Με κέρδη 3 εκατ. ευρώ από συνεχιζόμενες δραστηριότητες έκλεισε το α΄ εξάμηνο για την Εθνική Τράπεζα, ενώ η διοίκηση της τράπεζας υπογραμμίζει τη βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου δανείων με μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σχεδόν κατά 1 δισ. ευρώ.
Αναλυτικότερα, σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα, στο β΄ τρίμηνο ο όμιλος παρουσίασε ζημίες 23 εκατ. ευρώ έναντι κερδών 26 εκατ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο, ενώ στην Ελλάδα οι ζημίες ανήλθαν στα 49 εκατ. ευρώ έναντι 1 εκατ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο. Η τελική εικόνα, ωστόσο, διαμορφώθηκε σε ζημία ύψους 2,96 δισ. ευρώ λόγω της έκτακτης επιβάρυνσης κατά το β΄ τρίμηνο με ζημίες ύψους 3,02 δισ. ευρώ που συνδέονται με την πώληση της Finansbank στην Τουρκία. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται από την τράπεζα, η ζημία είχε ήδη αναγνωριστεί σε προηγούμενα τρίμηνα και δεν επιβάρυνε την κεφαλαιακή βάση του ομίλου.
Στην Ελλάδα τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων ενισχύθηκαν σε 207 εκατ. το β΄ τρίμηνο του 2016 (+9,8% σε τριμηνιαία βάση). Τα έσοδα από τόκους ανήλθαν στα 400 εκατ. ευρώ (από 396 εκατ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο), ενώ τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ενισχύθηκαν κατά 85% και ανήλθαν στα 37 εκατ. ευρώ. Οπως σημειώνεται από την τράπε
Ιδιαίτερα ενθαρρυντική ήταν η εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς σε επίπεδο ομίλου, ο ρυθμός δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών μειώθηκε κατά το β΄ τρίμηνο κατά -7 εκατ. ευρώ έναντι +126 εκατ. ευρώ το προηγούμενο τρίμηνο, αποτυπώνοντας τη βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου κυρίως στην Ελλάδα. Αναλυτικότερα, η δημιουργία νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών στη λιανική διατηρήθηκε σε αρνητικά επίπεδα (-98 εκατ.), ενώ ο ρυθμός δημιουργίας νέων επιχειρηματικών επισφαλειών επιβραδύνθηκε σε 81 εκατ. από 249 εκατ. στο α΄ τρίμηνο του 2016. Ο δείκτης κάλυψης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκε σε 76,6% στην Ελλάδα και σε 74,7% σε επίπεδο ομίλου. Σημειώνεται ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα μειώθηκαν κατά 0,9 δισ. σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας τις επιτυχημένες αναδιαρθρώσεις, καθώς και τις διαγραφές δανείων. Ετσι, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στην Ελλάδα μειώθηκε σε 47,9% από 49,6% στο α΄ τρίμηνο. Το ποσοστό κάλυψης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώνεται σε 55%.
Αν και οι καταθέσεις δεν αυξήθηκαν, η ρευστότητα του ομίλου ενισχύθηκε σημαντικά μετά την πώληση της Finansbank.
Ο δείκτης κύριων βασικών κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων των CoCos και των συμφωνηθέντων πωλήσεων των Αστήρ Παλλάς και NBGI ανήλθε σε 22,1%.
Με αφορμή τα αποτελέσματα, ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου Εθνικής Τράπεζας κ. Λεωνίδας Φραγκιαδάκης σημείωσε ότι «το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς σηματοδοτήθηκε από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του Προγράμματος και την επακόλουθη επαναφορά της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ελληνικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων ως αποδεκτών ενεχύρων στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης από την ΕΚΤ, καθώς και από την πώληση της Finansbank στην Qatar National Bank, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις μας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού. Η πώληση ενίσχυσε τη ρευστότητα της ΕΤΕ κατά 3,6 δισ., τα οποία αξιοποιήθηκαν για τη μείωση της χρηματοδότησης από τον μηχανισμό ELA και την εξάλειψη των ομολόγων Πυλώνα ΙΙ. Ως αποτέλεσμα, η τράπεζα διατηρεί μακράν τη χαμηλότερη έκθεση ELA στον κλάδο, ανερχόμενη σε μόλις 5 δισ., γεγονός το οποίο υπογραμμίζει το συγκριτικό χρηματοδοτικό πλεονέκτημα της ΕΤΕ ενόψει της ανάκαμψης της εγχώριας οικονομίας».
