Εν αναμονή των εξελίξεων γύρω από το ιλιγγιώδες πρόστιμο των 13 δισ. ευρώ που επέβαλε η Κομισιόν στην Apple, το επόμενο επεισόδιο στην αναμέτρησή της
με τους κολοσσούς της υψηλής τεχνολογίας θα είναι μέσα στον Σεπτέμβριο: η Κομισιόν πρόκειται να παρουσιάσει σύντομα νέους κανόνες που θα υποχρεώνουν εταιρείες, όπως οι Google και Facebook, να καταβάλλουν υψηλότερες πληρωμές στους εκδότες εφημερίδων, περιοδικών αλλά και γενικότερα στα ΜΜΕ για την αναδημοσίευση δημοσιογραφικών κειμένων. Κι αυτό γιατί οι γίγαντες του Ιντερνετ όχι μόνον έχουν διασφαλίσει ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση, εκμεταλλευόμενοι κάθε κενό στις φορολογικές νομοθεσίες, αλλά παράλληλα έχουν επεκτείνει την κυριαρχία τους στην παγκόσμια αγορά σε βαθμό που αρχίζει να προβληματίζει και να ανησυχεί χώρες και βιομηχανίες.
Ισως η αναμενόμενη παρέμβαση της Κομισιόν προς υπεράσπιση του εκδοτικού κόσμου να υπαγορεύτηκε, ώς ένα βαθμό, από τις επίμονες πιέσεις της εκδοτικής βιομηχανίας, όπως σχολίασαν σχετικά οι Financial Times. Στο σχέδιο, όμως, του σχετικού εγγράφου, που διέρρευσε στον ευρωπαϊκό Τύπο, η Κομισιόν εκφράζει ανησυχία «για τη βιωσιμότητα του κλάδου των παραδοσιακών εκδόσεων», αλλά και «για τον κίνδυνο που εγκυμονεί η κυριαρχία των ψηφιακών κολοσσών για τον πλουραλισμό στα ΜΜΕ, για τη δημοκρατία και την ποιότητα της ενημέρωσης». Επισημαίνει, άλλωστε, πως οι γίγαντες του Ιντερνετ βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση έναντι των παραδοσιακών εκδοτών που δεν έχουν τη δύναμη να διαπραγματευτούν «επί ίσοις όροις».
Εκδόσεις – μουσική
Τις επισημάνσεις της επικύρωσε προσφάτως πλήρως έκθεση της συμβουλευτικής εταιρείας OC&C που προ ημερών προέβλεψε ότι σε χρονικό διάστημα μιας δεκαετίας η βρετανική εκδοτική βιομηχανία θα έχει χάσει έσοδα ύψους 450 εκατ. στερλινών, ποσό αντίστοιχο των 538 εκατ. ευρώ, προς όφελος ψηφιακών κολοσσών όπως η Facebook.
Στην ίδια έκθεση, η εν λόγω συμβουλευτική εκτιμά πως άλλες αγορές όπως εκείνη της μουσικής χάνουν περίπου το 30% των ετήσιων εσόδων τους, καθώς αυτά στρέφονται στις ψηφιακές πλατφόρμες. Υπολογίζει συγκεκριμένα πως η αγορά μουσικής χάνει έσοδα από 240 έως 300 εκατ. ευρώ ετησίως, τα οποία καταλήγουν στις ψηφιακές πλατφόρμες όπως οι Facebook και Apple. Δεδομένης δε της εντεινόμενης τάσης των νεότερων γενεών να στρέφονται όλο και περισσότερο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εκτιμά πως τα αντίστοιχα ποσά θα αγγίζουν τα 480 με 538 εκατ. ευρώ μετά μια δεκαετία. Σύμφωνα με την OC&C, αυτά τα διαφυγόντα έσοδα θα προστεθούν στα περίπου 4,18 δισ. ευρώ που έχει χάσει η βρετανική βιομηχανία στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, καθώς τόσο η διαφήμιση όσο και μεγάλη μερίδα των πωλήσεων έχουν μεταφερθεί στις ψηφιακές πλατφόρμες.
Παράλληλα πρόσφατη έκθεση του αμερικανικού fund Kleiner Perkins Caufield & Byers που δημοσίευσαν οι Financial Times φέρει τις Google και Facebook να αποτελούν ντε φάκτο ολιγοπώλιο στη διαφημιστική αγορά του Ιντερνετ: το πρώτο εξάμηνο του έτους για κάθε δολάριο που δαπανάται στην ψηφιακή αγορά διαφήμισης τα 85 σεντς κατέληξαν στους δύο κολοσσούς.
