Ο Σόιμπλε μπορεί να αντιλαμβάνεται ως συγκυριακή Ρεαλπολιτίκ την επιεική μεταχείριση των δύο χωρών της Ιβηρικής, όμως προφανώς κατανοεί ότι πρώτον ενδυναμώνεται η άποψη ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι ανεφάρμοστο τουλάχιστον για τον Νότο και ότι θα είναι πολύ δύσκολο στο μέλλον να επιχειρηθεί επιβολή προστίμων
Του Γιώργου Καπόπουλου
Κυβέρνηση Ραχόι, έστω μειοψηφίας, ή τρίτη προσφυγή στις κάλπες στην Ισπανία μέσα σε ένα χρόνο με αυτή τη φορά σχεδόν βέβαιη τη συγκρότηση ενός
κυβερνητικού συνασπισμού – Unidos Podemos; Το δίλημμα αυτό αντιμετώπιζε ο Σόιμπλε τις τελευταίες μέρες, καθώς η Μαδρίτη είχε διαμηνύσει σε όλους τους δυνατούς τόνους στο Βερολίνο ότι το πολιτικό κόστος της επιβολής έστω και συμβολικών προστίμων για υπέρβαση του Πλαφόν του Συμφώνου Σταθερότητας θα ισοδυναμούσε με βίαιο τερματισμό των προσπαθειών του Ραχόι να σχηματίσει κυβερνητική πλειοψηφία.
Η απόφαση δεν ήταν εύκολη, καθώς επιείκεια για τον καλό μαθητή της γερμανικής δημοσιονομικής πειθαρχίας, Ραχόι, θα συμπαρέσυρε και την Πορτογαλία όπου κυβερνούν οι Σοσιαλιστές υπό τον Κόστα με τη στήριξη του Κ.Κ. και του Μπλοκ της Αριστεράς. Επιπλέον μια παράβλεψη των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας θα διευκόλυνε την προσπάθεια του Ρέντζι για παράβλεψη των κανόνων ανακεφαλαίωσης των τραπεζών στην Ε.Ε., καθώς και αυτός έχει διαμηνύσει με τη σειρά του ότι αδυνατεί να διαχειρισθεί μια ανακεφαλαίωση των ιταλικών τραπεζών στο ήδη θεσμοθετημένο πλαίσιο του Bail In.
Προφανώς και πέραν της κατανόησης για τον Ραχόι υπάρχει έντονο παρασκήνιο, καθώς πέραν της εμμονής στην εφαρμογή των Συνθηκών, το Βερολίνο δεν θα ήθελε σε καμιά περίπτωση να προκαλέσει μια συσπείρωση των χωρών του Νότου της Ευρωζώνης. Γαλλία και Ιταλία γνωρίζουν πολύ καλά ότι σε μερικούς μήνες θα βρίσκονται στην ίδια θέση με την Ισπανία -Πορτογαλία ως προς τα δημοσιονομικά ελλείμματα και δεν είχαν κανένα λόγο να νομιμοποιήσουν την επιβολή προστίμων.
Ανατροπή σκηνικού
Εδώ και ένα χρόνο και πιο συγκεκριμένα από την εποχή της κορύφωσης της Διαπραγμάτευσης με την Αθήνα τον Μάιο -Ιούνιο του 2015, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας δεν παύει να κατακεραυνώνει την Κομισιόν για χαλαρή εποπτεία του Συμφώνου Σταθερότητας και ειδικότερα του πλαφόν 3% για τα ελλείμματα, και δεν παύει να εισηγείται την υποκατάστασή της από Ανεξάρτητη Αρχή τεχνοκρατών που θα μοιράζει πρόστιμα και τιμωρίες με αυτοματισμό αλγορίθμων.
Εδώ και περίπου ένα τρίμηνο υπήρχε στις Βρυξέλλες η φήμη και στη συνέχεια η βεβαιότητα ότι η Πορτογαλία και η Ισπανία θα κληθούν να καταβάλουν έστω και συμβολικό πρόστιμο σε ρόλο Ιφιγένειας για να εξευμενιστεί το Βερολίνο.
