κανόνας για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους είναι οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ της. Αν είναι χαμηλότερες, τότε δεν θα απαιτούνται μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Αντιθέτως, αν είναι υψηλότερες θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα.
Ωστόσο, ΔΝΤ και Ευρωζώνη έχουν πολύ διαφορετικές εκτιμήσεις για την πορεία των βασικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε διαφορετικά συμπεράσματα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Οπως είναι γνωστό, το Ταμείο θεωρεί ότι δεν είναι βιώσιμο και η Ευρωζώνη ότι είναι. Ειδικότερα, οι διαφορές είναι οι εξής:
• ΔΝΤ: Το Ταμείο εκτιμά ότι η Ελλάδα δεν θα πετύχει τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που προβλέπει η Κομισιόν. Δηλαδή, δεν θα μπορεί από μόνη της να χρηματοδοτεί μεγάλο μέρος των υποχρεώσεών της, με αποτέλεσμα να απαιτούνται μέτρα για την ελάφρυνσή τους. Στο πλαίσιο αυτό, ζητεί να ληφθούν άμεσα –και όχι μετά το 2018– μέτρα ουσιαστικής απομείωσης του χρέους, που θα ελαφρύνουν και τις ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας, καθιστώντας επιτεύξιμο το κριτήριο του 15% του ΑΕΠ.
Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν «πάγωμα» σε βάθος χρόνων των επιτοκίων των ευρωπαϊκών δανείων στα σημερινά χαμηλά επίπεδα ή κοντά σε αυτά. Επίσης, το Ταμείο θεωρεί ότι θα πρέπει να επιμηκυνθεί ο χρόνος αποπληρωμής των ευρωπαϊκών δανείων για τουλάχιστον 30 χρόνια. Σε αυτό που συμφωνεί πλέον με την Ευρωζώνη είναι ότι δεν απαιτείται «κούρεμα» των δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα από τους Ευρωπαίους εταίρους της.
• Ευρωζώνη: Οι χώρες της Ευρωζώνης για προφανείς πολιτικούς λόγους δεν θέλουν να προχωρήσουν στη λήψη ισχυρών μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Γι’ αυτό έχουν προτάξει ως λύση την υιοθέτηση των λεγόμενων «βραχυπρόθεσμων μέτρων», τα οποία έχουν ως στόχο να σταθεροποιηθεί το επιτόκιο σε μεγάλο μέρος των ευρωπαϊκών δανείων, αλλά με έμμεσους τρόπους. Δηλαδή, με τη χρήση εργαλείων της αγοράς (παράγωγα κ.λπ.), χωρίς οι κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωζώνης να αναγκαστούν να λάβουν κάποια πολιτικά δύσκολη απόφαση.
Η απόφαση για λήψη ισχυρών μέτρων που ζητεί το ΔΝΤ (όπως η επιμήκυνση των λήξεων των ευρωπαϊκών δανείων) έχει μεταφερθεί στο μέλλον και υπόκειται σε προϋποθέσεις. Επί της ουσίας, η Ευρωζώνη δεν δείχνει καμία διάθεση να συζητήσει την εφαρμογή τους πριν από το τέλος του προγράμματος (μέσα 2018).
Πάντως, σε αυτό που συμφωνούν ΔΝΤ και Ευρωζώνη, είναι ότι η οποιαδήποτε απόφαση για το ελληνικό χρέος θα πρέπει να ακολουθήσει την πλήρη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων από την ελληνική κυβέρνηση και όχι να προηγηθεί αυτής.
Έντυπη