Τηλεοπτική διαφήμιση
Η εταιρεία ερευνών eMarketer επισημαίνει, άλλωστε, πως η ψηφιακή αγορά αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή εσόδων για τη βιομηχανία της διαφήμισης και προεξοφλεί πως σύντομα θα οδηγήσει σχεδόν σε εξαφάνιση την τηλεοπτική διαφήμιση στις ΗΠΑ, ενώ η μερίδα του λέοντος θα καταλήγει και πάλι στο ολιγοπώλιο των Facebook και Google.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την Google, καταλαμβάνει ανησυχητικά μεγάλο μερίδιο ακόμη και στο σύνολο της παγκόσμιας αγοράς διαφημίσεων. Σύμφωνα με έρευνα του ηλεκτρονικού περιοδικού Adweek που καλύπτει θέματα Τύπου, η Alphabet, μητρική εταιρεία της Google, ελέγχει το 12% της παγκόσμιας διαφημιστικής δαπάνης στον χώρο των ΜΜΕ, κάτι που δεν έχει ποτέ ξανασυμβεί, να βρίσκεται ένα τόσο μεγάλο μερίδιο της παγκόσμιας διαφημιστικής αγοράς στα χέρια μιας εταιρείας.
Στο μεταξύ οι κολοσσοί του Ιντερνετ επεκτείνονται σε ένα αυξανόμενο φάσμα τομέων που σταδιακά εκτοπίζονται από την ψηφιακή τεχνολογία, με κάποιους από αυτούς να κινδυνεύουν με εξαφάνιση.
Σύμφωνα με διαρροές στον Τύπο, στους νέους κανόνες που θα παρουσιάσει η Κομισιόν υπάρχουν προβλέψεις και για πλατφόρμες όπως η YouTube, καθώς η μουσική βιομηχανία έχει επανειλημμένως διαμαρτυρηθεί ότι υπηρεσίες όπως η YouTube δεν καταβάλλουν επαρκείς αμοιβές στους καλλιτέχνες για την αναπαραγωγή έργου τους και έχουν ζητήσει την παρέμβασή της.
Η υψηλή τεχνολογία δεν δημιουργεί πολλές θέσεις εργασίας
Οι γίγαντες της ψηφιακής τεχνολογίας εξαπλώνονται σε όλο το φάσμα της οικονομίας, ακόμη και σε τομείς στους οποίους ήταν άλλοτε αδιανόητο. Ως πολλά υποσχόμενοι προσελκύουν την προτίμηση των επενδυτών, αλλά παράλληλα εκτοπίζουν όλο και περισσότερους κλάδους. Συνεπακόλουθο η απώλεια θέσεων εργασίας, όπως καταδεικνύουν τα τελευταία στοιχεία που φέρουν τον τομέα της μεταποίησης στις ΗΠΑ να έχει χάσει 100.000 θέσεις εργασίας.
Το αποτέλεσμα είναι η συρρίκνωση της μεσαίας τάξης. Σύμφωνα με το ερευνητικό ινστιτούτο Pew Research Center, στις αρχές της δεκαετίας του 1970 η μεσαία τάξη αντιπροσώπευε το 61% του συνολικού πληθυσμού των ΗΠΑ. Σήμερα έχει συρρικνωθεί στο 50%. Στο ίδιο χρονικό διάστημα έχει αυξηθεί το ποσοστό των κατώτερων τάξεων από το 25% στο 29%.
Είναι ενδεικτικό ότι σε πρόσφατο δημοσίευμά τους οι New York Times φτάνουν στο σημείο να αποδίδουν εν μέρει τη δημοσκοπική άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στην κυριαρχία των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας και στη δυσφορία που έχει προκληθεί σε όσους Αμερικανούς νιώθουν να μπαίνουν –αδίκως– στο περιθώριο. Οπως επισημαίνει, στη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του έτους, οι εταιρείες της Silicon Valley, η κατ’ εξοχήν έδρα των κολοσσών της τεχνολογίας, προσείλκυσαν επενδύσεις ύψους 396 εκατ. δολ., ποσό σχεδόν τριπλάσιο από τα 149 εκατ. δολ. που προσείλκυσαν οι εταιρείες της Νέας Υόρκης.
Κι ενώ σε ό,τι αφορά τους αμερικανικούς κολοσσούς τα δυσθεώρητα κεφάλαια που αντλούν μένουν στο εσωτερικό των ΗΠΑ, δεν ισχύει το ίδιο για τις ευρωπαϊκές χώρες. Ενδεικτική η περίπτωση της Uber και της θέσης της στη Γαλλία. Αν τελικά κατορθώσει να αποσπάσει σημαντικό τμήμα της γαλλικής αγοράς, το 20% των εσόδων από τις ναυλώσεις ταξί θα φεύγει από τη χώρα.