Η έγκυρη ισπανική εφημερίδα El Pais δημοσίευσε την Τετάρτη σχέδιο απόφασης της Κομισιόν που επέβαλε συμβολικά πρόστιμα στη Μαδρίτη και στη Λισαβόνα. Ετσι η εισήγηση του Κολεγίου των Επιτρόπων να μην επιβληθούν πρόστιμα κατεγράφη ως έκπληξη ως προς τα κίνητρά της και τις επιπτώσεις της.
Σε κάθε περίπτωση η απόφαση κατεγράφη ως αιφνιδιασμός αλλά και ανακόλουθη με το κλίμα που είχε διαμορφώσει το Βερολίνο μετά το Brexit, ότι καμιά έκτακτη περίσταση, ούτε καν η τρομοκρατική τυφλή βία, ούτε η άνοδος των κάθε λογής λαϊκιστών- ευρωσκεπτικιστών δεν δικαιολογεί τη χαλάρωση της μόνιμης λιτότητας.
Στροφή ή ελιγμός
Εύλογα τίθεται το ερώτημα αν πρόκειται για στροφή ή για ελιγμό του Βερολίνου. Ο Σόιμπλε μπορεί να αντιλαμβάνεται ως συγκυριακή Ρεαλπολιτίκ την επιεική μεταχείριση των δύο χωρών της Ιβηρικής, όμως προφανώς κατανοεί ότι πρώτον ενδυναμώνεται η άποψη ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι ανεφάρμοστο τουλάχιστον για τον Νότο και ότι θα είναι πολύ δύσκολο στο μέλλον να επιχειρηθεί επιβολή προστίμων. Αν το Σύμφωνο Σταθερότητας αποδεικνύεται ανεφάρμοστο στην πράξη και η επιβολή προστίμων εξωπραγματική, τότε προφανώς δεν υπάρχει περιθώριο υποκατάστασης της Κομισιόν από την Ανεξάρτητη Αρχή που θα τιμωρεί με αυτόματους κόφτες επιδοτήσεων και θα μοιράζει πρόστιμα με τον ίδιο τρόπο που χρεώνονται επιτόκια υπερημερίας στους χρήστες πιστωτικών καρτών που καθυστερούν την καταβολή της μηνιαίας δόσης.
Ο φόβος της συσπείρωσης
Όπως είδαμε και πιο πάνω η περιφρούρηση της πολιτικής αξιοπιστίας και βιωσιμότητας του Ραχόι δεν είναι απλά και μόνον αλληλεγγύη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, ούτε σεβασμός προς μια αυτοπειθαρχία και αυτοκαταναγκασμό της Ισπανία από το 2011 μέχρι και σήμερα, που το ίδιο το Βερολίνο το χαρακτήρισε success story.
Η Ισπανία, από την αρχή της κρίσης με τον Σοσιαλιστή Θαπατέρο και στη συνέχεια με την κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος υπό τον Ραχόι, υπήρξε ο αποφασιστικός παράγων στη ματαίωση της συσπείρωσης των χωρών του Νότου και της Γαλλίας. Η Μαδρίτη δεν κατοχύρωσε απλά και μόνον μια διμερή επικοινωνία και συντονισμό με το Βερολίνο, αλλά προέτρεψε πρώτον τη Γαλλία του Σαρκοζί και στη συνέχεια του Ολάντ να αναζητήσει διμερείς ισορροπίες στο πλαίσιο του Γαλλογερμανικού Άξονα και την Ιταλία των Μόντι, Λέτα και Ρέντζι να αναζητά Εγκάρδια Συνεννόηση με τη Μέρκελ.
