Του Γ. Αγγέλη
Το κομβικό στοιχείο στο οποίο μέχρι στιγμής “σκόνταφτε” η υπόθεση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους “δεν είναι το πώς ο ESM θα δανείσει με
νέους ευνοϊκότερους όρους το ελληνικό Δημόσιο, αλλά το πώς ο ESM θα αλλάξει τον τρόπο που ο ίδιος δανείζεται, για να μπορέσει να δανείσει την Ελλάδα…”.
Αυτή είναι η μεγάλη αλλαγή που πρέπει να προηγηθεί για να συγκροτηθεί στην τελική μορφή του το μοντέλο σύμφωνα με το οποίο θα “τρέξει” η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Όπως εξηγούν υπηρεσιακοί παράγοντες της Κομισιόν και του ESM στους οποίους απευθύνθηκε το “Κ” εν όψει της συνάντησης του EWG τη Δευτέρα, ο όρος αυτός είναι καθοριστικός γιατί η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους σύμφωνα με τις ισχύουσες αποφάσεις πρέπει να διασφαλίσει ότι δεν θα κοστίσει ούτε ένα ευρώ περισσότερο στους δανειστές.
Δηλαδή στον ESM (140 δισ. ευρώ) και στις χώρες της Ε.Ε. που έχουν χρηματοδοτήσει το πρώτο διακρατικό δάνειο (GLF – 52,9 δισ. ευρώ).
Σ’ αυτόν τον γόρδιο δεσμό, που τεχνικά επιχειρείται να λυθεί μέσω”σύνθετων” παράγωγων προϊόντων, ήρθε να προστεθεί η εμπλοκή από πλευράς Κομισιόν εξαιτίας της τροπής που έχει πάρει η δίωξη του τέως επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, κ. Γεωργίου.
Πληροφορίες του “Κ” αναφέρουν ότι αυτή την εβδομάδα και οπωσδήποτε πριν από τη συνάντηση του EWG τη Δευτέρα, οι υπηρεσίες του ESM θα έπρεπε να έχουν καταθέσει στους ενδιαφερομένους το σχέδιο για το πρώτο –το αποκαλούμενο και βραχυπρόθεσμο– σκέλος της αναδιάρθρωσης.
Η κατάθεση όμως δεν είχε γίνει, τουλάχιστον μέχρι προχθές.
Και η αιτία, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, εμφανίζεται να συσχετίζεται με τις αντιδράσεις που έχουν δημιουργηθεί στις Βρυξέλλες για την υπόθεση της δίωξης Γεωργίου όσον αφορά την αξιοπιστία των στοιχείων που αφορούσαν τα ελλείμματα Γενικής και Κεντρικής Κυβέρνησης από το 2009 και μετά και τα οποία προσδιορίζουν τα χαρακτηριστικά του προς αναδιάρθρωση χρέους.
Το σχέδιο του ESM
Ο σχεδιασμός του ESM για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους κινείται σεδύο κατευθύνσεις.
Η μία αφορά την επιμήκυνση της διάρκειας του χρέους για τουλάχιστον μία επιπλέον 20ετία. Η άλλη αφορά τη διασφάλιση της σταθερότητας του επιτοκίου εξυπηρέτησης του χρέους για τη διάρκεια αυτή, σε πολύ χαμηλά επίπεδα, κοντά στα σημερινά.
Για να εξασφαλίσει ο ESM αυτή τη σταθερότητα στο κόστος εξυπηρέτησης χωρίς να υποστεί ζημία (αν αλλάξουν στο μεταξύ τα επιτόκια) θα πρέπει να αλλάξει και να προσαρμόσει και τον δικό του τρόπο χρηματοδότησης καθώς σήμερα δανείζεται με σχεδόν μηδενικό ή και αρνητικό επιτόκιο, αλλά για μεσοβραχυπρόθεσμες διάρκειες.
Αν ο ESM αλλάξει τις διάρκειες δανεισμού του αλλάζει και το εύρος του ρίσκου που αναλαμβάνει. Και κατά συνέπεια θα επιβαρύνει το κόστος δανεισμού του, λόγω της επίδρασης που αυτό θα έχει στην αξιολόγησή του από τους οίκους αξιολόγησης.
