Μια χούφτα μεγάλων παγκόσμιων εταιρειών λεηλατεί συστηματικά τον ορυκτό πλούτο της αφρικανικής ηπείρου αφήνοντας πίσω την καταστροφή στο όνομα
των «επενδύσεων», της «ανάπτυξης» και του «ελεύθερου εμπορίου».
Πρόκειται για εταιρείες που υποστηρίζονται ολοκληρωτικά από τον πιο πιστό υπηρέτη του κεφαλαίου, την κυβέρνηση της Βρετανίας.
«Η Αφρική αντιμετωπίζει μια νέα και καταστροφική αποικιοκρατική εισβολή που καθοδηγείται από μια αποφασιστικότητα για τη λεηλάτηση των φυσικών πόρων της ηπείρου – ιδιαίτερα των στρατηγικών πόρων της ενέργειας και των ορυκτών».
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα μιας νέας έκθεσης της οργάνωσης War on Want με τίτλο «Η νέα αποικιοκρατία: ο αγώνας της Βρετανίας για τους ενεργειακούς και ορυκτούς πόρους της Αφρικής».
Η έκθεση αποκαλύπτει τον βαθμό στον οποίο οι βρετανικές εταιρείες ελέγχουν πλέον τους ορυκτούς πόρους της Αφρικής, κυρίως τον χρυσό, την πλατίνα, τα διαμάντια, τον χαλκό, το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα.
Οπως προκύπτει, 101 εταιρείες που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών του Λονδίνου (LSE) -οι περισσότερες από αυτές βρετανικές- έχουν εξορυκτικές εργασίες σε 37 χώρες της Αφρικής νοτίως της Σαχάρας και από κοινού ελέγχουν πάνω από χίλια δισεκατομμύρια δολάρια που αξίζουν οι πιο πολύτιμοι πόροι της Αφρικής.
Η βρετανική κυβέρνηση (και των Εργατικών και των Συντηρητικών) έχει χρησιμοποιήσει τη δύναμη και την επιρροή της για να εξασφαλίσει ότι οι βρετανικές εξορυκτικές εταιρείες θα έχουν πρόσβαση στις πρώτες ύλες της Αφρικής μέσω μιας… περιστρεφόμενης πόρτας ανάμεσα στο πολιτικό κατεστημένο και τις βρετανικές εταιρείες εξόρυξης, με τουλάχιστον πέντε Βρετανούς κυβερνητικούς αξιωματούχους να έχουν αναλάβει θέσεις στα διοικητικά συμβούλια των εταιρειών εξόρυξης που δραστηριοποιούνται στην Αφρική.
Με την ευλογία των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, η μόχλευση της Βρετανίας έναντι των πολιτικών και οικονομικών συστημάτων της Αφρικής έχει οδηγήσει την εταιρεία Glencore να έχει έσοδα δεκαπλάσια του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της Ζάμπια.
Η έκθεση επισημαίνει τον ρόλο που διαδραματίζουν μεγάλες εταιρείες, όπως η Rio Tinto, η Glencore και η Vedanta. Με ενέργειες που κυμαίνονται από τον εκτοπισμό ανθρώπων και δολοφονίες έως τις παραβιάσεις των εργασιακών δικαιωμάτων, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και τις φορολογικές παρακάμψεις, η Αφρική φαίνεται να έχει καταστεί μια ελεύθερη ζώνη ασυδοσίας.
Θεωρητικά, οι αφρικανικές χώρες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τη φορολόγηση των εταιρειών.
Ωστόσο, οι ξένες εταιρείες πληρώνουν ελάχιστα προς αυτές και μπορούν εύκολα να αποφύγουν την καταβολή φόρων, είτε με τη χρήση των φορολογικών παραδείσων είτε επειδή έχουν δοθεί μεγάλα φορολογικά κίνητρα από τις αφρικανικές κυβερνήσεις – ή συχνά και από τα δύο μαζί.
Και όταν οι εταιρείες εξάγουν τα ορυκτά, οι κυβερνήσεις συνήθως δεν κερδίζουν τίποτα, καθώς επωφελούνται από τις εξαγωγές μόνο όταν υπάρχει φόρος σε αυτές, όμως στην Αφρική δεν υπάρχει σχεδόν κανένας τέτοιος φόρος.
Μία από τις περιπτώσεις που μελετάται στην έκθεση είναι η αρπαγή του φυσικού αερίου και του πετρελαίου στη μαροκινή κατεχόμενη Δυτική Σαχάρα. Το Μαρόκο έχει καταλάβει μεγάλο μέρος της Δυτικής Σαχάρας από το 1975.
Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού έχει εκδιωχθεί, με ένα μεγάλο τμήμα του να βρίσκεται σε στρατόπεδα στην έρημο της Αλγερίας, όπου εξακολουθούν να ζουν 165.000 πρόσφυγες.
Η κατοχή από το Μαρόκο αποτελεί κατάφωρη περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου, το οποίο παραχωρεί στον λαό των Σαχραουί το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και στην ελεύθερη εκμετάλλευση των πόρων του.
Πάνω από 100 ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών καλούν για αυτό το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, αλλά οι προσπάθειες των Ηνωμένων Εθνών για τη διευθέτηση της σύγκρουσης με τη βοήθεια ενός δημοψηφίσματος ματαιώθηκαν από το Μαρόκο.
Το Διεθνές Δικαστήριο έχει δηλώσει ότι δεν υπάρχουν δεσμοί κυριαρχίας μεταξύ του Μαρόκου και της Δυτικής Σαχάρας και κανένα κράτος στον κόσμο δεν αναγνωρίζει την αυτοαποκαλούμενη κυριαρχία του Μαρόκου επί του εδάφους της Δυτικής Σαχάρας.
Παρά το γεγονός αυτό, έξι βρετανικές ή και εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών του Λονδίνου (LSE) εταιρείες έχουν λάβει άδειες από τη μαροκινή κυβέρνηση για να εξερευνήσουν την περιοχή για πόρους πετρελαίου και φυσικού αερίου, γεγονός που τις καθιστά συνένοχες στην παράνομη και βίαιη κατάληψη της Δυτικής Σαχάρας.
Η Cairn Energy, με έδρα το Εδιμβούργο και εισηγμένη στο LSE, είναι μια τέτοια εταιρεία. Είναι μέρος μιας κοινοπραξίας με επικεφαλής την αμερικανική εταιρεία Kosmos Energy, που τον Δεκέμβριο του 2014 έγινε η πρώτη που προχώρησε σε γεώτρηση και στην ανακάλυψη πετρελαίου στα ανοικτά των ακτών της Δυτικής Σαχάρας.
Κατά μια εντυπωσιακή σύμπτωση, ο πρώην διευθυντής της Βρετανικής Μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, MI6, σερ Ρίτσαρντ Ντίαρλοβ, υπήρξε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Kosmos από το 2012.
Καταπίεση και καταστολή
Οι κάτοικοι της Σαχάρας έχουν διαμαρτυρηθεί επανειλημμένα ενάντια στις ερευνητικές δραστηριότητες των πετρελαϊκών εταιρειών στη Δυτική Σαχάρα, αλλά με τη σύναψη συμφωνιών με τη μαροκινή κυβέρνηση, οι πετρελαϊκές εταιρείες, όπως η Cairn, υπονομεύουν ευθέως το δικαίωμα των κατοίκων της Σαχάρας για τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την αυτοδιάθεση.
Και οι ισχυρισμοί της Cairn ότι είναι υπέρ των ανθρώπινων δικαιωμάτων συμβιβάζονται δύσκολα με τις δραστηριότητες του Μαρόκου στη Δυτική Σαχάρα, όπου τα βασικά δικαιώματα και οι ελευθερίες συνήθως καταστέλλονται από τις ίδιες αρχές που έχουν δώσει «δικαιώματα» στις πετρελαϊκές εταιρείες να δραστηριοποιούνται.
Σε απάντηση των πορισμάτων της έκθεσης, η War on Want πιστεύει ότι οι βρετανικές εταιρείες θα πρέπει να θεωρηθούν υπεύθυνες για τη συμπεριφορά τους στην Αφρική και ότι η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θα πρέπει να λογοδοτήσει για τη συνενοχή της σε αυτή τη λεηλασία.
Δεδομένου ότι κάτι τέτοιο είναι σχεδόν απίθανο να συμβεί, η αφρικανική ήπειρος θα εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με μια νέα αποικιοκρατική εισβολή, όχι λιγότερο καταστροφική σε κλίμακα και σε αντίκτυπο από αυτήν που υπέστη κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε τον καταλυτικό ρόλο της βρετανικής κυβέρνησης όσον αφορά τον ιδιωτικό τομέα, ανεξάρτητα από τις τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις στους ανθρώπους, τις κοινότητες και το περιβάλλον.
Ας μην ξεχνάμε ότι στον καπιταλισμό ο ρόλος του κράτους είναι, πρώτα απ’ όλα, να εξασφαλίζει τα συμφέροντα του ιδιωτικού κεφαλαίου.