Αναλυτικότερα, σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα, στο β΄ τρίμηνο ο όμιλος παρουσίασε ζημίες 23 εκατ. ευρώ έναντι κερδών 26 εκατ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο, ενώ στην Ελλάδα οι ζημίες ανήλθαν στα 49 εκατ. ευρώ έναντι 1 εκατ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο. Η τελική εικόνα, ωστόσο, διαμορφώθηκε σε ζημία ύψους 2,96 δισ. ευρώ λόγω της έκτακτης επιβάρυνσης κατά το β΄ τρίμηνο με ζημίες ύψους 3,02 δισ. ευρώ που συνδέονται με την πώληση της Finansbank στην Τουρκία. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται από την τράπεζα, η ζημία είχε ήδη αναγνωριστεί σε προηγούμενα τρίμηνα και δεν επιβάρυνε την κεφαλαιακή βάση του ομίλου.
Στην Ελλάδα τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων ενισχύθηκαν σε 207 εκατ. το β΄ τρίμηνο του 2016 (+9,8% σε τριμηνιαία βάση). Τα έσοδα από τόκους ανήλθαν στα 400 εκατ. ευρώ (από 396 εκατ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο), ενώ τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ενισχύθηκαν κατά 85% και ανήλθαν στα 37 εκατ. ευρώ. Οπως σημειώνεται από την τράπε
Ιδιαίτερα ενθαρρυντική ήταν η εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς σε επίπεδο ομίλου, ο ρυθμός δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών μειώθηκε κατά το β΄ τρίμηνο κατά -7 εκατ. ευρώ έναντι +126 εκατ. ευρώ το προηγούμενο τρίμηνο, αποτυπώνοντας τη βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου κυρίως στην Ελλάδα. Αναλυτικότερα, η δημιουργία νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών στη λιανική διατηρήθηκε σε αρνητικά επίπεδα (-98 εκατ.), ενώ ο ρυθμός δημιουργίας νέων επιχειρηματικών επισφαλειών επιβραδύνθηκε σε 81 εκατ. από 249 εκατ. στο α΄ τρίμηνο του 2016. Ο δείκτης κάλυψης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκε σε 76,6% στην Ελλάδα και σε 74,7% σε επίπεδο ομίλου. Σημειώνεται ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα μειώθηκαν κατά 0,9 δισ. σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας τις επιτυχημένες αναδιαρθρώσεις, καθώς και τις διαγραφές δανείων. Ετσι, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στην Ελλάδα μειώθηκε σε 47,9% από 49,6% στο α΄ τρίμηνο. Το ποσοστό κάλυψης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώνεται σε 55%.
Αν και οι καταθέσεις δεν αυξήθηκαν, η ρευστότητα του ομίλου ενισχύθηκε σημαντικά μετά την πώληση της Finansbank.
Ο δείκτης κύριων βασικών κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων των CoCos και των συμφωνηθέντων πωλήσεων των Αστήρ Παλλάς και NBGI ανήλθε σε 22,1%.
Με αφορμή τα αποτελέσματα, ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου Εθνικής Τράπεζας κ. Λεωνίδας Φραγκιαδάκης σημείωσε ότι «το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς σηματοδοτήθηκε από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του Προγράμματος και την επακόλουθη επαναφορά της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ελληνικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων ως αποδεκτών ενεχύρων στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης από την ΕΚΤ, καθώς και από την πώληση της Finansbank στην Qatar National Bank, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις μας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού. Η πώληση ενίσχυσε τη ρευστότητα της ΕΤΕ κατά 3,6 δισ., τα οποία αξιοποιήθηκαν για τη μείωση της χρηματοδότησης από τον μηχανισμό ELA και την εξάλειψη των ομολόγων Πυλώνα ΙΙ. Ως αποτέλεσμα, η τράπεζα διατηρεί μακράν τη χαμηλότερη έκθεση ELA στον κλάδο, ανερχόμενη σε μόλις 5 δισ., γεγονός το οποίο υπογραμμίζει το συγκριτικό χρηματοδοτικό πλεονέκτημα της ΕΤΕ ενόψει της ανάκαμψης της εγχώριας οικονομίας».
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