Του Χρήστου Χωμενίδη
Ας μην γελιόμαστε. Η έκπτωση της εγκυκλίου παιδείας στην Ελλάδα δεν ξεκίνησε επί Σύριζα.
Ο απόφοιτος του παλιού εξαταξίου Γυμνασίου, ο γεννημένος στις αρχές του 20ου
αιώνα, μπορούσε να σταδιοδρομήσει λαμπρά στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Κι εκείνος ωστόσο που είχε μαθητεύσει σε κάποια τεχνική σχολή -λειτουργούσαν μπόλικες- και είχε βγει μάστορας, διέθετε όλες τις βάσεις για να εξελιχθεί με τα χρόνια και με τη δουλειά σε βιοτέχνη ή επικεφαλής συνεργείου.
Όσο δε για τους πτυχιούχους Πανεπιστημίου, εκείνοι αποτελούσαν εξ ορισμού την ηγέτιδα τάξη. Τον αφρό. Τα γράμματα έστεκαν στην κλίμακα αξιών της ελληνικής κοινωνίας ψηλότερα από τα κληρονομημένα χρήματα. Ένας γιατρός, ένας γεωπόνος διέθεταν ασύγκριτα μεγαλύτερο κύρος από τον ανεκπαίδευτο γόνο κάποιου κτηματία.
Η παιδεία εξάλλου δεν εκπορευόταν αποκλειστικά από τα σχολεία. Θυμάμαι ως παιδί παππούδες να ξεκοκαλίζουν την εφημερίδα -ξεκινώντας από τα χρονογραφήματα του Ψαθά και τις επιφυλλίδες του Πλωρίτη-, γιαγιάδες να χειρίζονται μαεστρικά τη γλώσσα, αρδεύοντας απ’ την προφορική παράδοση μα και από τα εκκλησιαστικά κείμενα.
Ήταν οι Έλληνες τότε ιδιαιτέρως μορφωμένοι; Όχι. Πίστευαν όμως ακράδαντα πως μόνο μέσα από τη μόρφωση θα ξέφευγαν τα παιδιά τους από τη φτώχεια και από τη μιζέρια. Για αυτό και αγόγγυστα προέβαιναν και στις αιματηρότερες θυσίες για να τους την προσφέρουν.
Αυτήν ακριβώς την ευγενή αδυναμία εκμεταλλεύτηκαν τα κόμματα, κυρίως κατά τη Μεταπολίτευση.
Εάν το πανεπιστήμιο αποτελεί τον διακαή πόθο των ψηφοφόρων, τι κάνεις ως λαϊκιστής πολιτικός; Ιδρύεις περισσότερα πανεπιστήμια. Εγκαινιάζεις σχολές παντού, σε κάθε σχεδόν πόλη και κωμόπολη. Χαμηλώνεις στο μη παρέκει τις προδιαγραφές λειτουργίας τους, αγνοείς τις δυνατότητες της κοινωνίας να απορροφήσει παραγωγικά τους αποφοίτους.