Μολονότι πολλοί εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι η υψηλή τεχνολογία θα οδηγήσει στη δημιουργία πολλών νέων θέσεων εργασίας και επομένως σε μεγαλύτερη ευημερία για περισσότερους, τα στοιχεία κατατείνουν στο αντίθετο συμπέρασμα. Οπως επισημαίνει σε πρόσφατο άρθρο του στο αμερικανικό περιοδικό Foreign Affairs, ο Ρόναλντ Ινγκλεχαρτ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, δεν φαίνεται να αυξάνεται η απασχόληση στους τομείς της υψηλής τεχνολογίας. Αντιθέτως το μερίδιο του κλάδου στο σύνολο της απασχόλησης στις ΗΠΑ παραμένει ουσιαστικά σταθερό τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Ο ίδιος τονίζει ότι σε αντίθεση με όσα συνέβαιναν κατά τη βιομηχανική επανάσταση και τη μετάβαση της κοινωνίας από την αγροτική στη βιομηχανική οικονομία, ο τομέας της υψηλής τεχνολογίας δεν φαίνεται να δημιουργεί πολλές νέες θέσεις εργασίας.
Αντιθέτως οδηγεί σε εξαφάνιση πολλά επαγγέλματα με μεσαία ή και υψηλή εξειδίκευση. Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο μερίδιο της δραστηριότητάς τους έχουν χάσει τα ταξιδιωτικά γραφεία, όταν τόσες εξειδικευμένες ιστοσελίδες δίνουν τη δυνατότητα της online ανεύρεσης και κράτησης εισιτηρίων.
Δέχονται, άλλωστε, πλήγμα τομείς που δύσκολα φαντάζεται κανείς. Σύμφωνα με τον Ινγκλεχαρντ, ακόμη και ο κλάδος των δικηγόρων στις ΗΠΑ βλέπει να εκτοπίζεται από εξειδικευμένα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών που κάνουν έρευνα σε νομικά ζητήματα. Αλλα εξειδικευμένα προγράμματα προσφέρουν ιατρική διάγνωση πολύ ταχύτερα και ενίοτε καλύτερα από τους γιατρούς. Και δεν αποκλείεται σύντομα να δούμε τα ίδια τα προγράμματα των ηλεκτρονικών υπολογιστών να παράγονται από εξειδικευμένα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών.
ΜΑΡΚ ΖΟΥΚΕΡΜΠΕΡΓΚ
Η κυριαρχία των κολοσσών της υψηλής τεχνολογίας οδηγεί στη συγκέντρωση μεγάλου πλούτου και εξουσίας στα χέρια μιας μικρής ελίτ. Δημοσίευμα του αμερικανικού περιοδικού Newsweek αναφέρεται σε μια προκλητική κίνηση του Μαρκ Ζούκερμπεργκ, ιδρυτή και διευθύνοντος συμβούλου του Facebook, που αγόρασε έναντι 30 εκατ. δολ. και στη συνέχεια κατεδάφισε όσες κατοικίες υπήρχαν γύρω από τη δική του. Στόχος του ήταν να μην μπορεί να δει κανείς μέσα από τα παράθυρά του.
UBER
Η ψηφιακή τεχνολογία διεισδύει σε τομείς στους οποίους ήταν άλλοτε αδιανόητη, όπως καταδεικνύει η περίπτωση της Uber, της εταιρείας ναύλωσης ταξί μέσω της τεχνολογίας. Μπορεί η εταιρεία να αποχώρησε από την Κίνα, αλλά παραμένει πολλά υποσχόμενη και προσελκύει επενδύσεις. Η Σαουδική Αραβία τοποθέτησε προσφάτως στην Uber 3,5 δισ. δολάρια, καθώς δεν διαθέτει επαρκείς εταιρείες υψηλής τεχνολογίας για να επενδύσει σε αυτές.
ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ
Τελευταία κατάκτηση της υψηλής τεχνολογίας είναι οι συνεντεύξεις υποψηφίων για εργασία, καθώς οι επιχειρήσεις αρχίζουν να τη χρησιμοποιούν για να ανιχνεύσουν την προσωπικότητα του επίδοξου υπαλλήλου τους. Tην αρχή έκανε μονάδα της Deutsche Bank: για να επιλέξει ανάμεσα στα βιογραφικά χρησιμοποιεί το λογισμικό των γραφείων συνοικεσίων και όπως αυτά εξετάζουν αν ταιριάζουν οι πελάτες τους, η DB εξετάζει αν ο υποψήφιος ταιριάζει στις απαιτήσεις της εκάστοτε θέσης εργασίας.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Έντυπη