Σύμφωνα με την έκθεση, το χρέος του μη χρηματοοικονομικού ιδιωτικού τομέα φτάνει το 354,2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) στο τέλος Μαρτίου 2016, έναντι 357,6% το πρώτο τρίμηνο του 2016.
Ωστόσο, οι δείκτες χρέους των νοικοκυριών και των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων παρέμειναν σε σχετικά σταθερά επίπεδα, με οριακή πτώση στο 127,3% και 226,9% του ΑΕΠ, αντίστοιχα, στο τέλος Μαρτίου του 2016.
Οι τραπεζικές χορηγήσεις προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα μειώθηκαν στο επίπεδο του 243,1% του ΑΕΠ στο τέλος Μαρτίου 2016, σε σύγκριση με 252,0% το προηγούμενο έτος.
Τα καθαρά χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού (καθαρή αξία) των νοικοκυριών αυξήθηκαν στο 121,8% του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2016. Τα καθαρά χρηματοοικονομικά στοιχεία παθητικού των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων παρέμειναν υψηλά στο 221,9% του ΑΕΠ στο τέλος Μαρτίου του 2016, παρουσιάζοντας μικρή μείωση από το προηγούμενο τρίμηνο.
Στην έκθεση παρουσιάζονται και στοιχεία για τη χρηματοοικονομική θέση των νοικοκυριών και των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων, καθώς και στοιχεία για τις τιμές των ακινήτων.
Όσον αφορά τα ακίνητα, οι τιμές συνέχισαν την πτωτική τους πορεία, ωστόσο, φαίνεται να σταθεροποιούνται και ο ρυθμός μείωσης να περιορίζεται, καθώς υπάρχουν νέες ενδείξεις εγχώριας ζήτησης και ζήτησης από το εξωτερικό, υποβοηθούμενες από τη μείωση των δανειστικών επιτοκίων.
Επιπλέον, με βάση τα ενοποιημένα στοιχεία προληπτικής εποπτείας, σε απόλυτους αριθμούς, οι μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις μειώθηκαν μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου 2016 κατά 1,1 δισ. ευρώ, στα 27,7 δισ. ευρώ.
«Η επιστροφή της χώρας σε μέτρια οικονομική ανάπτυξη από τις αρχές του 2015, υποβοηθά τις προσπάθειες των τραπεζών για την αναδιάρθρωση των δανείων και στην παροχή πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία», αναφέρεται.
Το ΑΕΠ για το 2016 προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,7% σε σταθερές τιμές.