Σχέσεις αλληλεξάρτησης
Η επιείκεια και η κατανόηση του Βερολίνου στη Μαδρίτη, προφανώς θα έχει ως αντάλλαγμα την εμμονή του Ραχόι στην αποφυγή σύμπηξης Μετώπου του Νότου, είναι μια από τις κινήσεις της Γερμανίας προς αποφυγή απομόνωσή της. Η άλλη κίνηση είναι η φόρμουλα των Τριμερών Διαβουλεύσεων Κορυφής Βερολίνου -Παρισιού και Ρώμης: Η πρώτη συνάντηση των Μέρκελ – Ολάντ και Ρέντζι έγινε λίγες ημέρες μετά το Δημοψήφισμα στη Βρετανία και η δεύτερη είναι προγραμματισμένη για το τέλος Αυγούστου.
Ας ανακεφαλαιώσουμε: Μια ειδική εκτός κανόνων μεταχείριση της Ισπανίας, μια διμερής επικοινωνία και συντονισμός με τη Γαλλία και μια τριμερής που δίνει στον Ρέντζι την ψευδαίσθηση ότι είναι μέλος του Διευθυντηρίου της Ε.Ε. – Ευρωζώνης. Είναι προφανές ότι όταν ο Ολάντ ανακοίνωσε την Τριμερή του Αυγούστου είχε διασφαλισθεί παρασκηνιακά μια λύση για την ανακεφαλαίωση των ιταλικών τραπεζών, που δεν θα ήταν βίαιος πολιτικός θάνατος για τον Ρέντζι.
Πολύ λίγο, πολύ αργά για την Ευρώπη
Οι τακτικισμοί του Β. Σόιμπλε και τα σχέδια των ισχυρών είναι ηλίου φαεινότερον ότι δεν λύνουν καμιά από τις αντιφάσεις της Ευρωζώνης, αλλά καταγράφουν κυρίως μια προσπάθεια του Βερολίνου να ανοίξουν και άλλα ευρωπαϊκά μέτωπα. Όμως το ότι δεν επιβάλλονται πρόστιμα στην Ισπανία και την Πορτογαλία και δεν κουρεύονται οι καταθέσεις στην Ιταλία ή ότι δεν πιέζονται Παρίσι και Ρώμη για νέες δημοσιονομικές περικοπές δεν αμβλύνει την κοινωνική δυσαρέσκεια και τη συνακόλουθη πολιτική αβεβαιότητα, δεν περιορίζει τη συνεχή δημοσκοπική άνοδο της Λεπέν στη Γαλλία και του Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία.
Παρά την κατανόηση των Μέρκελ – Σόιμπλε και παρά την Τριμερή του Αυγούστου ο Ρέντσι από ό,τι φαίνεται μάλλον θα χάσει το Δημοψήφισμα του Οκτωβρίου για τη Συνταγματική Μεταρρύθμιση. Θα έχει προηγηθεί στις αρχές Οκτωβρίου η εκλογή του ακροδεξιού Χόφερ στην Προεδρία της Αυστρίας και ο θρίαμβος του Ορμπαν στο Δημοψήφισμα στην Ουγγαρία για μη αποδοχή των ευρωπαϊκών ποσοστώσεων στη μετεγκατάσταση προσφύγων. Πρόωρες εκλογές στην Ιταλία τον Δεκέμβριο ή τον Ιανουάριο και πιθανή νίκη του Κινήματος των 5 Αστέρων του Γκρίλο δίνουν μια επιπλέον δημοσκοπική ώθηση στο Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν για τις εκλογές της άνοιξης του 2017 στη Γαλλία.
Ο ρεαλισμός ή ο τακτικισμός του Σόιμπλε κινδυνεύει να θυμίσει τη γνωστή βρετανική θυμοσοφία «Πολύ λίγο, πού αργά». Και να μην ανακόψει τις λαϊκιστικές ευρωσκεπτικιστικές δυναμικές που καταγράφονται στον νότο αλλά και αλλού και να δώσει επί πλέον επιχειρήματα στην «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) ώστε να μπει θριαμβευτικά στην Μπούντεσταγκ με ποσοστό πιθανώς και άνω του 15% στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2017.