τόσο καλά. Μία είναι ότι απλώς επέστρεψε στην μακροχρόνια πορεία ανάκαμψης μετά τον πόλεμο. Ωστόσο, αυτή η υπόθεση μεταπολεμικής ανοικοδόμησης δεν μπορεί να εξηγήσει τις γερμανικές αποδόσεις σε σχέση με άλλες, εξίσου κατεστραμμένες Δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Άλλοι παράγοντες, πολιτικής και θεσμικοί, πρέπει να έχουν παίξει έναν ρόλο. Μια δεύτερη εξήγηση είναι πως η ανάπτυξη ήρθε από νέες εμπορικές συνεργασίες που σχηματίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και του 1950. Ωστόσο, σύμφωνα με το Penn World Tables, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 ο βαθμός ανοίγματος της οικονομίας -που αντανακλάται στο σύνολο των εξαγωγών και εισαγωγών ως ποσοστό επί του ΑΕΠ- ήταν στην πραγματικότητα χαμηλότερος στη Γερμανία (24,5%) από ό,τι στο Ηνωμένο Βασίλειο (43,2%), στην Αυστρία (38,5%) και στη Γαλλία (26,7%).
Η Συμφωνία Χρέους του Λονδίνου το 1953 (LDA) συνέβαλλε στην μετέπειτα ανάπτυξη της Δυτικής Γερμανίας; Εάν ναι, πώς; Υπάρχουν πολλές αντικρουόμενες εξηγήσεις για τον λόγο για τον οποίο η Δυτική Γερμανία τα πήγε
Αν και η επίδραση της ελάφρυνσης χρέους στην γερμανική οικονομία είναι ακόμη υπό συζήτηση, οι Reinhart και Trebesch έχουν προσφάτως εξετάσει το μετέπειτα της ελάφρυνσης χρέους σε 45 χώρες στο διάστημα 1920-1939 και 1978-2010, και διαπίστωσαν ότι η οικονομική κατάσταση των οφειλετριών χωρών βελτιώνεται σημαντικά μετά από την ελάφρυνση χρέους, αλλά μόνο εάν η ελάφρυνση περιλαμβάνει και διαγραφή. Υπολόγισαν ότι, κατά μέσο όρο, μια διαγραφή 40%-50% στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, οδήγησε σε αυξήσεις του ΑΕΠ κατά 20%-30% στα πέντε χρόνια μετά από την ακύρωση του χρέους. Οι Reinhart και Trebesch εξετάζουν την επίπτωση της αναδιάρθρωσης χρέους στη διάρκεια του μεσοπολέμου και στις πρόσφατες δεκαετίες, αλλά δεν εξετάζουν τι συνέβη μετά από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επομένως η εργασία τους δεν περιλαμβάνει το LDA. Η πρόσφατη εργασία μας έχει αποδείξει τρεις τρόπους για τους οποίους είχε σημασία η ελάφρυνση χρέους στη Γερμανία.
Τι περιλάμβανε η Συμφωνία Χρέους του Λονδίνου;
Για την Δυτική Γερμανία, τα βασικά οικονομικά στοιχεία της αναδιάρθρωσης ήταν το Σχέδιο Μάρσαλ μαζί με τρεις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Οι πρώτες δύο ήταν η μεταρρύθμιση του νομίσματος του 1948 και η Ευρωπαϊκή ¨Ενωση Πληρωμών (1950-1958). Αφότου υιοθετήθηκαν, το τρίτο κρίσιμο στοιχείο, το LDA, παρουσιάστηκε το 1953. Η LDA υιοθετήθηκε μόλις οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν πεισθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις. Αν και το Σχέδιο Μάρσαλ κινητοποίησε μεγάλα ποσά οικονομικής βοήθειας (13 δισ. δολάρια ή 2% του αμερικανικού ΑΕΠ), η χρηματοοικονομική βοήθεια για την Γερμανία ήταν σχετικά μικρή (1,4 δισ. δολάρια) σε σχέση με τα ποσά που εγκρίθηκαν για το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία.
Η LDA κατέληξε σε τρεις βασικές και διακριτικές συμφωνίες:
Μείωση των προπολεμικών και μεταπολεμικών χρεών: Η Γερμανία χρωστούσε 29,7 δισ. γερμανικά μάρκα, τα οποία μειώθηκαν στα 14,5 δισ. μάρκα. Σε ονομαστικούς όρους, αυτό αντιστοιχεί με το 22% του γερμανικού ΑΕΠ το 1952.
Η αποπληρωμή του εναπομείναντος χρέους συνδέθηκε με την γερμανική οικονομική ανάπτυξη και τις εξαγωγές: Ο δείκτης εξυπηρέτησης του χρέους/εσόδων από τις εξαγωγές, δεν θα μπορούσε να ξεπεράσει το 3%.
