αριθμού πλοηγών, ώστε να εξυπηρετηθεί ο ολοένα και αυξανόμενος αριθμός εμπορικών κυρίως πλοίων αλλά και κρουαζιερόπλοιων που προσεγγίζουν τη χώρα.
Καθυστερήσεις στην κινητοποίηση των αρμοδίων υπουργείων αλλά και μνημονιακές δεσμεύσεις έχουν αποστερήσει τη δυνατότητα επαρκών προσλήψεων, σε μια μη επιδοτούμενη από τον προϋπολογισμό υπηρεσία, και η πρόσφατη προκήρυξη, η πρώτη έπειτα από οκτώ έτη, αφορά μόνον τρεις θέσεις, την ώρα που εκτιμάται ότι απαιτούνται δεκάδες επιπλέον πλοηγοί. Οι πλοηγοί είναι οι καπετάνιοι που είναι επιφορτισμένοι με την ευθύνη να οδηγήσουν τα μεγάλα πλοία που έρχονται, κυρίως από το εξωτερικό, στο λιμάνι και να τα βοηθήσουν να δέσουν. Η ταχύτητα και η ασφάλεια με την οποία αυτό υλοποιείται, συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα ή μη ενός λιμανιού. Ομως στην Ελλάδα, όπου κάθε μήνα τα πλοηγούμενα σε 24ωρη βάση πλοία ανέρχονται ήδη κατά μέσον όρο σε 1.400 η περισσότερα από 45 την ημέρα, με πρόσφατη αύξηση κατά 15%-20% σε όλους τους τύπους των πλοίων και με προοπτική περαιτέρω αυξήσεων μετά την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ, σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Ναυτικής Ενωσης, η οποία εκπροσωπεί τους χρήστες του λιμανιού, υπάρχουν μόλις 21 πλοηγοί και 1 αρχιπλοηγός.
Το πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο απ’ ό,τι δείχνει η πρώτη ανάγνωση, καθώς η έλευση ολοένα και μεγαλύτερων πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στους προβλήτες του εμπορικού τμήματος του λιμανιού του Πειραιά αλλά και η ανάλογη μεγέθυνση των κρουαζιερόπλοιων στο πλαίσιο των εξελίξεων του παγκόσμιου στόλου, καθιστά ακόμα μεγαλύτερη την ανάγκη μιας άριστα επανδρωμένης πλοηγικής υπηρεσίας.
Είναι χαρακτηριστικό πως το 2015 μόνον στους προβλήτες της θυγατρικής της Cosco ΣΕΠ Α.Ε. στο λιμάνι του Πειραιά έδεσαν 2.150 μεγάλα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, ενώ ήδη φέτος έχουν ξεπεράσει τον αριθμό της αντίστοιχης περυσινής περιόδου. Με δεδομένη την ιδιωτικοποίηση και τη σκοπούμενη αύξηση της κίνησης, καθίσταται σαφές πως απουσιάζει ένας καίριος κρίκος στην αλυσίδα της λειτουργίας των λιμανιών.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως η Πλοηγική Υπηρεσία, αν και είναι κρατική δημόσια υπηρεσία που ανήκει στο υπουργείο Ναυτιλίας, αποτελούμενη από δεκατρείς πλοηγικούς σταθμούς με τον μεγαλύτερο και πολυπληθέστερο πλοηγικό σταθμό του Πειραιά, αποτελεί αυτοχρηματοδοτούμενο φορέα. Το κεφάλαιο της Πλοηγικής Υπηρεσίας, όπως αποκαλείται η οικονομική της δομή, διανέμεται απόλυτα ισοσκελισμένα, με αποτέλεσμα να είναι σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες πλεονασματικό, συνεισφέροντας και στον κρατικό προϋπολογισμό ένα ποσοστό 8% ανά τρίμηνο των ακαθάριστων εσόδων. Δεν χρηματοδοτείται δηλαδή ούτε επιδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το 2014 οι προβλεπόμενες οργανικές θέσεις μειώθηκαν στο πλαίσιο των αξιώσεων της τρόικας στο μισό, αλλά ούτε καν αυτές είναι επανδρωμένες σήμερα.
Χρήστες και φορείς του λιμανιού με επιστολή τους προς τον αρμόδιο αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικών για θέματα διοικητικής μεταρρύθμισης Χρ. Βερναρδάκη και τον συναρμόδιο υπουργό Ναυτιλίας Θ. Δρίτσα προειδοποιούν για τους κινδύνους οικονομικούς και όχι μόνον από τις δυσλειτουργίες της Πλοηγικής Υπηρεσίας. Ανάλογη προειδοποίηση είχαν κάνει από τον Νοέμβριο του 2015, αλλά έκτοτε ουδεμία ουσιαστική πρόοδος δεν επετεύχθη. Σημειώνεται επίσης πως ακόμα και η υπάρχουσα σήμερα δύναμη της υπηρεσίας «είναι πλασματική, εάν ληφθεί υπόψη ότι τρεις τουλάχιστον πλοηγοί αποσπώνται σε τακτική βάση προς υποβοήθηση άλλων επαρχιακών λιμένων, όπως και οι εύλογες απουσίες λόγω αδειών, ασθενειών».
Έντυπη