Tου Satyajit Das
Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε που μια ξαφνική πτώση του κινεζικού γουάν κατά 1,9% ταρακούνησε τις παγκόσμιες αγορές και πυροδότησε φόβους για έναν
παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο. Η Κίνα έχει σε μεγάλο βαθμό περιορίσει τη νευρικότητα έκτοτε, μετριάζοντας τις απώλειες του γουάν. Αλλά αυτό που πρέπει κανείς να βάλει καλά στο μυαλό του είναι πως κανείς -ούτε καν η Κίνα, η οποία αναμφισβήτητα στήριξε την άνοδό της, τουλάχιστον εν μέρει, στο τεχνητά πιεσμένο γουάν- δεν θα μπορούσε να κερδίσει σήμερα έναν πραγματικό νομισματικό πόλεμο.
Φυσικά, ο πειρασμός να αποκτήσει κανείς πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του με ένα φθηνότερο νόμισμα δεν έχει μειωθεί. Καταρχάς, η υποτίμηση υπόσχεται και καταφέρνει να ενισχύσει τις εξαγωγές καθιστώντας τες λιγότερο ακριβές. Παράλληλα, όταν μια χώρα έχει σημαντικό εξωτερικό δανεισμό στο δικό της νόμισμα, ένα ασθενέστερο νόμισμα λειτουργεί ως μηχανισμός για μεταφορά πλούτου από ξένους αποταμιευτές, καθώς η αξία των τίτλων που διακρατούν μειώνεται σε όρους δολαρίου. Η υποτίμηση μπορεί επίσης να τονώσει τον πληθωρισμό καθώς το υψηλότερο κόστος των εισαγόμενων προϊόντων ωθεί το επίπεδο των τιμών.
Τα τελευταία χρόνια, οι κυβερνήσεις αποφεύγουν να παρεμβαίνουν άμεσα στις αγορές συναλλάγματος, προτιμώντας τη χρήση νομισματικής πολιτικής για να βοηθήσουν να μειωθεί η αξία των νομισμάτων τους. Οι πολιτικές αυτές –πιο εμφανείς στην Ιαπωνία και την Ευρώπη- έχουν υποτιθέμενο σκοπό να τονώσουν τη ζήτηση. Αλλά τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις φάνηκαν διστακτικά στο να δανειστούν περισσότερο για να χρηματοδοτήσουν την κατανάλωση ή τις επενδύσεις. Αντ ‘αυτού, οι χαμηλές και σε ορισμένες περιπτώσεις αρνητικές τιμές έχουν υπηρετήσει τη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους και, με την ενθάρρυνση της φυγής κεφαλαίων, τη δημιουργία πιέσεων στο νόμισμα.
Δεν είναι σαφές, ωστόσο, ότι αυτή η στρατηγική της σιωπηρής υποτίμησης μπορεί να επιτύχει οποιαδήποτε ευρύτερα οφέλη. Καταρχάς, ένα ασθενέστερο νόμισμα δεν εγγυάται πλέον την αύξηση των εξαγωγών. Η εξωτερική ζήτηση παραμένει υποτονική, λόγω της επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης. Η ανάπτυξη του εμπορίου έχει επιβραδυνθεί απότομα από το 2014.
Επιπρόσθετα, η πολυπλοκότητα των σημερινών παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού, με την παραγωγή να εξαπλώνεται σε πολλές χώρες, υπονομεύει τα πλεονεκτήματα ενός αποδυναμωμένου νομίσματος. Όταν το γεν ήταν ισχυρό, οι Ιάπωνες κατασκευαστές αυτοκινήτων μετέφεραν τις μονάδες τους σε φθηνότερες περιοχές στο εξωτερικό και δεν πρόκειται να μετακινήσουν αυτά τα εργοστάσια πίσω στο σπίτι μέχρις ότου πειστούν ότι το γεν δεν πρόκειται να ενισχυθεί και πάλι. Πρόσφατες εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν ότι η πτώση των νομισμάτων ήταν μόνο κατά το ήμισυ αποτελεσματική ως προς την αύξηση των εξαγωγών μεταξύ του 2004 και του 2012 σε σύγκριση με τα προηγούμενα οκτώ χρόνια.
