Η μάχη του Χαλεπίου, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Συρίας, είναι μια από τις χειρότερες που έχουν γίνει ποτέ στην εποχή μας σε αστικό κέντρο, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού.
«Είναι αναμφισβήτητα μια από τις πιο καταστροφικές συγκρούσεις που έχουν γίνει ποτέ στην εποχή μας σε αστικό κέντρο» υπογραμμίζει ο Πέτερ Μάουρερ σε ανακοίνωσή του, στην οποία καταγγέλλει «το πόσο υπερβολικά υποφέρει» ο κόσμος στην πόλη αυτή.
Στο Χαλέπι, το οποίο είναι διαιρεμένο ανάμεσα στις συνοικίες που ελέγχουν οι αντάρτες στα ανατολικά και τις συνοικίες που ελέγχουν οι κυβερνητικές δυνάμεις στα δυτικά, η βία έχει κλιμακωθεί με εκατοντάδες νεκρούς, αδιευκρίνιστο αριθμό τραυματιών και δεκάδες ανθρώπους που έχουν εγκλωβιστεί εκεί χωρίς να έχουν καμία βοήθεια σε τρόφιμα ή άλλα είδη πρώτης ανάγκης, αναφέρει.
«Κανείς, πουθενά, δεν είναι ασφαλής. Οι βομβαρδισμοί είναι αδιάκοποι, τα σπίτια, τα σχολεία και τα νοσοκομεία βρίσκονται όλα στο στόχαστρο. Οι άνθρωποι ζουν υπό το κράτος του φόβου» σημειώνει.
«Τα παιδιά έχουν ψυχολογικά τραύματα. Ο κόσμος υποφέρει υπερβολικά» στην πόλη αυτή της Συρίας, συνεχίζει ο Πέτερ Μάουρερ καλώντας «όλες τις πλευρές να σταματήσουν τις καταστροφές και τις αδιάκριτες επιθέσεις, να σταματήσουν τη σφαγή».
Η κλιμάκωση των μαχών στην πόλη από τον Ιούλιο, όταν οι κυβερνητικές δυνάμεις έθεσαν υπό τον έλεγχό τους και την τελευταία οδική αρτηρία ανεφοδιασμού των ζωνών που ελέγχουν οι αντάρτες, έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία για την τύχη του 1,5 εκατομμυρίου των αμάχων που βρίσκονται μέσα στην πόλη, οι 240.000 από τους οποίους στις συνοικίες που ελέγχουν οι αντάρτες.
Οι υποδομές της πόλης έχουν υποστεί σημαντικές καταστροφές, γεγονός που έχει μειώσει σημαντικά τις δυνατότητες υδροδότησης και ηλεκτροδότησης στο Χαλέπι, σύμφωνα με την Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού.
«Εκτός από την άμεση απειλή των μαχών, η έλλειψη παροχής ουσιαστικών υπηρεσιών, όπως αυτές της υδροδότησης και της ηλεκτροδότησης, συνιστούν άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για περίπου δύο εκατομμύρια ανθρώπους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν πάρα πολύ μεγάλες δυσκολίες πρόσβασης σε βασικές ιατρικές υπηρεσίες» υπογραμμίζει ο Μάουρερ.
Η ΔΕΕΣ καλεί παράλληλα σε ανακοίνωσή της τις εμπόλεμες πλευρές να επιτρέψουν την πρόσβαση ανθρωπιστικών οργανώσεων σε όλες τις συνοικίες της πόλης και ζητεί την εφαρμογή τακτικά εκεχειριών για την μεταφορά βοήθειας μέσα στην πόλη.
«Είναι αναμφισβήτητα μια από τις πιο καταστροφικές συγκρούσεις που έχουν γίνει ποτέ στην εποχή μας σε αστικό κέντρο» υπογραμμίζει ο Πέτερ Μάουρερ σε ανακοίνωσή του, στην οποία καταγγέλλει «το πόσο υπερβολικά υποφέρει» ο κόσμος στην πόλη αυτή.
Στο Χαλέπι, το οποίο είναι διαιρεμένο ανάμεσα στις συνοικίες που ελέγχουν οι αντάρτες στα ανατολικά και τις συνοικίες που ελέγχουν οι κυβερνητικές δυνάμεις στα δυτικά, η βία έχει κλιμακωθεί με εκατοντάδες νεκρούς, αδιευκρίνιστο αριθμό τραυματιών και δεκάδες ανθρώπους που έχουν εγκλωβιστεί εκεί χωρίς να έχουν καμία βοήθεια σε τρόφιμα ή άλλα είδη πρώτης ανάγκης, αναφέρει.
«Κανείς, πουθενά, δεν είναι ασφαλής. Οι βομβαρδισμοί είναι αδιάκοποι, τα σπίτια, τα σχολεία και τα νοσοκομεία βρίσκονται όλα στο στόχαστρο. Οι άνθρωποι ζουν υπό το κράτος του φόβου» σημειώνει.
«Τα παιδιά έχουν ψυχολογικά τραύματα. Ο κόσμος υποφέρει υπερβολικά» στην πόλη αυτή της Συρίας, συνεχίζει ο Πέτερ Μάουρερ καλώντας «όλες τις πλευρές να σταματήσουν τις καταστροφές και τις αδιάκριτες επιθέσεις, να σταματήσουν τη σφαγή».
Η κλιμάκωση των μαχών στην πόλη από τον Ιούλιο, όταν οι κυβερνητικές δυνάμεις έθεσαν υπό τον έλεγχό τους και την τελευταία οδική αρτηρία ανεφοδιασμού των ζωνών που ελέγχουν οι αντάρτες, έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία για την τύχη του 1,5 εκατομμυρίου των αμάχων που βρίσκονται μέσα στην πόλη, οι 240.000 από τους οποίους στις συνοικίες που ελέγχουν οι αντάρτες.
Οι υποδομές της πόλης έχουν υποστεί σημαντικές καταστροφές, γεγονός που έχει μειώσει σημαντικά τις δυνατότητες υδροδότησης και ηλεκτροδότησης στο Χαλέπι, σύμφωνα με την Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού.
«Εκτός από την άμεση απειλή των μαχών, η έλλειψη παροχής ουσιαστικών υπηρεσιών, όπως αυτές της υδροδότησης και της ηλεκτροδότησης, συνιστούν άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για περίπου δύο εκατομμύρια ανθρώπους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν πάρα πολύ μεγάλες δυσκολίες πρόσβασης σε βασικές ιατρικές υπηρεσίες» υπογραμμίζει ο Μάουρερ.
Η ΔΕΕΣ καλεί παράλληλα σε ανακοίνωσή της τις εμπόλεμες πλευρές να επιτρέψουν την πρόσβαση ανθρωπιστικών οργανώσεων σε όλες τις συνοικίες της πόλης και ζητεί την εφαρμογή τακτικά εκεχειριών για την μεταφορά βοήθειας μέσα στην πόλη.
ΒΗΜΑ