Τα πρόσωπα του αντιπροέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Τζο Μπάιντεν και του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι αποκαλυπτικά του κλίματος που επικράτησε, κατά τη συνάντησή τους στην Αγκυρα.
Με τη σύντομη επίσκεψη του αντιπροέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, οι υψηλοί τόνοι στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις πέφτουν «προσωρινά» και αφήνουν τη
θέση τους σε μηνύματα «αλληλοκατανόησης», «αλληλοσεβασμού» και συνεργασίας. Τουρκία και ΗΠΑ επαναλαμβάνουν την επιθυμία τους για στενή συνεργασία σε μια σειρά σημαντικών ζητημάτων. Παρά τα μεγάλα προβλήματα της τελευταίας περιόδου, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να δίνουν μεγάλη σημασία στην άποψη της τουρκικής πλευράς σε θέματα που αφορούν το μέλλον της περιοχής. Από την πλευρά της, η Αγκυρα παραμένει προσκολλημένη στα καθήκοντά της στη νατοϊκή συμμαχία και προβάλλει την άποψη ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να παρατήσουν την Τουρκία στην τύχη της σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία.
«Λυπάμαι που δεν κατάφερα να έρθω νωρίτερα, αμέσως μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία. Μακάρι ο Φετουλάχ Γκιουλέν να μη βρισκόταν στη χώρα μας». Προ ημερών, στην Αγκυρα, με αυτά τα λόγια, ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν επιχείρησε να καθησυχάσει την τουρκική κοινή γνώμη, η οποία εκφράζει όλο και περισσότερο προβληματισμό και καχυποψία για τη στάση που τηρούν οι ΗΠΑ και η Δύση στις σχέσεις τους με την Τουρκία. Ο κ. Μπάιντεν ξεκαθάρισε στην Αγκυρα ότι από τη σκοπιά της Δύσης, της νατοϊκής συμμαχίας και των ΗΠΑ, η Τουρκία παραμένει μια στρατηγικής σημασίας σύμμαχος, στη συνεργασία της οποίας βασίζονται πολλές χώρες του δυτικού κόσμου. Στο πλαίσια αυτής της οπτικής γωνίας, ο κ. Μπάιντεν έθεσε με την τουρκική πλευρά μια σειρά σημαντικών ζητημάτων. Στο ζήτημα της Συρίας, η αμερικανική πλευρά υπογράμμισε τη σημασία της συνεργασίας των δύο πλευρών, με βασική προϋπόθεση την τουρκική πλευρά να κατανοεί την προτεραιότητα της Ουάσιγκτον. Ο βασικός στόχος της αμερικανικής πλευράς είναι η αποδυνάμωση του Ισλαμικού Κράτους. Η εξουσία της οργάνωσης σε πόλεις της Συρίας και του Ιράκ πρέπει μια ώρα αρχύτερα να λάβει τέλος. Στο Ιράκ οι συμμαχικές δυνάμεις στρέφουν το βλέμμα τους στη Μοσούλη. Στη Συρία, η απομάκρυνση του «Χαλιφάτου» από Ράκα και Νταρ αλ Ζορ είναι ένα σοβαρό εγχείρημα, στο οποίο πρέπει να συμβάλουν όλες οι συμμαχικές δυνάμεις. Η Ουάσιγκτον επιθυμεί η Τουρκία να αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτά τα εγχειρήματα.
Δυσπιστία για τη Ρωσία
Από την άλλη, υπάρχει και το ζήτημα της εμπλοκής χωρών όπως η Ρωσία και το Ιράν στις κρίσεις της Μεσοποταμίας. Η Ουάσιγκτον δεν κρύβει τον προβληματισμό της απέναντι σε αυτή την εξέλιξη. Η αμερικανική πλευρά εκφράζει δυσπιστία ως προς τους πραγματικούς στόχους της Μόσχας και της Τεχεράνης. Επίσης, δεν βλέπει με καλό μάτι τα μηνύματα φιλίας που στέλνει η Μόσχα στην Αγκυρα. «Η νέα συνεργασία Τουρκίας – Ρωσίας δεν θα επισκιάσει την θέση της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ», είναι η κοινή συνισταμένη, στην οποία φαίνεται πως κατέληξαν οι δύο πλευρές στην Αγκυρα. Την ίδια στιγμή, οι δύο πλευρές συμφωνούν ως προς τη σημασία διευθέτησης σειράς σημαντικών ζητημάτων που αντιμετωπίζει η νατοϊκή συμμαχία. Το Κυπριακό είναι από αυτά τα ζητήματα, με την Ουάσιγκτον να υπογραμμίζει για μία ακόμη φορά τη σημασία της ομοσπονδιακής λύσης και την Αγκυρα να ζητεί από τη Λευκωσία να λάβει ιστορική πρωτοβουλία προς την κατεύθυνση της λύσης. Ο κ. Μπάιντεν υποστηρίζει την άποψη ότι ο διάλογος και η διευθέτηση του Κυπριακού με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ανοίγουν τον δρόμο για την ενεργειακή απεξάρτηση της Δύσης από τη Ρωσία.
