Το συναίσθημα στην Τουρκία είναι έντονο μετά από την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, και έχουν πληγεί οι σχέσεις με την ΕΕ –και τη
Δύση γενικότερα. Μετά από σειρά διπλωματικών κινήσεων τις τελευταίες εβδομάδες, και οι δύο εταίροι φαίνεται τώρα να έχουν μια πλήρη ατζέντα μπροστά τους. Αλλά η εσωτερική πολιτική και στις δύο πλευρές θα μπορούσαν να επηρεάσουν το χρονοδιάγραμμα.
Μετά από τον θρήνο εβδομάδων για την απουσία συμπάθειας από τις ευρωπαϊκές και δυτικές χώρες στην περίοδο μετά από το πραξικόπημα, η Τουρκία έχει προσφάτως δεχθεί αρκετούς εξέχοντες πολιτικούς και υψηλόβαθμους αξιωματούχους από θεσμικά όργανα και κράτη-μέλη της ΕΕ. Όλοι έχουν επιβεβαιώσει την στήριξη της ΕΕ για τους νόμιμους θεσμούς της Τουρκίας και έχουν εστιάσει σε ζητήματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος για το μέλλον. Έχει γυρίσει μια σελίδα, και η ΕΕ έχει σαφώς επαναβεβαιώσει την στάση της σε σχέση με την δημοκρατία της Τουρκίας.
Με την ευκαιρία των επισκέψεων αυτών, αλλά επίσης στη διάρκεια επαφών στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της G20 στην Κίνα στις 4-5 Σεπτεμβρίου, έχει προκύψει μια πλήρης ατζέντα. Εξ ορισμού, αυτό αντιστοιχεί στις προτεραιότητες στις οποίες μπορούν να συμφωνήσουν και οι δύο πλευρές: εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας, εφαρμογή της προσφυγικής συμφωνίας του Μαρτίου 2016, συνέχιση των εργασιών για την απελευθέρωση της βίζα, συνεργασία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, και συνεννόηση σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, ιδίως σε σχέση με τη Συρία.
Κάθε ένα από αυτά τα θέματα έχει τη δική του λογική και εξειδίκευση, και το κάθε ένα απαιτεί συχνή ανταλλαγή τεχνικών πληροφοριών καθώς και ισχυρή πολιτική δέσμευση.
Η τελωνειακή ένωση, η οποία ήταν μεγάλη επιτυχία για την Τουρκία και την ΕΕ, έχει απόλυτη ανάγκη μια σοβαρή αναμόρφωση ώστε να προσαρμοστεί στα εξελισσόμενα εμπορικά πρότυπα. Μέχρι το τέλος του 2016, η Κομισιόν θα έχει ολοκληρώσει τεχνικές προετοιμασίες για μια αναβάθμιση και το επόμενο βήμα θα είναι να συμφωνήσει σε μια εντολή για διαπραγματεύσεις με την Τουρκία. Αυτή είναι μια πολύ σημαντική κίνηση και για τις δύο πλευρές, με οφέλη για την οικονομία και την απασχόληση.
Η συμφωνία για το προσφυγικό μεταξύ ΕΕ-ΤΟυρκίας λειτουργεί, παρά τις συχνά αρνητικές επισημάνσεις από την Άγκυρα: σε λιγότερο από έξι μήνες, 2,239 δισ ευρώ από τα συνολικά συμφωνηθέντα 3 δισ. ευρώ της βοήθειας της ΕΕ, έχουν κατανεμηθεί στην Τουρκία, 652 εκατ. ευρώ έχουν συναφθεί με πλήρη διαφάνεια και 467 εκατ. ευρώ έχουν ξοδευτεί σύμφωνα με τις διαδικασίες της ΕΕ για τις δημόσιες δαπάνες. Η συμφωνία θα συνεχίσει να λειτουργεί προς όφελος των Σύριων προσφύγων στην Τουρκία και για να ελαφρύνει το οικονομικό φορτίο της Άγκυρας. Δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης στην Τουρκία, η συνιστώσα της συμφωνίας για την απελευθέρωση του καθεστώτος της βιζα για τους Τούρκους πολίτες που ταξιδεύουν στην ΕΕ, θα μπορούσε να διαρκέσει περισσότερο από ό,τι αναμενόταν, αλλά το έργο πρέπει και θα συνεχιστεί.
Οι Βρυξέλλες και η Άγκυρα θα πρέπει να αναπτύξουν περαιτέρω τη συνεργασία τους στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και να βαθύνουν την ανταλλαγή απόψεων για το μέλλον της Συρίας, διότι αυτοί οι τομείς είναι κρίσιμοι για την ΕΕ στο σύνολό της και για αρκετές χώρες της ΕΕ μεμονωμένα.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα, που συχνά απουσιάζει από τις ειδήσεις, είναι η μεγάλη και διαφοροποιημένη σειρά των project συνεργασίας στο προενταξιακό πρόγραμμα της ΕΕ, το οποίο βοηθάει τους θεσμούς και τις πολιτικές της Τουρκίας να αναβαθμιστούν στα υψηλότερα πρότυπα σε όλους τους τομείς μπορεί να βασιστεί κανείς. Αυτή η διαδικασία αφορά όχι μόνο τους τεχνικούς θεσμούς αλλά επίσης και την αστική κοινωνία και τον πολιτιστικό εκπαιδευτικό κλάδο και απαντά στις προσδοκίες πολλών χιλιάδων τουρκικών φορέων και πολιτών. Η ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζει το πρόγραμμα με ανανεωμένο σθένος.
Ωστόσο, στο τρέχον πολιτικό πλαίσιο, η βαθύτερη συνεργασία σε θέματα προτεραιότητας μπορεί κάλλιστα να συναντήσουν εμπόδια από τις αντίστοιχες εγχώριες πολιτικές σκηνές και των δύο πλευρών.
Στην ΕΕ, το τωρινό λαϊκιστικό κύμα και οι κρίσιμες εκλογές στη Γαλλία και στη Γερμανία το 2017 μπορεί να έχουν μια αρνητική επίδραση σε ορισμένες πρωτοβουλίες που σχετίζονται με την Τουρκία, αν και πολλές χώρες της ΕΕ και εταιρείες, έχουν στρατηγικό συμφέρον στη χώρα.
Ομοίως, καθώς η Τουρκία βιώνει την αποσταθεροποίηση ύστερα από την απόπειρα πραξικοπήματος, αυξημένους οικονομικούς κινδύνους, και ακραία εθνικιστικά αισθήματα, η χρήση σκληρής ρητορικής εναντίον της ΕΕ και των ΗΠΑ φαίνεται να έχει γίνει ρουτίνα. Αυτού του είδους ο πολιτικός λόγος κινδυνεύει να εκνευρίζει ακόμη περισσότερους κορυφαίους Ευρωπαίους πολιτικούς, μεγαλώνοντας την αδιαφορία της κοινής γνώμης στην Τουρκία, και δημιουργώντας επιπλέον δυσκολίες (εκτός της κατάστασης ασφάλειας) για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία.
Σε ό,τι αφορά την Τουρκία, η σταθερότητα και ευημερία της χώρας βρίσκεται σε δύο θεμελιώδεις πυλώνες που δεν έχουν πραγματικά υποκατάστατα: η ασφάλεια του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, και οι οικονομικοί δεσμοί με την ΕΕ. Παρά τις ηχηρές διακηρύξεις και τις φωτογραφικού τύπου ευκαιρίες, η ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων και σχέσεων ασφάλειας με τη Ρωσία, την Κίνα ή τις χώρες του Κόλπου δεν είναι εύκολη δουλειά για την Τουρκία (με την πιθανή εξαίρεση της ενεργειακής συνεργασίας με την Ρωσία). Τα στατιστικά στοιχεία μιλούν από μόνα τους: η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εταίρος της Τουρκίας για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές, απορροφώντας το 44% των τουρκικών εξαγωγών το 2014. Η ΕΕ επίσης αντιστοιχεί περίπου στο 75% όλων των άμεσων ξένων επενδύσεων που έλαβε η χώρα στο διάστημα 2009-2011..
Οι τουρκικοί επιχειρηματικοί και οικονομικοί κύκλοι γνωρίζουν πολύ καλά ποια είναι τα θεμελιώδη συμφέροντά τους. Στο πλαίσιο του μαζικού εμπορίου, της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής αλληλεπίδρασης μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας, είναι καιρός να κάνουν τα πράγματα να λειτουργούν και να παρέχουν πρακτικές εξελίξεις. ΚΑι πάλι, αυτό δεν είναι εύκολο, ιδιαίτερα δεδομένης της μεγάλης κλίμακας εκκαθάρισης διανοούμενων, ακαδημαϊκών, Κούρδων και διαφωνούντων μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Ενώ η πολιτική ηγεσία ίσως βρει παρηγοριά σε μια όλο και περισσότερο εκτεταμένη εκκαθάριση, ακριβώς το αντίθετο ισχύει για την οικονομική πλευρά: όσο πιο διακριτικό είναι το δικαστικό σύστημα και όσο περισσότερο φιμωμένα είναι τα ΜΜΕ, τόσο λιγότερο άνετα θα αισθάνονται οι ξένοι επενδυτές, οι τράπεζες και οι οίκοι αξιολόγησης.
Υπάρχει πλέον ο σαφής κίνδυνος ότι οι προηγούμενες οικονομικές επιτυχίες του τουρκικού κυβερνώντος κόμματος θα διαγραφούν από τις αρνητικές κινήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, η διεθνή σκηνή είναι πολύ διαφορετική από την εγχώρια σκηνή. Στο εσωτερικό, οι θεωρίες συνωμοσίας αφθονούν και μπορεί ίσως να αποφέρουν πολιτικά οφέλη, ενώ μια εκκαθάριση θα μπορούσε ακόμη και να αποδειχθεί δημοφιλής σε ορισμένους κύκλους. Αλλά στο εξωτερικό, όσο περισσότερο κυριαρχούν θεμελιώδεις ανησυχίες και η εκκαθάριση συνεχίζεται, τόσο περισσότερο η οικονομία και η φήμη της Τουρκίας θα καταρρέει. Η μετάβαση από ένα περιβάλλον μέσου κανόνα δικαίου στην αυθαιρεσία, θα προκαλέσει καταστροφή στην οικονομία και στους πολίτες της χώρας. Η μεγάλη κλίμακα της κάθαρσης μετά από το επιχειρούμενο πραξικόπημα, γίνεται από μόνο του εμπόδιο στην ευημερία και σταθερότητα της Τουρκίας.
Η Τουρκία θα πάρει τις δικές της αποφάσεις. Αλλά, το να αγνοηθούν αυτά τα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά θεμελιώδη, θα ήταν τραγικό λάθος. Ειδικά όταν η ΕΕ έχει απλώσει τόσο ξεκάθαρα ένα χέρι βοηθείας.
capitalgr