Δημοσιεύτηκε: Πέμπτη, 9 Ιούνιος, 2016 – 17:40 | Στην Κατηγορία:
Συντάκτης: Κώστας Ζαφειρόπουλος
Με ακόμα μια απόφαση-σταθμό για την ελληνική νομολογία, η οποία στέλνει μήνυμα ελπίδας σε χιλιάδες μικροοφειλέτες, το Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης όχι απλώς έκανε δεκτή την αίτηση ενός φτωχού ζευγαριού να ενταχθεί στις διατάξεις του νόμου Κατσέλη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, αλλά προέβη στην οριστική διαγραφή του 100% των οφειλών προς δύο τράπεζες.
Πρόκειται για την απόφαση 2285/2016, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο αναγνώρισε στο ζευγάρι των 60χρονων από την Κάρπαθο πως βάσει της πενιχρής οικονομικής τους κατάστασης έχουν πραγματική αδυναμία να αποπληρώσουν το υπόλοιπο των δανειακών υποχρεώσεών τους προς την Alpha Bank και την Τράπεζα Πειραιώς.
Παράλληλα, το δικαστήριο δεν όρισε μηδενικές καταβολές προς τους πιστωτές μόνο για τα επόμενα πέντε χρόνια, όπως συνήθως συνέβαινε σε ανάλογες περιπτώσεις στο πρόσφατο παρελθόν, αλλά προέβη ουσιαστικά στην οριστική διαγραφή των χρεών τους, διασώζοντας ταυτόχρονα την περιουσία του ζευγαριού από τη ρευστοποίηση προς όφελος των τραπεζών.
Μοναδικά περιουσιακά στοιχεία τους δύο ακίνητα στο Νεοχώρι Καρπάθου, από τα οποία το ένα (του συζύγου) έτσι κι αλλιώς προστατεύεται ως κύρια κατοικία.
Το 1990 το ζευγάρι αγόρασε τα δύο αυτά ακίνητα, τα οποία ήταν ημιτελή, με σκοπό να τα επισκευάσει και να τα αποπερατώσει.
Το 2002 πήραν στεγαστικά δάνεια γι’ αυτόν τον σκοπό από δύο τράπεζες (ΑΤΕ και Εμπορική), συνολικού ύψους περίπου 400.000 ευρώ.
Η μηνιαία δόση αποπληρωμής των δανείων ανερχόταν σε 1.600 ευρώ τον μήνα, ποσό υψηλό για τα δεδομένα της οικογένειας, ακόμα και εκείνη την περίοδο.
Αλλη μια απόδειξη του άκριτου δανεισμού από τα τραπεζικά ιδρύματα την περίοδο της επίπλαστης ευφορίας. Οσο οι δουλειές πήγαιναν σχετικά καλά, το ζευγάρι, έστω και με δυσκολίες, αποπλήρωνε τη δόση που φορτώθηκε και με δική του ευθύνη.
Μετοίκηση στη Ρόδο
Λίγο μετά το ξέσπασμα της κρίσης, το ζευγάρι έφυγε από τον τόπο καταγωγής του στην Κάρπαθο και μετοίκησε στη Ρόδο για οικονομικούς λόγους.
Η γυναίκα έψαχνε δουλειά, ενώ ο άντρας της ως ελαιοχρωματιστής αναζήτησε καλύτερες συνθήκες εργασίας καθώς στον τόπο τους οι δουλειές λιγόστευαν.
Τα πρώτα χρόνια κατάφερναν να μισθώνουν το ιδιόκτητο σπίτι της συζύγου όπου έμεναν αρχικά, στο Νεοχώρι της Καρπάθου.
Πρόκειται, σύμφωνα με τον νόμο, για την αποκαλούμενη «δυνητική» κύρια κατοικία, για κατοικία δηλαδή που δεν χρησιμοποιείται ως κύρια από τον οφειλέτη για οποιονδήποτε λόγο αλλά δύναται να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία στο μέλλον.
