Αν μάλιστα πρόκειται για πρώτη κατοικία που αποκτάται με γονική παροχή ή
δωρεά από έγγαμο φορολογούμενο, ισχύει αφορολόγητο όριο 250.000 ευρώ, το οποίο προσαυξάνεται περαιτέρω, αν υπάρχουν και προστατευόμενα τέκνα.
Σε περίπτωση που η αξία της πρώτης κατοικίας υπερβαίνει τα παραπάνω όρια, επιβάλλεται φόρος μόνο στο υπερβάλλον ποσό αξίας.
Τα παραπάνω αφορολόγητα όρια προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία, η οποία όμως ενδέχεται να αλλάξει… προς το χειρότερο, καθώς οι δανειστές μας έχουν βάλει στο στόχαστρο κάθε μορφή φοροαπαλλαγής που έχει απομείνει στους πολίτες. Οι δανειστές ζητούν παρέμβαση στα αφορολόγητα όρια και στις κλίμακες, λόγω της νέας μείωσης των αντικειμενικών τιμών (το 2017) στα ακίνητα, που αποτελούν και τη βάση για τον υπολογισμό των σχετικών φόρων. Θεωρούν πως, αν μειωθούν οι αντικειμενικές τιμές χωρίς να μειωθούν τα αφορολόγητα όρια και αυξηθούν οι φορολογικοί συντελεστές, τότε θα υπάρξει μείωση των φορολογικών εσόδων.
Επίσης, σε περίπτωση δωρεάς ή γονικής παροχής οικοπέδου στο οποίο μπορεί να ανεγερθεί πρώτη κατοικία προβλέπεται απαλλαγή από τον φόρο έως το όριο αξίας των 50.000 ευρώ, για τον άγαμο, και έως το όριο των 100.000 ευρώ, για τον έγγαμο. Το όριο προσαυξάνεται κατά 10.000 ευρώ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 15.000 ευρώ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του δικαιούχου. Τα παραπάνω ισχύουν, εφόσον στο δικαιούχο περιέρχεται μία μόνο κατοικία ή ένα οικόπεδο εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα, και όχι ποσοστό εξ αδιαιρέτου.
Επίσης, να μην κατέχουν σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων οικόπεδο οικοδομήσιμο, στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες. Οι στεγαστικές ανάγκες θεωρείται ότι δεν καλύπτονται, αν το συνολικό εμβαδόν των κτισμάτων που κατέχει ή μπορεί να ανεγείρει ο δικαιούχος είναι κάτω από 70 τ.μ., προσαυξανόμενα κατά 20 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 25 τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του δικαιούχου.