Οι πιστώτριες χώρες να επαναδιαπραγματευτούν τους όρους της αποπληρωμής: Αυτό θα συνέβαινε εάν οι περιστάσεις καθιστούσαν την εξυπηρέτηση του χρέους περισσότερο επαχθή από ό,τι πιστευόταν αρχικά. Αυτό δεν ήταν απαραίτητο δεδομένης της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής επίδοσης της Γερμανίας στη δεκαετία του 1950 και του 1960.
Για να διερευνήσουμε τις συνέπειες αυτής της ελάφρυνσης χρέους, χρησιμοποιήσαμε νέα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από τα μηνιαία report της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, από το 1948 μέχρι την δεκαετία του 1960. Αυτά τα reports παρέχουν λεπτομερή στατιστικά των γερμανικών οικονομικών και ένα αφήγημα της εξέλιξης της γερμανικής οικονομίας σε μηνιαία βάση.
Δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο για επενδύσεις και κοινωνικές δαπάνες
Ένα από τα πρωταρχικά επιδιωκόμενα οικονομικά οφέλη της LDA ήταν πως θα απελευθέρωνε δημοσιονομικό περιθώριο. Αυτό το περιθώριο θα μπορούσε στη συνέχεια να χρησιμοποιηθεί για εγχώριες επενδύσεις και να ικανοποιήσει την ζήτηση για κοινωνικής δαπάνες. Εάν αυτό ήταν αλήθεια, τότε μετά την LDA οι κοινωνικές δαπάνες θα έπρεπε να είχαν αυξηθεί σχετικά γρήγορα σε σχέση με άλλες κατηγορίες δαπανών. Για να εξερευνήσουμε το εύρος στο οποίο η LDA συνδεόταν με μια άνοδο των πραγματικών κατά κεφαλή κοινωνικών δαπανών, εφαρμόσαμε διαφορετικά μοντέλα παλινδρόμησης που εξηγούν τις αλλαγές με τον καιρό σε 14 διαφορετικούς τύπους πραγματικών κατά κεφαλή δαπανών. Το δείγμα μας αφορούσε από το 1948 μέχρι το 1962, συμπεριλαμβανομένων τόσο των προ όσο και μετά της LDA ετών. Η ομάδα εξερεύνησης ήταν οι κοινωνικές δαπάνες, που συγκεντρώνουν τις κατηγορίες δαπανών για την υγεία, την εκπαίδευση, την οικονομική ανάπτυξη και την στέγαση. Η ομάδα ελέγχου περιλάμβανε τις υπόλοιπες 10 κατηγορίες. Διαπιστώνουμε ότι η LDA συνδεόταν με μια σημαντική αύξηση στις πραγματικές κατά κεφαλή κοινωνικές δαπάνες στην υγεία, την εκπαίδευση, την στέγαση, και την οικονομική εξέλιξη, ενώ αυτή η άνοδος ήταν σημαντικά υψηλότερη από τις αλλαγές σε άλλου τύπου δαπάνες που περιλάμβαναν στρατιωτικές δαπάνες και υψηλότερες από ό,τι στα χρόνια προ LDA. Επίσης υπολογίσαμε ένα “πλήρως ευέλικτο” μοντέλο difference-in-difference που επιτρέπει ξεχωριστούς συντελεστές στην κατηγορία κοινωνικών δαπανών σε κάθε έτος του δείγματος. Αυτό το μοντέλο περιλάμβανε επίσης ετήσια dummies και σταθερά αποτελέσματα για τις 14 κατηγορίες δαπανών (Εικόνα 1). Συνολικά, τα αποτελέσματά μας είναι σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, ότι η αποπληρωμή χρέους υπό την LDA καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την πορεία των δημοσίων επενδύσεων και δαπανών, και καθώς τα χρέη αποπληρώνονταν (ή ακυρώνονταν), αυτό απελευθέρωση νέους πόρους για τις δημόσιες επενδύσεις.
Χαμηλότερο κόστος δανεισμού
Από τη στιγμή που η LDA απομάκρυνε την πιθανότητα μιας νέας χρεοκοπίας, οι ξένοι επενδυτές ανέκτησαν την εμπιστοσύνη τους στην οικονομία της Δυτικής Γερμανίας και η LDA συνέπεσε με νέο εξωτερικό δανεισμό και επενδύσεις. Αυτό με την σειρά του βοήθησε την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης. ΟΙ βασικές αποδόσεις στο μακροπρόθεσμο χρέος, μια ένδειξη του κινδύνου χρεοκοπίας, μειώθηκαν σημαντικά στη Δυτική Γερμανία όταν ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για την LDA το 1951 (από το 3,3% στο 1,83%) και στη συνέχεια σταθεροποιήθηκαν σε ιστορικά χαμηλά ποσοστά όταν επικυρώθηκε το LDA (2%-3%). Ειρωνικά, η LDA οδήγησε επίσης σε νέες οικονομικές δυσκολίες τη Γερμανία. Όπως συζητήθηκε από την Bundesbank, 15 δισ. μάρκα νέου χρέους μεταξύ του 1953 και του 1962, οφειλόταν στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη γερμανική οικονομία και στην αυξημένη ζήτηση των ξένων επενδυτών για γερμανικούς τίτλους.
