κορυφώθηκε απότομα. Και ανάμεσά τους τα ελεύθερα αλλά ελάχιστα ελληνικά ομόλογα έμοιαζαν… ξερολούκουμα, καθώς οι αγορές αξιολογούσαν προς τα κάτω τους κινδύνους που τα συνόδευαν.
Η πίεση για νέες εκδόσεις από την Ελλάδα ήταν ασφυκτικές, αλλά λόγω μνημονίου αυτό δεν μπορούσε να γίνει άμεσα. Παρ’ όλα αυτά δρομολογήθηκε μετά το Eurοgroup του Μαρτίου του 2014 –λίγους μήνες πριν από τις Ευρωεκλογές– η πρώτη έκδοση τριετούς ομολόγου με μεγάλη επιτυχία και ετοιμαζόταν η επόμενη με πενταετή διάρκεια…
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον από τα τέλη του 2013 η διεθνής συγκυρία, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι εκκρεμούσε η καθοριστικής σημασίας δέσμευση του Νοεμβρίου του 2012 του Eurogroup έναντι του ΔΝΤ και της Ελλάδας για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους “άμα τη εμφανίσει πρωτογενούς πλεονάσματος” ήταν η “χρυσή ευκαιρία” για το μεγάλο come back.
Όμως τα πράγματα δεν ακολούθησαν αυτή τη λογική.
Η ελληνική κυβέρνηση ποτέ δεν ζήτησε τουλάχιστον επίσημα και δημόσια την εφαρμογή της απόφασης του Νοεμβρίου για να αναδιάρθρωση του χρέους.
Και σαν να μην έφτανε αυτό 24 ώρες πριν από την έκδοση του πενταετούς ομολόγου έσκασε η χρεοκοπία του Banco Espirito Santo στην Πορτογαλία και οι αγορές αμέσως… μαζεύτηκαν και θυμήθηκαν τους κινδύνους χρεοκοπίας στην Ευρωζώνη. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η έκδοση του πενταετούς ομολόγου μετά βίας πραγματοποιήθηκε –για μόλις 1,5 δισ. ευρώ αν δεν μας απατά η μνήμη – και η δεύτερη ευκαιρία για την αναδιάρθρωση του χρέους μέσω των αγορών χάθηκε κι αυτή…
Οι πολιτικές εξελίξεις και επιλογές εκείνης της περιόδου είναι γνωστές και συμπληρώνουν το τοπίο που μας έχει οδηγήσει στο σήμερα και στην εν δυνάμει… τρίτη ευκαιρία.
Το “μάθημα” από τις δύο χαμένες ευκαιρίες είναι ότι αυτές, οι “ευκαιρίες” είναι πάντα προϊόν συγκυριών τόσο διεθνών όσο και εσωτερικών πολιτικών επιλογών. Πάντα. Και τώρα έτσι είναι. Η διεθνής συγκυρία οικονομική και γεωπολιτική είναι με ένα …επικίνδυνο τρόπο “ευνοϊκή”. Για πόσο ακόμα είναι άγνωστο καθώς η διεθνής κρίση που ξέσπασε το 2008 είναι ακόμα παρούσα χωρίς τα “εργαλεία” που είχαν οι κεντρικές τράπεζες τότε. Η γεωπολιτική αστάθεια είναι έως και …εκρηκτική.
Το πως και ποιός θα χειρισθεί όμως την εσωτερική πρωτοβουλία για να δρομολογήσει την τρίτη “ευκαιρία” είναι κάτι που μένει να κριθεί.
Και σίγουρα η έκφραση ευχών και η υπενθύμιση για το τι έκαναν οι “σύμμαχοι” (στο πλαίσιο του Μπρέττον Γούντς) το 1953 με το γερμανικό χρέος δεν μπορεί να θεωρηθεί “κινητοποίηση” για την αναδιάρθρωση του χρέους.
Αντίθετα η υπόθεση της παραπομπής Γεωργίου ίσως αποδειχθεί το “φυτίλι” για ένα αποτέλεσμα που κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει…
capitalgr