Επίσης, σε πολλές χώρες, οι εξαγωγές έχουν πολύ μικρότερη σημασία από ό,τι στο παρελθόν. Οι ΗΠΑ ειδικότερα είναι σχετικά αυτόνομες, με τις εισαγωγές και τις εξαγωγές να αντιπροσωπεύουν από κοινού περίπου το 20% του ΑΕΠ. Ενώ η Ευρώπη είναι περισσότερο εκτεθειμένη στο εμπόριο, το μεγαλύτερο μέρος του λαμβάνει χώρας εντός της ζώνης ελευθέρων συναλλαγών, όπου πολλά έθνη μοιράζονται ένα ενιαίο νόμισμα. Η εξωτερική έκθεση της Κίνας είναι περίπλοκη, δεδομένου ότι σήμερα λειτουργεί κυρίως ως κόμβος κατασκευής ή συναρμολόγησης, χρησιμοποιώντας το εργατικό δυναμικό της για τη μετατροπή των εισαγόμενων εξαρτημάτων σε ενδιάμεσα ή τελικά προϊόντα. Συνεπώς, ένα ασθενέστερο γουάν έχει μικρότερο αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα από ό, τι στο παρελθόν.
Βασικοί τομείς όπως η προηγμένη μεταποίηση, οι τεχνολογίες της πληροφορίας, τα φαρμακευτικά προϊόντα και η ψυχαγωγία είναι λιγότερο πιθανό να επηρεαστούν από διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε πνευματική ιδιοκτησία, του περιορισμένου ανταγωνισμού και της επικράτησης μακροπρόθεσμων συμβάσεων. Οι υπηρεσίες, οι οποίες παίζουν έναν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στην Κίνα και αλλού, είναι ως επί το πλείστον τοπικές: Μία στις τέσσερις θέσεις εργασίας στον μεταποιητικό κλάδο των ΗΠΑ συνδέεται με το εμπόριο, ενώ μόνο το 6% των θέσεων εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών επηρεάζονται κατά παρόμοιο τρόπο.
Και οι χώρες έχουν απλά αποκτήσει καλύτερη άμυνα απέναντι σε τεχνητά φθηνότερα αγαθά. Έχουν πλέον αναπτύξει μια σειρά από συγκαλυμμένους εμπορικούς περιορισμούς, από τις εξαιρετικά περιοριστικές πολιτικές προμηθειών έως τοπικές διατάξεις που ευνοούν τους εθνικούς προμηθευτές. Πολλές χώρες προσφέρουν επιδοτήσεις και προνομιακή χρηματοδότηση στους εγχώριους κατασκευαστές. Το 2015, ο αριθμός των μέτρων διακριτικής μεταχείρισης που εισήγαγαν οι κυβερνήσεις αυξήθηκε 50% από το προηγούμενο έτος, με τις χώρες της G20 να αντιπροσωπεύουν ποσοστό άνω του 80%.
Τέλος, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι και άλλοι παράγοντες μπορεί να αντισταθμίσουν τυχόν πλεονεκτήματα που αποκτώνται από την υποτίμηση. Η μεταβλητότητα των τιμών συναλλάγματος και η αβεβαιότητα τείνουν να αποθαρρύνουν τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις των επιχειρήσεων. Ένα ασθενέστερο νόμισμα μειώνει επίσης την αγοραστική δύναμη των πολιτών. Το ευρώ έχει χάσει πάνω από το 30% της αξίας του έναντι του δολαρίου από το 2011, εξέλιξη που ουσιαστικά περιόρισε το εισόδημα και τον πλούτο των καταναλωτών της ζώνης του ευρώ. Οι Αυστραλοί, που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές, έχουν χάσει ένα παρόμοιο ποσό της αγοραστικής τους δύναμης. Σε συνδυασμό με τη στασιμότητα των εισοδημάτων, αυτό καταφέρνει μόνο να “ψαλιδίσει” περαιτέρω την παγκόσμια ζήτηση.
Ένας νομισματικός πόλεμος μπορεί να κερδηθεί μόνο αν μια και μόνο χώρα καταφύγει σε υποτίμηση. Εξ ορισμού δεν γίνεται κάθε έθνος να απολαμβάνει ταυτόχρονα το φθηνότερο νόμισμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι χώρες δεν θα προσπαθήσουν να αποκτήσουν πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους. Αλλά οι πιθανότητές επιτυχίας είναι πιο χαμηλές από ποτέ.
capitalgr