Η αντικειμενική αξία του συγκεκριμένου ακινήτου, το οποίο παρέμεινε τα επόμενα χρόνια ξενοίκιαστο, δεν ξεπερνά σήμερα το ποσό των 37.000 ευρώ, ενώ τη στιγμή του δανεισμού απετιμάτο σε 170.000 ευρώ.
Στη Ρόδο η γυναίκα βρήκε αρχικά εργασία ως καθαρίστρια στη Δημοτική Επιχείρηση Καθαριότητας, απολύθηκε όμως τον Δεκέμβριο του 2010.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι άρχισε να συρρικνώνεται πάνω από 60% το εισόδημα του συζύγου, ανάγκασε τους αιτούντες να μετοικήσουν στη Θεσσαλονίκη σε φιλικό τους πρόσωπο προς εύρεση εργασίας αλλά και προς αποφυγή εξόδων (ενοίκια κτλ).
Από τότε μέχρι σήμερα η γυναίκα παραμένει άνεργη, αντιμετωπίζοντας και χρόνια προβλήματα υγείας, ενώ ο άντρας με δυσκολία βγάζει 500 ευρώ τον μήνα.
Αναγκάστηκαν να σταματήσουν την αποπληρωμή του δανείου χρωστώντας στις τράπεζες 360.000 ευρώ.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το σκεπτικό της απόφασης του Ειρηνοδικείου, σύμφωνα με την οποία δεν πρέπει «να παραβιάζεται η βασική αρχή του δικαίου κατά την οποία ουδείς υποχρεούται στα αδύνατα».
Το δικαστήριο αναγνώρισε πως βάσει των πραγματικών δεδομένων (μακροχρόνια ανεργία, χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, μειωμένες δεξιότητες, προβλήματα υγείας αλλά και γενικότερα λόγω της οικονομικής κρίσης) η κατάσταση της συζύγου δεν αναμένεται να βελτιωθεί στο μέλλον.
Μηδενική καταβολή
Ως εκ τούτου το δικαστήριο επέβαλε μηδενικές καταβολές στην οφειλέτρια, δηλώνοντας πως «η υποχρέωση καταβολής μηνιαίων δόσεων οδηγεί σε εξαθλίωση τον οφειλέτη» και αποφάσισε να μην ορίσει καν νέα δικάσιμο για την υπόθεση.
Οσο για την προστασία και της δεύτερης κατοικίας του ζευγαριού, το δικαστήριο εξηγεί πως «η αξία ακινήτου δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος 3869/2010 για την εξαίρεσή της από την εκποίηση».
Εξάλλου, εξηγεί η απόφαση «ρευστοποιήσιμα είναι τα περιουσιακά στοιχεία που θα μπορέσουν να εκποιηθούν διότι είναι πρόσφορα προς πώληση και θα υπάρξει αγοραστικό ενδιαφέρον», κάτι που δεν ισχύει σε αυτήν την περίπτωση.
«Ο δικαστής είχε το θάρρος να δει την ουσία του προβλήματος της φούσκας των ακινήτων. Αναδεικνύει με αυτόν τον τρόπο τις μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των εκτιμήσεων που έκαναν οι μηχανικοί των τραπεζών και της πραγματικής αξίας των ακινήτων. Το σκεπτικό της απόφασης, που δείχνει τον δρόμο σε δικαστές και σε οφειλέτες, αποδεικνύει πως είναι αδύνατο οι τράπεζες, παρ’ ότι προχώρησαν στον άκριτο αυτό δανεισμό, να συνεχίζουν να διατηρούν τις ίδιες απαιτήσεις όταν οι αξίες έχουν υποστεί αυτήν την καθίζηση» δηλώνει στην «Εφ.Συν.» η δικηγόρος του ζευγαριού Θεανώ Παπακωνσταντίνου.
Το ζευγάρι, που είχε προσφύγει από το 2012 δικαστικά, υποδέχτηκε με ανακούφιση την απόφαση, η οποία του ανοίγει μια χαραμάδα αισιοδοξίας για το μέλλον.
Πηγή: efsyn.gr