Παραμένουν τα προβλήματα
Μπορεί στην Αγκυρα, ο κ. Μπάιντεν να κατάφερε να καλλιεργήσει το κατάλληλο έδαφος για να συζητήσει με την τουρκική πλευρά μια σειρά σημαντικών ζητημάτων, να εξασφάλισε μια προσωρινή «ανακωχή» στην αμερικανοτουρκική αναμέτρηση, όμως τα μεγάλα προβλήματα και ζητήματα που προέκυψαν το τελευταίο διάστημα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις παραμένουν επί τάπητος.
Στο ζήτημα του Φετουλάχ Γκιουλέν, η Αγκυρα επιμένει στις πάγιες θέσεις της και προχωρά ένα βήμα πιο πέρα. Διά στόματος του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ζητεί από την Ουάσιγκτον να προχωρήσει στην άμεση φυλάκιση του κ. Γκιουλέν. Ισχυρίζεται ότι η συμφωνία που υπέγραψαν οι δύο χώρες και η οποία αφορά την έκδοση καταζητούμενων πολιτών, ανοίγει τον δρόμο αυτομάτως για την επιστροφή του κ. Γκιουλέν στη χώρα του. Με διπλωματικές μανούβρες, ο κ. Μπάιντεν αποφεύγει να αναφερθεί σε αυτό το ενδεχόμενο και προβάλλει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.
Προβλήματα παρατηρούνται και στο ζήτημα της Συρίας. Παρά την υποστήριξη που παρείχε η ηγεσία του Μπαράκ Ομπάμα στο νέο τουρκικό εγχείρημα στην Τζαραμπλούς της Συρίας, η αμερικανική πλευρά δεν κρύβει τον προβληματισμό της απέναντι στις προθέσεις της τουρκικής πλευράς για τους Κούρδους. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», στην Αγκυρα η αμερικανική πλευρά επισήμανε σε υψηλούς τόνους στην τουρκική κυβέρνηση το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον αποδίδει σημασία στη συνεργασία των Κούρδων για την αντιμετώπιση της κρίσης της Συρίας. Ακόμη, η αμερικανική πλευρά ζητεί από την Αγκυρα να μην επιτεθεί στους Κούρδους στο βόρειο κομμάτι της Συρίας. Η τουρκική πλευρά δεν δεσμεύεται για κάτι τέτοιο.
Σαρωτικές εξελίξεις στο εσωτερικό
Λίγο μετά την εισβολή του τουρκικού στρατού στην Τζαραμπλούς, οι τουρκικές αρχές και οι έμπειροι αναλυτές προειδοποιούν για επικείμενα χτυπήματα του ISIS. Οι δυνάμεις ασφαλείας και οι μυστικές υπηρεσίες τρέχουν να προλάβουν τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας και εντατικοποιούν τα μέτρα ασφαλείας σε «ευαίσθητα» σημεία. Ο κόκκινος συναγερμός στον κρατικό μηχανισμό εσωτερικής ασφάλειας έρχεται μόλις λίγες ημέρες μετά το μεγάλο αιματοκύλισμα στο Αντεπ. Την ίδια ώρα συνεχίζεται η ένοπλη αντιπαράθεση στο κουρδικό ζήτημα. Στην ανατολική Τουρκία, δυνάμεις ασφαλείας και Κούρδοι αντάρτες ανταλλάσσουν πυρά και σκληρά λόγια. Από διάφορες κουρδικές επαρχίες φτάνουν ειδήσεις για νεκρούς και τραυματίες. Το κουρδικό κίνημα, με αφορμή τις εξελίξεις στην Συρίας, προειδοποιεί για την κλιμάκωση της έντασης σε ολόκληρη τη χώρα.
Την Πέμπτη ο ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρέθηκε στο στόχαστρο αγνώστων. Η αυτοκινητοπομπή που μετέφερε τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου δέχθηκε επίθεση στην επαρχία Αρτβιν του ανατολικού Πόντου. Σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών, πίσω από την επίθεση κρύβεται το κουρδικό κίνημα.
Τέλος, σε ολόκληρη τη χώρα συνεχίζονται οι επιχειρήσεις εντοπισμού μελών της Οργάνωσης Γκιουλέν. Μέχρι σήμερα, περίπου 50.000 πολίτες, δημόσιοι υπάλληλοι, ακαδημαϊκοί, διανοούμενοι και στρατιωτικοί έχουν οδηγηθεί στις φυλακές.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