Σταθεροποίηση του πληθωρισμού
Η σταθεροποίηση του πληθωρισμού ήταν το τελευταίο μεγάλο οικονομικό όφελος. Το 1948 η Δυτική Γερμανία εισήγαγε το γερμανικό μάρκο. Ήταν εξαιρετικά ασταθές μέχρι το 1953, ενώ έκτοτε σταθεροποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της βελτιωμένης κατάστασης των γερμανικών οικονομικών. Αυτό προέκυψε επίσης διότι η Γερμανία είχε σταματήσει να είναι μεγάλος οφειλέτης στο τέλος του πολέμου, σε έναν πιστωτή μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950.
Συγκρίσεις μεταξύ της LDA και της σύγχρονης διαχείρισης του χρέους
Η αναδιάρθρωση του χρέους με βάση την LDA αποδείχθηκε επιτυχής. Ενώ υπήρχαν προβλήματα με το χρέος πριν από το 1953, μια δεκαετία μετά δεν υπήρχε κανένα.
Η LDA μπορεί να έχει επιπτώσεις στη σύγχρονη διαχείριση του χρέους στις νοτιοευρωπαϊκές χώρες. Υπάρχουν ωστόσο πολιτικές-οικονομικές διαφορές μεταξύ του τότε και του τώρα. Η γερμανική οικονομία αναπτυσσόταν ήδη μεταξύ του 1950 και του 1952 με το αξιοσημείωτο ποσοστό του 8% ετησίως. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν οι συνθήκες για την αναδιάρθρωση του χρέους θα ήταν οι ίδιες χωρίς τα αρχικά σημάδια ανάκαμψης από τη Γερμανία. Πραγματικά, από τη στιγμή που η αναδιάρθρωση του χρέους συνδέθηκε με το Σχέδιο Μάρσαλ και ήταν μέρος μιας ευρείας σειράς μέτρων για την ευρωπαϊκή ανάκαμψη, πρέπει να δούμε την επιτυχία της LDA στο πλαίσιο των νομισματικών μεταρρυθμίσεων του 1948 και της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Πληρωμών. Επίσης η Γερμανία αντιπροσώπευε το 15,4% του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού το 1953, σε σχέση με το 2,1% χρεωμένων χωρών, όπως η Ελλάδα σήμερα. Τέλος, η Γερμανία ήταν ένας σημαντικός σύμμαχος στον Ψυχρό Πόλεμο και την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ μάχη εναντίον της επέκτασης της Σοβιετικής Ένωσης.
Αξιολογώντας την LDA, πρέπει να διαχωρίσουμε τα πολιτικά κίνητρα (ιδιαίτερα την εξωτερική πολιτική) από τους οικονομικούς στόχους. Ακόμη και αν επρόκειτο να αποδώσουμε τα πιο κυνικά και καθοριστικά κίνητρα στην LDA του 1953 (η ανάγκη για μια ισχυρή Γερμανία στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου στη δεκαετία του 1950, παράλληλα με την πραγματοποίηση των λαθών στο Συνέδριο Ειρήνης των Βερσαλλιών και τις επακόλουθες επιδράσεις των), είναι σαφές ότι η ελάφρυνση χρέους ήταν εμφατικά σχεδιασμένη για να βοηθήσει την Γερμανία να αναπτυχθεί. Έδινε πάντα προτεραιότητα στην γερμανική οικονομική υγεία παρά στην αποπληρωμή του χρέους.
Αυτό έρχεται σε εντυπωσιακή αντίθεση με τις πρόσφατες και τρέχουσες πολιτικές προς τις χώρες της νότιας ευρωζώνης. Ειρωνικά, η Γερμανία ήταν ο μεγαλύτερος παραβάτης για το χρέος στον 20ο αιώνα, όπως επισημάνθηκε από τον Thomas Piketty και τον Albrecht Ritschi. Η Γερμανία επιμένει σθεναρά ότι η Ελλάδα, η Πορτογαλία ή η Ισπανία πρέπει να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, ξεχνώντας ότι η Ευρώπη οικοδομήθηκε εν μέρει στην άφεση των χρεών έτσι ώστε οι νέες γενιές να μην πληρώνουν τα λάθη του παρελθόντος. Η επαναξέταση της LDA μπορεί να μας δείξει πόσο διαφορετικές ήταν οι πολιτικές στην κρίση της ευρωζώνης, και επίσης πώς αυτές οι πολιτικές μπορούν να εξηγήσουν τη διάρκεια των συνδεδεμένων υφέσεων.
capitalgr
Επόμενο άρθρο Ιταλία: Από χώρα διέλευσης, χώρα παραμονής