αποστολή ενός φακέλου στο Τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας. «Πριν από τρία χρόνια στη Βυρώνεια Σερρών βρέθηκε αυτό το νόμισμα. Οι ευχές μου για την επαναφορά στον τόπο του», ενημέρωνε τους αστυνομικούς ο ανώνυμος συντάκτης της επιστολής που υπέγραφε ως «Ενας φίλος». Τους προειδοποιούσε ότι σε ένα μήνα επρόκειτο να δημοπρατηθεί στο εξωτερικό σπάνιο ασημένιο οκτάδραχμο του 480 – 460 π.Χ. Ακολούθησε έφοδος των ελβετικών αρχών σε ξενοδοχείο της Ζυρίχης και κατάσχεση του νομίσματος, που τελικά επαναπατρίστηκε πέρυσι. Είχαν μεσολαβήσει μαρτυρίες φυλακισμένων πληροφοριοδοτών που περιέγραφαν σκηνικά εξαπάτησης και σκιαγραφούσαν ένα διεθνές δίκτυο μεσαζόντων.
Η δίκη ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2015. Ενας εκ των βασικών κατηγορουμένων της υπόθεσης ήταν 50χρονος Λιβανέζος, διεθνούς φήμης έμπορος έργων τέχνης με έδρα την Ελβετία. Ο ίδιος υποστήριξε ότι αγόρασε το νόμισμα προς 75.000 ευρώ με καλή πίστη και όλα τα απαραίτητα παραστατικά από Ιταλό συλλέκτη, ο οποίος φέρεται να είχε εγγυηθεί για τη νόμιμη προέλευσή του. Το νόμισμα παρέμενε δεσμευμένο από τις ελβετικές αρχές τουλάχιστον έξι χρόνια. Προϋπόθεση για την επιστροφή του ήταν η έκδοση αμετάκλητης απόφασης από αρμόδιο ελληνικό ποινικό δικαστήριο, που θα αποδείκνυε ότι πρόκειται για προϊόν λαθρανασκαφής. Τελικά, αυτό δεν χρειάστηκε. Κατά την εξέλιξη της δίκης, ο Λιβανέζος συναίνεσε στον επαναπατρισμό του οκτάδραχμου, το οποίο έφθασε στην Ελλάδα τον περασμένο Οκτώβριο.
Σχεδόν ένα χρόνο μετά, έκλεισε και ο δικαστικός κύκλος της υπόθεσης. Η τελευταία συνεδρίαση πραγματοποιήθηκε προχθές στη Θεσσαλονίκη και διήρκεσε λίγο περισσότερο από τρεις ώρες. Η εισαγγελέας πρότεινε την καταδίκη του Λιβανέζου εμπόρου και άλλων συγκατηγορουμένων του, με το σκεπτικό ότι έπρεπε να είχαν αντιληφθεί την παράνομη προέλευση του νομίσματος λόγω της μοναδικής αξίας και σπανιότητάς του. Η πλευρά του Λιβανέζου υποστήριξε ότι το οκτάδραχμο ήταν μέρος μιας συλλογής 25 νομισμάτων συνολικής αξίας άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ και άρα δεν ήταν μοναδικό ή το πιο ακριβό. Τελικά, το δικαστήριο αθώωσε όλους τους κατηγορουμένους λόγω έλλειψης δόλου, καθώς έκρινε ότι δεν είχαν γνώση της λαθραίας προέλευσης του αντικειμένου. «Με την ομόφωνη αθωωτική απόφαση δόθηκε αίσιο τέλος στην περιπέτεια του εντολέα μου, χάρη στις ενέργειες του οποίου το νόμισμα σήμερα ανήκει στη συλλογή του Νομισματικού Μουσείου», λέει στην «Κ» ο συνήγορος του εμπόρου έργων τέχνης, δικηγόρος Σταύρος Τόγιας.
Ενα από τα βασικά πρόσωπα αυτής της ιστορίας ήταν κρατούμενος για άλλη υπόθεση αρχαιοκαπηλίας στις Φυλακές Νιγρίτας Σερρών. Υπήρξε ένας από τους πληροφοριοδότες της αστυνομίας, λέγοντας ότι το νόμισμα είχε βρεθεί από βοσκό, άλλαξε χέρια και τα ίχνη του χάθηκαν μετά την υφαρπαγή του από ζευγάρι στη Θεσσαλονίκη. Ο πληροφοριοδότης αντιμετώπιζε βαριά προβλήματα υγείας και πέθανε μετά την αποφυλάκισή του.
Έντυπη