Το ζητούμενο είναι -με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των Πανελλαδικών Εξετάσεων- γονείς και παιδιά να γιορτάσουν, στο σύνολό τους σχεδόν, την επιτυχία. Παράλληλα δε να ψωμιστούν από την εκπαιδευτική διαδικασία οι ευρύτερες δυνατόν και οι πιό ετερόκλητες κατηγορίες του πληθυσμού. Απ’ τους προγυμναστές που παραδίδουν ιδιαίτερα μαθήματα μέχρι τους ιδιοκτήτες μικρών διαμερισμάτων και φαστφουντάδικων πέριξ των ΑΕΙ και των ΤΕΙ. Κάθε Σεπτέμβριο να παρατηρείται στην Ελλάδα ένα τσουνάμι εσωτερικής μετανάστευσης. Μαμάδες με κανακάρηδες και μοσχοθυγατέρες να επιπλώνουν γκαρσονιέρες, εκατοντάδες ενίοτε χιλιόμετρα μακριά από την οικογενειακή εστία. Κατόχους διδακτορικών να διορίζονται με συνοπτικές διαδικασίες καθηγητές ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες. Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελά;
Εάν οι βαθμοί στο Λύκειο μετρούν για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τι κάνεις για να μην έχεις παράπονα; Τους υπερπληθωρίζεις. Κανείς να μην τελειώνει με απολυτήριο κάτω από 17. Το σχολείο σταδιακά μετατρέπεται σε πάρκινγκ παιδιών κατά τις πρωινές ώρες. Υπάρχει, έτσι κι αλλιώς, το φροντιστήριο όπου διδάσκονται οι τεχνικές αποστήθισης, όπου μαθαίνουν τα παιδιά να “φωτογραφίζουν” τα βιβλία της Ιστορίας και να επιχειρηματολογούν ως υβρίδια του Παπανούτσου για το μάθημα της Έκθεσης. Φτιάχνεις έτσι μια μέση εκπαίδευση με δυό πόδια: Το ένα, δωρεάν και διακοσμητικό σχεδόν. Το άλλο ακριβοπληρωμένο και χρησιμοθηρικό. Ουδείς σε αποδοκιμάζει εγκαίρως. Και για τους αποφοίτους, άλλωστε, Λυκείου παραμένει η λύση του διορισμού στο ευρύτερο δημόσιο με την ευγενική μεσολάβηση κάποιου βουλευτή.
Έρχεται το 2010. Το κράτος χρεοκοπεί. Η ανεργία εκτινάσσεται. Μια Αριστερά της ήσσονος προσπάθειας, εντελώς άσχετη με την Αριστερά του Δημήτρη Γληνού αλλά και του Γρηγόρη Φαράκου -“πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στους αγώνες”-, μια Αριστερά που απεχθάνεται την παραγωγικότητα και αποτάσσεται τον ανταγωνισμό βρίσκεται στην κυβέρνηση. Ποιά η μέριμνά της; Να ευχαριστήσει το πόπολο, ακόμα και μοιράζοντας χάντρες και καθρεφτάκια. Εάν είχε εφαρμοστεί το βαρουφάκειο “plan b”, θα τύπωνε λεφτά χωρίς αντίκρυσμα. Τώρα προαναγγέλλει απλώς την κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων, ώστε να μη μείνει κανείς παραπονεμένος, στερούμενος πτυχίου. Πώς θα σταδιοδρομήσουν οι λεγεώνες των πτυχιούχων; Ας βρει ο καθένας τους την άκρη του.
“Ας βρει ο καθένας τους την άκρη του”. Εκεί ακριβώς έγκειται η ύπουλα αριστοκρατική αντίληψη που προωθεί στα μουλωχτά η νυν κυβέρνηση.
Το παιδί του πλούσιου, το παιδί του Ολυμπιονίκη, και το παιδί ακόμα του αριστερού ηγέτη, θα φοιτήσει σε ένα καλό ιδιωτικό σχολείο. Θα συνεχίσει έπειτα σε κάποιο ξένο πανεπιστήμιο. Για το παιδί αυτό κατ’ εξοχήν υπάρχει η έννοια της αριστείας. Στοιχίζει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ ή δολλάρια, διαθέτει όμως διεθνείς προδιαγραφές.
Το παιδί του φτωχού; Εκείνο θα πρέπει να αρκεστεί σε μια καταρρέουσα δημόσια εκπαίδευση που δεν αξιοποιεί τις κλίσεις του, που δεν το προικίζει με καμιά σχεδόν δεξιότητα. Ώστε να εξαρτάται απολύτως η επαγγελματική του “τακτοποίηση” από κάποιο πολιτικό μέσο. Στο παιδί του φτωχού απευθύνεται ως παρηγοριά ο λόγος που καταδικάζει την αριστεία και χλευάζει την καριέρα. Μπορεί να είμαστε ανέστιοι και πένητες, έχουμε όμως τις ιδέες μας: Τον ήλιο και το τσίπουρο.
Η παιδεία παντού και πάντα ήταν ταξική. Σήμερα, στην Ελλάδα, περισσότερο παρά ποτέ.
* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας
CAPITAL