Ενα από τα πλέον «παράξενα» και μυστηριώδη θέματα που αφορούν τη Βουλή των Ελλήνων είναι, όπως στοιχεία-αριθμοί-δημόσιες δηλώσεις καταδεικνύουν, το
κεφάλαιο «real estate»: Μπορεί τις προάλλες ο πρόεδρος Ν. Βούτσης να ενημέρωνε ότι στο πλαίσιο της δηλωθείσας βούλησης για περιστολή των δαπανών να προκύπτει «μείωση (προϋπολογισθέντων για το 2016) δαπανών, στον τομέα των μισθωμάτων κτιρίων, κατά 555.701,64 ευρώ», πλην όμως οι αριθμοί δείχνουν κατ’ αρχήν ότι στο τρέχον έτος τα κονδύλια που έχουν προϋπολογισθεί, μόνο για μισθώματα, είναι σχεδόν και όσα είχαν εγγραφεί στον αντίστοιχο κωδικό του προϋπολογισμού της Βουλής προ κρίσης. Ειδικότερα, σημειώνεται ότι για το 2016 και στον κωδικό «ΚΑ 0813 Μισθώματα κτιρίων», το ποσό που εμφανίζεται είναι 3.477.000 ευρώ, ενώ στον προϋπολογισμό του 2007 ήταν 3.470.000 ευρώ.
Βεβαίως, στο μεσοδιάστημα καταγράφηκε μια… κούρσα αυξήσεων, με την καθ’ όλα κρίσιμη χρονιά του 2010 τα χρήματα για μισθώματα κτιρίων από τη Βουλή, προκειμένου να στεγάσει υπηρεσίες, γραφεία κ.λπ., να αγγίζουν ως εγγραφέν ποσό τα 5.400.000 ευρώ! «Η αύξηση οφείλεται στις συμβατικές ανατιμήσεις των μισθωμάτων και στη σύναψη νέας σύμβασης μίσθωσης για τις ανάγκες των υπηρεσιών της Βουλής», σημειωνόταν σχετικά.
Πέραν τούτων θα πρέπει να σημειωθεί ότι και στους ετήσιους προϋπολογισμούς εγγράφονται μεγάλα ποσά επίσης για «συντήρηση και επισκευή κτιρίων», μεταξύ των οποίων η Μπενάκειος Βιβλιοθήκη, το Καπνεργοστάσιο, ή το παραδοσιακό στην οδό Βουλής και εκείνο στην οδό Φιλελλήνων, με τα σχετικά κονδύλια να έχουν φθάσει έως και το ύψος των 11 εκατομμυρίων ετησίως (συμπεριλαμβανομένου, πάντως, και του κόστους άλλων εργασιών όπως είναι συστήματα πυρανίχνευσης, φωτισμού κ.λπ. στο Μέγαρο του Κοινοβουλίου κ.λπ.).
Στην ιδιοκτησία της Βουλής υπάρχουν κτίρια, πλην όμως λέγεται διαρκώς «οι ανάγκες» επιβάλλουν τη μίσθωση άλλων. Ως τέτοιες ανάγκες θεωρούνται η φιλοξενία των υπηρεσιών του Καναλιού, γραφεία βουλευτών και γραφεία των πρώην αξιωματούχων (πρώην προέδρων, πρώην πρωθυπουργών).
Ο νυν πρόεδρος, ακολουθώντας μια πάγια τακτική προκατόχων του, δήλωσε στις αρχές του καλοκαιριού πως υπάρχει ένα «σχετικά μεγαλεπήβολο σχέδιο, για το οποίο υπήρξε και ειδική πρόβλεψη στον προϋπολογισμό για ανακαινίσεις κτιρίων και αλλαγές, ώστε να πάμε σε δικά μας κτίρια σε βάρος ενοικιαζόμενων χώρων». Αγνωστο παραμένει αν ο κ. Βούτσης τα καταφέρει σε αυτό το μέτωπο. Προκάτοχός του, ο κ. Φ.Πετσάλνικος, τον Νοέμβριο του 2011, σχεδόν προ πενταετίας δηλαδή, τόνιζε: «Προβλέπουμε κονδύλια 3.850.000 ευρώ για να ξεκινήσουν έργα σε κτίρια ιδιοκτησίας της Βουλής, τα οποία πρέπει να αξιοποιηθούν προκειμένου να στεγάσουν υπηρεσίες της Βουλής που τώρα στεγάζονται σε ενοικιαζόμενα κτίρια». Αγνωστη η τύχη και εκείνης της προσπάθειας – και των σχετικών κονδυλίων.
Το ίδιο άγνωστη και, συνεπώς, μυστηριώδης είναι και μια άλλη πτυχή του όλου ζητήματος: ο κ. Βούτσης στις δύο επίσημες τελευταίες συνεντεύξεις του στη Βουλή έκανε λόγο για «διάφορους χώρους που τώρα βρίσκονται στην “γκρίζα ζώνη” της ιδιοκτησίας», σημειώνοντας πως έως τώρα «δεν έχει γίνει δυνατό να υπάρχει μια υπηρεσία καταγραφής της περιουσίας της Βουλής, ούτε υπάρχει αυτή η καταγραφή».
Επισήμανση, η οποία δείχνει και πως όσοι αποφάσιζαν τη διάθεση δεκάδων εκατομμυρίων για μισθώματα, ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν για την καταγραφή και αξιοποίηση της ακίνητης ιδιοκτησίας του Ναού της Δημοκρατίας.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Έντυπη