Ο ανταγωνισμός μεταποιητικών επιχειρήσεων δυναμιτίζει τον κλάδο
Το αποτέλεσμα είναι οι παραγωγοί να εισπράξουν λιγότερα χρήματα και οι εταιρείες να έχουν μεγάλα αποθέματα.
Δεδομένου μάλιστα του γεγονότος ότι η ιταλική αγορά είναι μία από τις σημαντικότερες αγορές της ελληνικής πράσινης ελιάς, η ήδη προβληματική κατάσταση των μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων εντάθηκε ακόμη περισσότερο.
Οπως επισημαίνει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Νέλος Γεωργούδης, πρόεδρος του Πανελλήνιας Ενωσης Μεταποιητών Τυποποιητών Εξαγωγέων Επιτραπέζιων Ελιών, το πρόβλημα αυτό ανακύπτει από το γεγονός ότι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης αρνείται να συγκροτήσει μητρώο μεταποιητικών επιχειρήσεων του προϊόντος, έτσι επιχειρήσεις με προβληματική ποιότητα στη λειτουργία τους δημιουργούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές.
Πτωτική πορεία
Ειδικότερα στις πρώτες ημέρες που «άνοιξε» εφέτος η αγορά της πράσινης ελιάς ήταν με «ανοιχτή τιμή», ένδειξη που σημαίνει πως κάτι δεν πάει καλά.
Λίγες ημέρες αργότερα η τιμή της ανώτερης ποιότητας της ποικιλίας Χαλκιδικής προσδιορίστηκε στα 80 λεπτά το κιλό από 1 ευρώ που ήταν πέρυσι και αντιστοίχως περίπου 20 λεπτά έχασαν όλες οι κατηγορίες. Επειδή όμως στην αγορά της πράσινης ελιάς η ποικιλία της Χαλκιδικής είναι αυτή που καθορίζει και το εύρος των τιμών, η πτώση της συμπαρέσυρε και τις άλλες ποικιλίες της λεγόμενης κονσερβοελιάς (δηλαδή Πηλίου, Αμφίσσης, Μεγάρων κ.λπ.).
Ολα αυτά συνέβησαν σε μια χρονιά εξαιρετικά δύσκολη για τους ελαιοπαραγωγούς, δεδομένου ότι η φορολογική τους επιβάρυνση έχει αυξηθεί.
Από την άλλη πλευρά, οι μεταποιητικές εταιρείες που αγοράζουν και επεξεργάζονται πράσινες ελιές αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα κυρίως στην εξαγωγική τους δραστηριότητα, πρώτον, λόγω του περιορισμού της κατανάλωσης που παρατηρείται στην Ευρώπη – οι πρώτοι που το αντιλαμβάνονται είναι οι εξαγωγείς – και, δεύτερον, λόγω του απελπισμένου ανταγωνισμού που υφίστανται από μικρές ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις, οι οποίες «σκοτώνουν» τις τιμές, πουλώντας ακόμη και κάτω του κόστους αγοράς, προκειμένου να αδειάσουν τις αποθήκες τους.
Μείωση κατανάλωσης
Ωστόσο ιδιαίτερο πρόβλημα για τους έλληνες εξαγωγείς πράσινης ελιάς αποτελεί η περίπτωση της Ιταλίας, μιας από τις σημαντικότερες αγορές για το ελληνικό προϊόν. Εκτός από το προαναφερθέν σκάνδαλο που συνέβη πέρυσι με αποτέλεσμα να σημειωθεί τρομακτική μείωση στην κατανάλωση, η ίδια η ιταλική αγορά βρίσκεται σε κρίση – «ταλαιπωρούμαστε κάθε φορά να πάρουμε τα λεφτά μας την τελευταία περίοδο» έλεγε επιχειρηματίας του κλάδου προς «Το Βήμα».
Στον αντίποδα των παραγωγών της πράσινης ελιάς κινούνται οι παραγωγοί της ποικιλίας Καλαμών. Πρόκειται για μια ποικιλία που έχει συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση στις ξένες αγορές, γι’ αυτό και αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο ο αριθμός των αντίστοιχων ελαιόδεντρων. Ενώ λοιπόν οι παραγωγοί της ποικιλίας Χαλκιδικής εφέτος βγήκαν χαμένοι, φαίνεται ότι οι παραγωγοί της ποικιλίας Καλαμών θα είναι κερδισμένοι. Πηγή της αγοράς έλεγε ότι τον περασμένο Αύγουστο «η Σπάρτη πούλησε στα 2 ευρώ τα αποθέματα της προηγούμενης εσοδείας που είχε».
Τούτο πρακτικά σημαίνει ότι η εφετινή αγορά θα ανοίξει υψηλά. Αλλά και οι μεταποιητές της ποικιλίας Καλαμών αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τον καθορισμό ως ΠΟΠ του προϊόντος από έναν μικρό συνεταιρισμό του Νομού Μεσσηνίας. Είναι γνωστό ότι σε έξι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση στα ράφια των σουπερμάρκετ από τις ελληνικές επιχειρήσεις ελιών με την επωνυμία Καλαμών. Επιτρέπεται η εξαγωγή μόνο ανεπεξέργαστης ελιάς σε μεγάλες συσκευασίες. Οπως εξηγούν οι ίδιες πηγές, η προστιθέμενη αξία του προϊόντος και η μεγαλύτερη κερδοφορία προέρχονται από την επεξεργασία του προϊόντος.
O απελπισμένος εξαγωγικός ανταγωνισμός στο επίπεδο των τιμών, κυρίως των μικρών ελληνικών εταιρειών μεταποίησης πράσινης ελιάς, οδήγησε εφέτος τις τιμές παραγωγού σε σημαντική πτώση και προκάλεσε γενικότερη αρρυθμία στην
αγορά.
αγορά.
Το αποτέλεσμα είναι οι παραγωγοί να εισπράξουν λιγότερα χρήματα και οι εταιρείες να έχουν μεγάλα αποθέματα.
Και όλα αυτά έναν χρόνο μετά το σκάνδαλο που προκλήθηκε πέρυσι στην Ιταλία με την υπερβάλλουσα χρήση χλωροφύλλης από ιταλούς μεταποιητές σε πράσινες ελιές – κυρίως Χαλκιδικής – με αποτέλεσμα η κατανάλωσή τους να μειωθεί κατά περίπου 50%.
Δεδομένου μάλιστα του γεγονότος ότι η ιταλική αγορά είναι μία από τις σημαντικότερες αγορές της ελληνικής πράσινης ελιάς, η ήδη προβληματική κατάσταση των μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων εντάθηκε ακόμη περισσότερο.
Οπως επισημαίνει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Νέλος Γεωργούδης, πρόεδρος του Πανελλήνιας Ενωσης Μεταποιητών Τυποποιητών Εξαγωγέων Επιτραπέζιων Ελιών, το πρόβλημα αυτό ανακύπτει από το γεγονός ότι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης αρνείται να συγκροτήσει μητρώο μεταποιητικών επιχειρήσεων του προϊόντος, έτσι επιχειρήσεις με προβληματική ποιότητα στη λειτουργία τους δημιουργούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές.
Πτωτική πορεία
Αλλος επιχειρηματίας, από τους μεγάλους του κλάδου, έλεγε χαρακτηριστικά ότι «υπάρχουν επιχειρήσεις, κυρίως στην περιοχή της Χαλκιδικής, που αγόρασαν με 1 ευρώ το κιλό από τον παραγωγό και πουλούσαν στο εξωτερικό προς 90 λεπτά, ασκώντας σοβαρές πιέσεις στις μεγάλες οργανωμένες επιχειρήσεις».
Ειδικότερα στις πρώτες ημέρες που «άνοιξε» εφέτος η αγορά της πράσινης ελιάς ήταν με «ανοιχτή τιμή», ένδειξη που σημαίνει πως κάτι δεν πάει καλά.
Λίγες ημέρες αργότερα η τιμή της ανώτερης ποιότητας της ποικιλίας Χαλκιδικής προσδιορίστηκε στα 80 λεπτά το κιλό από 1 ευρώ που ήταν πέρυσι και αντιστοίχως περίπου 20 λεπτά έχασαν όλες οι κατηγορίες. Επειδή όμως στην αγορά της πράσινης ελιάς η ποικιλία της Χαλκιδικής είναι αυτή που καθορίζει και το εύρος των τιμών, η πτώση της συμπαρέσυρε και τις άλλες ποικιλίες της λεγόμενης κονσερβοελιάς (δηλαδή Πηλίου, Αμφίσσης, Μεγάρων κ.λπ.).
Ολα αυτά συνέβησαν σε μια χρονιά εξαιρετικά δύσκολη για τους ελαιοπαραγωγούς, δεδομένου ότι η φορολογική τους επιβάρυνση έχει αυξηθεί.
Από την άλλη πλευρά, οι μεταποιητικές εταιρείες που αγοράζουν και επεξεργάζονται πράσινες ελιές αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα κυρίως στην εξαγωγική τους δραστηριότητα, πρώτον, λόγω του περιορισμού της κατανάλωσης που παρατηρείται στην Ευρώπη – οι πρώτοι που το αντιλαμβάνονται είναι οι εξαγωγείς – και, δεύτερον, λόγω του απελπισμένου ανταγωνισμού που υφίστανται από μικρές ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις, οι οποίες «σκοτώνουν» τις τιμές, πουλώντας ακόμη και κάτω του κόστους αγοράς, προκειμένου να αδειάσουν τις αποθήκες τους.
Μείωση κατανάλωσης
Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται για σοβαρή εξαγωγική δραστηριότητα, ότι δεν υπάρχει ούτε μελέτη ούτε έρευνα της αγοράς ούτε στόχος.
Ωστόσο ιδιαίτερο πρόβλημα για τους έλληνες εξαγωγείς πράσινης ελιάς αποτελεί η περίπτωση της Ιταλίας, μιας από τις σημαντικότερες αγορές για το ελληνικό προϊόν. Εκτός από το προαναφερθέν σκάνδαλο που συνέβη πέρυσι με αποτέλεσμα να σημειωθεί τρομακτική μείωση στην κατανάλωση, η ίδια η ιταλική αγορά βρίσκεται σε κρίση – «ταλαιπωρούμαστε κάθε φορά να πάρουμε τα λεφτά μας την τελευταία περίοδο» έλεγε επιχειρηματίας του κλάδου προς «Το Βήμα».
Στον αντίποδα των παραγωγών της πράσινης ελιάς κινούνται οι παραγωγοί της ποικιλίας Καλαμών. Πρόκειται για μια ποικιλία που έχει συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση στις ξένες αγορές, γι’ αυτό και αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο ο αριθμός των αντίστοιχων ελαιόδεντρων. Ενώ λοιπόν οι παραγωγοί της ποικιλίας Χαλκιδικής εφέτος βγήκαν χαμένοι, φαίνεται ότι οι παραγωγοί της ποικιλίας Καλαμών θα είναι κερδισμένοι. Πηγή της αγοράς έλεγε ότι τον περασμένο Αύγουστο «η Σπάρτη πούλησε στα 2 ευρώ τα αποθέματα της προηγούμενης εσοδείας που είχε».
Τούτο πρακτικά σημαίνει ότι η εφετινή αγορά θα ανοίξει υψηλά. Αλλά και οι μεταποιητές της ποικιλίας Καλαμών αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τον καθορισμό ως ΠΟΠ του προϊόντος από έναν μικρό συνεταιρισμό του Νομού Μεσσηνίας. Είναι γνωστό ότι σε έξι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση στα ράφια των σουπερμάρκετ από τις ελληνικές επιχειρήσεις ελιών με την επωνυμία Καλαμών. Επιτρέπεται η εξαγωγή μόνο ανεπεξέργαστης ελιάς σε μεγάλες συσκευασίες. Οπως εξηγούν οι ίδιες πηγές, η προστιθέμενη αξία του προϊόντος και η μεγαλύτερη κερδοφορία προέρχονται από την επεξεργασία του προϊόντος.
ΒΗΜΑ