ψευδών στοιχείων σε αγωγή, να εξασφαλίσουν µεγαλύτερη αποζηµίωση από ασφαλιστική εταιρεία για τον θάνατο σε τροχαίο δυστύχηµα συγγενούς τους υπέρ άλλων πεθαµένων συγγενών τους, τους οποίους εµφάνισαν να βρίσκονται στη ζωή.
H υπόθεση απασχόλησε σε πρώτο βαθμό το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων, οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι και τους επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 3 ετών με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα.
Η δίκη επαναλαμβάνεται ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου και ο συνήγορος των κατηγορουμένων κ. Μ. Βλάχος ευελπιστεί στην αθώωση των εντολέων του, οι οποίοι είχαν παραιτηθεί από την χρηματική απαίτηση του αποθανόντος συγγενούς τους, στην αστική δίκη με την ασφαλιστική εταιρεία.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι τέσσερις πρώτοι την 11.3.2003 άσκησαν ενώπιον του Mονοµελούς Πρωτοδικείου Pόδου την υπ’ αρ. εκθ. κατάθεσης 58/11.3.2003 αγωγή (διαδικασία αυτοκινητικών διαφορών) κατά της Eλ. K., του Γ. Πλ. και της ανώνυµης εταιρείας µε την επωνυµία «INTERLIFE A.A.E.» µε έδρα τη Θεσσαλονίκη (εγκαλούσα), στην οποία ανέγραψαν µεταξύ των εναγόντων και τους εν γνώσει τους θανόντες N. Γ. του K. (9ος ενάγων), Φ. συζ. N. Γ. (10η ενάγουσα), δηλαδή τους παππούδες και γιαγιάδες του θανατωθέντος σε τροχαίο δυστύχηµα I. Γ., συζύγου της πρώτης και αδελφού των υπόλοιπων κατηγορουµένων, δηλαδή παρέστησαν ψευδώς στο Δικαστήριο τους ανωτέρω ως ζωντανούς στο αγωγικό τους δικόγραφο, επανέλαβαν το ίδιο µε το δικόγραφο των προτάσεων, το οποίο κατατέθηκε στο Δικαστήριο την 3.2.2004, αν και παρέστησαν στο ακροατήριο όταν άκουσαν να εκφωνούνται τα ονόµατα των ως άνω θανόντων, σιώπησαν αποκρύπτοντας αθέµιτα από το Δικαστήριο το θάνατό τους, και κάλεσαν τον µάρτυρα Λ. A. (πέµπτος κατηγορούµενος), ο οποίος κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι όλοι οι ανωτέρω πλην της P. Λ. είναι ζωντανοί, προκειµένου να πείσουν το Δικαστήριο να επιδικάσει σ’ αυτούς ως χρηµατική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ σε έκαστο.
Δεν ολοκλήρωσαν όμως την πράξη τους αυτή, όχι από δική τους βούληση, αλλά διότι η τρίτη εναγόµενη αντιλήφθηκε την απατηλή συµπεριφορά τους και προέβαλε ένσταση έλλειψης δικαστικής πληρεξουσιότητας µε αποτέλεσµα να αναγκαστούν να οµολογήσουν µε το δικόγραφο της προσθήκης – αντίκρουσης, το οποίο κατέθεσαν στη γραµµατεία του Δικαστηρίου την 10.2.2004, ότι οι ως άνω τέσσερις ενάγοντες απεβίωσαν.
Ο πέµπτος κατηγορούµενος την 3.2.2004 εξετάσθηκε από το Mονοµελές Πρωτοδικείο Pόδου επί της υπ’ αρ. εκθ. καταθέσεως 58/11.3.2003 αγωγής (διαδικασία αυτοκινητικών διαφορών) των µελών της οικογένειας του θανόντος σε τροχαίο δυστύχηµα I. Γ.και παρόλο που ορκίστηκε στο Iερό Kοράνιο ότι θα καταθέσει την αλήθεια, κατέθεσε ότι οι εν γνώσει του θανόντες N. Γ. του K., Φ. συζ. N. Γ., και I. Λ.του T., δηλαδή οι δύο παππούδες και η µία γιαγιά του θανατωθέντος ήταν ζωντανοί κατά το χρόνο της συζήτησης της αγωγής, γεγονός που ήταν ψευδές και ο κατηγορούµενος το γνώριζε.
Πηγή: