Το stress tests δεν αναμένεται να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών στο τρπαεζικό σύστημα της ευρωζώνης, όπως σημειώνει η Citigroup σε σημερινό της
Όπως επισημαίνει, πολλοί οικονομολόγοι τονίζουν ότι υπάρχουν πολλάερωτηματικά σχετικά με την μεθοδολογία των τεστ και των στοιχείων στα οποία βασίστηκαν. Σε σύγκριση με τα πραγματικά οικονομικά σοκ, όπως η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008-09, οι υποθέσεις του δυσμενούς σεναρίου είναι σχετικά ήπιες. Οι αρχές δεν εξέτασαν τις τρέχουσες αποτιμήσεις των assets, ούτε ανέλυσαν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της χαμηλής κερδοφορίας.
Επίσης, δεν αποτιμήθηκε ο αντίκτυπος των παρατεταμένα αρνητικών επιτοκίων της ΕΚΤ στα κεφάλαια των τραπεζών, ούτε ήταν η επίδραση των γεγονότων, όπως Brexit. Δεν υπήρχαν προσομοιώσεις διαγραφής δημόσιου χρέους ή bail-ins junior ομολόγων άλλων τραπεζών. Επιπλέον, σε αντίθεση με το 2014, τα stress tests δεν συνοδεύονται από αξιολόγηση της ποιότητας του ενεργητικού, η οποία θα μπορούσε να έχει επηρεάσει σημαντικά τις τρέχουσες αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων, ιδιαίτερα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Όπως τονίζει η Citi, έτσι είναι απίθανο να αποκαταστήσουν πλήρως η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις τράπεζες της Ευρωζώνης. Ωστόσο, στην θετική πλευρά, η ΕΒΑ δημιουργεί μέσω των stress tests αυτών μία μεγάλη βάση δεδομένων για τους ισολογισμούς των τραπεζών, επιτρέποντας έτσι στους αναλυτές να διεξάγουν τα δικά τους τεστ αντοχής. Αυτά είναι πιθανό να οδηγήσουν σε μια σειρά από εκτιμήσεις για τις κεφαλαιακές ανάγκες στο τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης.