ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ε.Ε. και προσδιορίζει τις εμπορικές πρακτικές που ενδέχεται να περιορίζουν τον ανταγωνισμό και τις επιλογές των καταναλωτών.
Η έκθεση επισημαίνει ότι περισσότεροι από τους μισούς ενήλικες Ευρωπαίους έχουν παραγγείλει καταναλωτικά αγαθά ή υπηρεσίες μέσω Διαδικτύου το 2015, με το ποσοστό να αυξάνεται σε περισσότερα από οκτώ στα δέκα άτομα σε ορισμένα κράτη-μέλη. Το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί μία από τις βασικές κινητήριες δυνάμεις διαφάνειας των τιμών και του ανταγωνισμού των τιμών που αυξάνουν τις επιλογές των καταναλωτών και την ικανότητά τους να βρουν τις καλύτερες προσφορές. Η διαφάνεια αυτή αφορά επίσης και το σκέλος της προσφοράς. Η έκθεση διαπιστώνει ότι οι μισοί και πλέον έμποροι λιανικής πώλησης παρακολουθούν τις τιμές των ανταγωνιστών και η συντριπτική πλειονότητα αντιδρά στις μεταβολές των τιμών των ανταγωνιστών.
Στην προκαταρκτική έκθεση επισημαίνονται, επίσης, ορισμένες εμπορικές πρακτικές, που ενδέχεται να περιορίζουν τον εν λόγω ανταγωνισμό στο Διαδίκτυο. Η έκθεση διαπιστώνει ότι:
– Περισσότεροι από δύο στους πέντε εμπόρους λιανικής πώλησης έρχονται αντιμέτωποι με κάποια μορφή σύστασης των τιμών ή περιορισμού των τιμών που επιβάλλεται από τους κατασκευαστές.
– Σχεδόν ένας στους πέντε εμπόρους λιανικής πώλησης εμποδίζεται, βάσει σύμβασης, να προβεί σε πωλήσεις στις διαδικτυακές αγορές.
– Σχεδόν ένας στους δέκα εμπόρους λιανικής πώλησης εμποδίζεται, βάσει σύμβασης, να καταθέσει προσφορές σε δικτυακούς τόπους σύγκρισης τιμών.
– Πάνω από ένας στους δέκα εμπόρους λιανικής πώλησης αναφέρει ότι οι προμηθευτές επιβάλλουν συμβατικούς περιορισμούς όσον αφορά τις διασυνοριακές πωλήσεις.
Ολα αυτά τα είδη συμβατικών περιορισμών στις πωλήσεις μπορούν υπό ορισμένες περιστάσεις να καταστήσουν τις διασυνοριακές αγορές ή τις αγορές στο Διαδίκτυο εν γένει πιο δυσχερείς και σε τελική ανάλυση να ζημιώσουν τους καταναλωτές, διότι τους στερούν τη δυνατότητα να επωφεληθούν από μεγαλύτερες δυνατότητες επιλογών και χαμηλότερες τιμές στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
Έντυπη