Αυτή η “ανατροπή” στον τρόπο δανεισμού μπορεί να γίνει, είτε με την έγκριση από τις χώρες-μέλη της Ευρωζώνης (πιθανότητα που έχει ήδη αποκλεισθεί), είτε με τη χρήση σύνθετων παράγωγων προϊόντων που θα εξασφαλίζουν τις αλλαγές στο κόστος δανεισμού.
Αυτή η επιλογή όμως έχει τα δικά της προβλήματα καθώς μπορούν μεν να γίνουν τέτοια συμβόλαια, αλλά δεν μπορούν να καλύψουν εφάπαξ και εξαρχής τόσο μεγάλα ποσά. Πολύ περισσότερο που στην αναδιάρθρωση ο ESM πρέπει να εντάξει και το διακρατικό δάνειο (GLF).
Στο σημείο αυτό μπαίνουν και οι διεθνείς επενδυτικές τράπεζες οι οποίες μπορούν να εμπλακούν σε συμβάσεις τόσο μεγάλων όγκων παράγωγων (futures) προϊόντων. Η πρώτη συνέπεια αυτού είναι ότι η αναδιάρθρωση θα πρέπει να “τεμαχισθεί” και να καλύπτεται με εκδόσεις τίτλων από τον ESM πουνα μπορεί να τις απορροφά η αγορά χωρίς αυτό να επιβαρύνει το τελικό κόστος.
Εδώ η ισορροπία μεταξύ εκδόσεων ESM και δυνατότητας απορρόφησης από τις αγορές είναι εξαιρετικά ευαίσθητη λόγω της διεθνούς συγκυρίας.
Αυτή η “ρύθμιση” αποτελούσε τον πυρήνα της συμφωνίας για το βραχυπρόθεσμο σκέλος αναδιάρθρωσης και είναι εξαιρετικά δύσκολη καθώς υποχρεώνει τον ESΜ σε αλλαγή του τρόπου δανεισμού του…
Υπόθεση Γεωργίου
Μέσα σ’ αυτή την εξαιρετικά… λεπτή ισορροπία, όπου η κάθε κίνηση “μετριόταν” από τα στελέχη του ESM πολλές φορές για να μπορεί να περάσει από το βέτο του Βερολίνου, “έσκασε” η υπόθεση Γεωργίου. Μια υπόθεση που θέτει σε αμφισβήτηση από τη δικαστική –σε εθνικό επίπεδο– αρχή τηναξιοπιστία των στοιχείων στη βάση των οποίων εξελίσσονται οι υπολογισμοί για το έλλειμμα και την αναδιάρθρωση του χρέους που προαναφέρθηκαν.
Την Πέμπτη, σύμφωνα με πληροφορίες του “Κ” που δεν έχουν επιβεβαιωθεί από την πλευρά της κυβέρνησης, ο κ. Μοσκοβισί στο Παρίσι προσπάθησε να εξηγήσει στον Έλληνα πρωθυπουργό τη σοβαρότητα της “εμπλοκής” που μπορεί να δημιουργηθεί στα θεμέλια του ελληνικού προγράμματος και κατά συνέπεια στην υπόθεση του χρέους. Από την πλευρά κυβερνητικών στελεχών με τα οποία επικοινώνησε το “Κ”, αναφέρεται η διαβεβαίωση ότι δεν θα υπάρξει “εμπλοκή” και ότι η κυβέρνηση “και θέλει και θα κάνει ό,τι είναι αναγκαίο για να προχωρήσει έγκαιρα η υπόθεση της αναδιάρθρωσης του χρέους…”.
Σε κάθε περίπτωση, για τη σοβαρότητα της υπόθεσης και τις συνέπειές της διαβεβαιώνει η σφοδρότητα της πρωτοφανούς ανακοίνωσης των τριών Επιτρόπων (Μοσκοβισί – Ντομπρόφσκις -Τίσεν) με την οποία καλείται η κυβέρνηση να υπερασπιστεί την αξιοπιστία των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ και τελικά και τον κ. Γεωργίου…
Το είδος της απάντησης του ΥΠΟΙΚ –σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους στις Βρυξέλλες– δεν δείχνει ότι το επιτελείο του υπουργείου αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα του προβλήματος που έχει δημιουργηθεί. Αλλά σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους “αυτό θα εξηγηθεί τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες, τόσο στο EWG όσο και στις συναντήσεις με τους Έλληνες υπουργούς…”.
capitalgr