Το δικαστήριο είχε αποφανθεί ομόφωνα ότι το κλητήριο θέσπισμα είναι άκυρο, καθώς δεν διευκρινιζόταν εάν ο Στ. Ψυχάρης είχε τελέσει το αδίκημα της παράβασης του νόμου για τις δηλώσεις του «πόθεν έσχες» από δόλο ή από αμέλεια.
Μετά την εξέλιξη αυτή η υπόθεση επέστρεψε στην εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, προκειμένου να προσδιοριστεί επακριβώς η υποκειμενική υπόσταση των πράξεων που αποδίδονται στον επικεφαλής του ΔΟΛ. Με την αναίρεση που άσκησε η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου υποστηρίζει ότι το δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα τις σχετικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα και του νόμου 3213/2003 περί δηλώσεων πόθεν έσχες, αλλά και εσφαλμένα ακύρωσε το κλητήριο θέσπισμα.
Με μια περίεργη, τουλάχιστον, νομική ερμηνεία η κ. Δημητρίου υποστηρίζει ότι η ποινική νομοθεσία δεν χρειάζεται να αναφέρει ρητά ότι η πράξη τελέστηκε από πρόθεση, γιατί όταν δεν αναφέρεται η μορφή της υπαιτιότητας στο σχετικό αδίκημα, είναι σαφές ότι υπάρχει κατηγορία από δόλο ή από πρόθεση! Η αναίρεση της κυρίας Δημητρίου θα εισαχθεί στο Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου για να κριθεί τελικά.
Σημειώνεται ότι λίγο πριν αναλάβει τη θέση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου η κ. Δημητρίου είχε ασκήσει αναίρεση και κατά του απαλλακτικού βουλεύματος για τον επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ κ. Γεωργίου. Ετσι, καλείται να δικαστεί με την κατηγορία ότι πλαστογράφησε τα στατιστικά στοιχεία για να μπεί η χώρα στα μνημόνιο.