«Επικρίνω τον Ερντογάν πολύ συχνά, αλλά δεν ξεχνώ πόσο έχει βελτιώσει τη θέση της Τουρκίας από το 2002 και μετά την εκλογή του ως προέδρου» δηλώνει ο Ταλάτ Καμράν στη Deutsche Welle.
Όπως και ο Καμράν, που γεννήθηκε το 1959, μεγάλωσε στην Τουρκία και στη
συνέχεια σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στη Γερμανία το ίδιο νιώθουν πολλοί Τούρκοι της Γερμανία. Γι αυτούς ο Ερντογάν είναι ένας άνδρας που περιόρισε τη δύναμη του στρατού, έφερε οικονομική ανάπτυξη και προώθησε τον εκσυγχρονισμό και την αστικοποίηση.
Από το 1996 ως επικεφαλής του Ινστιτούτου Ενσωμάτωσης και Διεθρησκευτικού Διαλόγου στο Μάνχαϊμ ο Καμράν δραστηριοποιείται για την καλύτερη συνεννόηση ανάμεσα στους Μουσουλμάνους και τους Χριστιανούς, τους Γερμανούς και τους Τούρκους. Ο Καμράν επικρίνει τον προσωποποιημένο χαρακτήρα της δημόσιας συζήτησης και καλεί σε ψυχραιμία. «Δεν θεωρώ λανθασμένη τη γερμανική επικριτική προς τον Ερντογάν οπτική γωνία, αλλά δεν συμπεριλαμβάνει και την τουρκική προοπτική», επισημαίνει. Πολλοί, κυρίως νεαροί Τούρκοι, δεν θέλουν να ενισχύσουν τον Ερντογάν μόνο ως πρόσωπο, αλλά και να ταχθούν υπέρ του εκδημοκρατισμού της χώρας τους. «Αυτή η διαδικασία φυσικά δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά οι άνθρωποι θέλουν να προχωρήσει η ζωή τους και βλέπουν στον Ερντογάν τη ισχυρή προσωπικότητα», προσθέτει. «Ειδάλλως φοβούνται μήπως ζήσουν εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις όπως στο Ιράκ και τη Συρία». Ο Καμράν παραπέμπει στην τουρκική ιστορία από το πραξικόπημα του 1980. Και θυμίζει ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι εγκατέλειψαν τις φτωχές περιοχές της Ανατολίας και συσσωρεύτηκαν στις πόλεις βάζοντας αντίβαρο στις αστικές ελίτ. «Πολλοί Τούρκοι της Γερμανίας έχουν τις ρίζες τους στην Ανατολία. Γι αυτούς ο Ερντογάν είναι ένας από αυτούς».
Και πράγματι ο τούρκος πρόεδρος κατάγεται από απλή οικογένεια πιστών, όπως ακριβώς και η πρώτη γενιά των Τούρκων μεταναστών στη Γερμανία. Ο λόγος που η δεύτερη και τρίτη γενιά Τούρκων στηρίζει τον Ερντογάν οφείλεται στην οργή πολλών Τούρκων στον τρόπο που παρουσιάζουν τα γεγονότα τα γερμανικά ΜΜΕ. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Μπιλέντ Μπιλγκί, Γεν. Γραμματέας της Ένωσης Ευρωπαίων Τούρκων Δημοκρατιών, που διοργάνωσε τη διαδήλωση της περασμένης Κυριακής στην Κολωνία. «Τα γερμανικά ΜΜΕ επικεντρώθηκαν περισσότερο στο πραξικόπημα και την προοπτική ενός αποδυναμωμένου Ερντογάν αντί να εκθειάσουν τη νίκη της δημοκρατίας επί των πραξικοπηματιών».
«Γενιά Ερντογάν» είναι ο τίτλος βιβλίου της δημοσιογράφου Τσίνταμ Ακιόλ, στο οποίο αναλύει το κοινωνικό υπόβαθρο της χώρας. «Ο Ερντογάν έχει στο πλευρό του κυρίως σουνίτες Μουσουλμάνους, τη συντηρητική πλειοψηφία της χώρας». Και όταν την ρωτούν πως είναι δυνατόν να θεωρείται κάποιος καλός ότι απειλεί τον αντίπαλο και περιορίζει την ελευθερία του τύπου, τον καλεί να βγάλει τα γερμανικά γυαλιά» και να παρατηρήσει ότι μετά από 4 αποτυχημένα πραξικοπήματα η Τουρκία βιώνει μακρά περίοδο σταθερότητας. «Γι αυτό οι άνθρωποι του είναι ευγνώμονες. Παλαιότερα οι κοσμικοί υποβάθμιζαν τις γυναίκες με μαντίλα που καθάριζαν τουαλέτες των ελίτ. Επί Ερντογάν έχει αλλάξει». Η Ακιόλ προσθέτει ότι ο τούρκος πρόεδρος ξανάδωσε στους Τούρκους την εθνική υπερηφάνεια, κι αυτό έχει πολύ θετικό αντίκτυπο στο 1,5 εκ. Τούρκων της Γερμανίας.
Ο Λούντβιχ Σουλτς, ερευνητής στο Γερμανικό Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών του Βερολίνου επιβεβαιώνει ότι για πολλούς Τούρκους της Γερμανίας το αποτυχημένο πραξικόπημα φαντάζει ως επιτυχία της τουρκικής κοινωνίας και δημοκρατίας. Ο Σουλτς εκτιμά ότι η εθνική υπερηφάνεια και η υποστήριξη στο πρόσωπο του Ερντογάν που δείχνουν πολλοί τουρκικής καταγωγής οφείλεται στο ότι ενημερώνονται κυρίως από κυβερνητικά μέσα. Πάντως σε όλες τις συζητήσεις με τουρκολόγους αναφέρεται συνεχώς ότι δεν είναι όλοι οι Τούρκοι της Γερμανίας οπαδοί του Ερντογάν παρά το γεγονός ότι η Ένωση Ευρωπαίων Τούρκων Δημοκρατών θέλησε να δείξει στην Κολωνία ότι η πλειονότητα των Τούρκων υποστηρίζει τον τούρκο πρόεδρο. «Παρατηρείται ρήγμα στην τουρκική κοινωνία», είπε, τέλος, στο Focus ο πρόεδρος των Τουρκικών Κοινοτήτων Γκιεκάι Σοφούογλου. «Φιλίες χαλάνε και προβλήματα εμφανίζονται ακόμη και μέσα στις οικογένειες».