(τόσο για πολιτικούς, όσο και για οικονομικούς λόγους), οι «δικοί μας» τεχνοκράτες (και μη) ούτε καν θέλουν να σκέφτονται νέες μισθολογικές μειώσεις. Τι λοιπόν πρέπει να αντιπροτείνει η δική μας «πλευρά»; H απάντηση βρίσκεται στη λεπτομερή ανάλυση των ιστορικών στοιχείων της ελληνικής οικονομίας, από την οποία μαθαίνουμε ότι το ποσοστό ανεργίας αυξάνει: (α) όσο περισσότερο αυξάνονται οι ονομαστικοί μισθοί συγκριτικά με τις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας (δηλαδή τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ, το ανταγωνιστικό μας προφίλ και την παραγωγικότητά μας), (β) όσο περισσότερο αυξάνει το επενδυτικό ρίσκο (δηλαδή, το spread μεταξύ του 10ετούς κόστους του ελληνικού ομολόγου και του αντίστοιχου γερμανικού), και (γ) όσο περισσότερο μειώνονται οι επενδύσεις ως ποσοστό του ελληνικού ΑΕΠ. Πράγματι, καθώς το spread αυξήθηκε από το 0,8 το 2008 στο περίπου 8% το 2016, οι επενδύσεις κατέρρευσαν από το 24,5% του ΑΕΠ το 2008 στο εκτιμώμενο (από το ΔΝΤ) 9,6% το 2016, με αποτέλεσμα το ποσοστό ανεργίας να «απογειωθεί» από το 7,75% το 2008 στο περίπου 24,5% το 2016.
Εάν λοιπόν, όπως κάλλιστα μπορούν να πράξουν οι τεχνοκράτες της τρόικας αλλά και οι δικοί μας, οι παραπάνω χρονολογικές σειρές της ελληνικής οικονομίας χρησιμοποιηθούν σε ένα οικονομετρικό υπόδειγμα VAR (Vector AutoRegression), μπορούμε να καταλήξουμε στα ακόλουθα ενδιαφέροντα σε σχέση με το τι επηρεάζει την ανεργία σε μεσοπρόθεσμο (εντός πενταετίας) ορίζοντα:
1. Η πλειονότητα, ήτοι 61% της μεταβλητότητας στο ποσοστό ανεργίας, καθορίζεται από το προϋπάρχον επίπεδο ανεργίας. Πράγματι, δεν μπορεί η ελληνική οικονομία να καταγράφει ανεργία σήμερα 24,5% και, ως διά «μαγείας», αύριο μόνο το ήμισυ αυτής. Και πώς θα μπορούσε, άλλωστε, όταν, επτά έτη μετά την αρχή της οικονομικής κρίσης, η Ελλάδα εξακολουθεί να γνωρίζει «φυγή» επιστημόνων (και μη);
2. Περίπου 34,5% της μεταβλητότητας στο ποσοστό ανεργίας καθορίζεται από το spread.
3. Περίπου 3% της μεταβλητότητας στο ποσοστό ανεργίας επηρεάζεται από τις επενδύσεις.
4. Μόνο (το υπόλοιπο) 1,5% της μεταβλητότητας στο ποσοστό ανεργίας επηρεάζεται από το πόσο «αποκλίνουν» οι ονομαστικοί μισθοί από τις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας μας.
Τι σημαίνουν τα παραπάνω; Το «φάρμακο» της μείωσης του μισθολογικού κόστους δεν πρόκειται να καταπολεμήσει την ανεργία. Ας έχουν λοιπόν υπ’ όψιν τους το παραπάνω οι τεχνοκράτες της τρόικας, οι οποίοι οφείλουν να «εξετάσουν» με περισσότερη προσοχή τόσο τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία όσο και τα οικονομικά τους μοντέλα.
Αυτό βέβαια δεν αφήνει στο «απυρόβλητο» τους «δικούς μας». Πράγματι, καθήκον της κυβέρνησης (αλλά και του λοιπού πολιτικού κόσμου) πρέπει να αποτελέσει η δημιουργία κλίματος πολιτικής σταθερότητας και εμπιστοσύνης το οποίο θα «ρίξει» το spread. Από το 2009 μέχρι σήμερα, έχουμε ζήσει τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις και ένα δημοψήφισμα. Ακόμα και εάν (ελέω Μάριο Ντράγκι) η Ελλάδα εισέλθει (κάποια στιγμή) στο πολυπόθητο πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης (Quantitative Easing), δεν πρέπει να περιμένουμε ταχεία αποκλιμάκωση του spread χωρίς ταυτόχρονη αποκατάσταση πολιτικής σταθερότητας. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να καταγράψουμε σημαντική αναθέρμανση του επενδυτικού ενδιαφέροντος, νέες θέσεις εργασίας και (βέβαια) ταχεία αποκλιμάκωση της ανεργίας.
Έντυπη