Ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα απόφαση για τη χρήση CD με στοιχεία τραπεζικών καταθέσεων σε φορολογικούς παραδείσους
Μία ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα απόφαση αναφορικά με τη δυνατότητα χρήσης παρανόμως αποκτηθέντων αποδεικτικών μέσων σε υποθέσεις φοροδιαφυγής
εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).
Συγκεκριμένα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η έρευνα στην οικία ενός ζευγαριού, το οποίο ήταν ύποπτο για φοροδιαφυγή, βάσει πληροφοριών που αγόρασαν οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες, είναι νόμιμη και αναλογική.
Η διαδικασία εναντίον του ζευγαριού κινήθηκε όταν ένας υπάλληλος σε τράπεζα του Λιχτενστάιν αντέγραψε παράνομα μία λίστα με τα περιουσιακά τους στοιχεία και στη συνέχεια την πούλησε στις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες.
Το ζευγάρι προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καταγγέλλοντας ότι οι έρευνες στο σπίτι τους πραγματοποιήθηκαν χάρη σε ένα ένταλμα, το οποίο εκδόθηκε βασισμένο σε αποδεικτικά μέσα που αποκτήθηκαν κατά παράβαση του γερμανικού και διεθνούς δικαίου.
Το ΕΔΔΑ, ωστόσο, απέρριψε την προσφυγή του ζευγαριού, επισημαίνοντας ότι δεν υπήρξε καμία παραβίαση του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) αναφορικά με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.
Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας, δεν υφίσταται κάποιος κανόνας απόλυτης ακυρότητας αναφορικά με τα αποδεικτικά στοιχεία που αποκτώνται κατά παράβαση των διαδικαστικών κανόνων σε ποινικές διαδικασίες.
Αυτό σήμαινε ότι το ζευγάρι ήταν σε θέση να προβλέψει – εάν είναι απαραίτητο με τη βοήθεια των νομικών συμβουλών του – ότι οι γερμανικές αρχές θα μπορούσαν να εξετάσουν τη δυνατότητα έκδοσης εντάλματος έρευνας με βάση παρανόμως αποκτηθέντα αποδεικτικά μέσα.
Παράλληλα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η έρευνα έλαβε χώρα με βάση την αρχή της αναλογικότητας για 5 λόγους:
Πρώτον, επειδή η γερμανική νομοθεσία και νομολογία αναφορικά τις έρευνες εκ μέρους των αρχών παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις για τη μη καταχρηστική διεξαγωγή τους.
Δεύτερον, διότι η φοροδιαφυγή αποτελεί σοβαρό έγκλημα.
Τρίτον, γιατί δεν υπήρχε καμία ένδειξη πως οι γερμανικές αρχές παραβιάζουν σκόπιμα και συστηματικά τους κανόνες του εθνικού και διεθνούς δικαίου, προκειμένου να αποκτήσουν πληροφορίες για τη δίωξη των φορολογικών εγκλημάτων.
Τέταρτον, επειδή το ένταλμα ήταν σαφές και λεπτομερές ως προς το αδίκημα που αφορούσε και τα αποδεικτικά στοιχεία που αναζητούσε.
Πέμπτον, διότι το ζευγάρι δεν προέβαλε κανέναν ισχυρισμό αναφορικά με οποιεσδήποτε επιπτώσεις στην προσωπική τους φήμη που υπήρξαν συνεπεία της έρευνας των αρχών στην οικία τους.
Ολόκληρη την απόφαση του ΕΔΔΑ, η οποία έχει ένα αυξημένο ενδιαφέρον για τη χώρα μας, μπορείτε να βρείτε εδώ(link is external).
Lawspot