Σε δύο διαφορετικά μέτωπα κινούνται αυτή την περίοδο οι τράπεζες σε ό,τι αφορά τον πολλά υποσχόμενο κλάδο του τουρισμού, ο οποίος, κατά τα λεγόμενα του ίδιου
του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη την περασμένη εβδομάδα, θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις στη δεδομένη συγκυρία, μαζί με το αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα και τις τεχνολογίες επικοινωνιών και ψηφιακής οικονομίας, να παίξει τον ρόλο που είχε παλιότερα η οικοδομή, όταν οι παλιές κυβερνήσεις την ενεργοποιούσαν σε περιόδους κρίσης για να υποβοηθηθεί η ανάπτυξη της οικονομίας.
Από τη μία πλευρά νέες χρηματοδοτήσεις για επενδυτικά πλάνα που ευτυχώς, κατά τα λεγόμενα των ίδιων των τραπεζιτών, φαίνεται να έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα και από την άλλη ξεκαθάρισμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων που αποτελούν το μεγαλύτερο αγκάθι τόσο για τις κόκκινες επιχειρήσεις όσο και για τις σχετικά υγιείς, στις οποίες μετακυλίεται τελικά το κόστος από το αυξημένο ρίσκο των τραπεζών.
Στο πρώτο κομμάτι, αυτό των χρηματοδοτήσεων, η ζήτηση, όπως καταγράφεται αυτή τη στιγμή από τις ίδιες τις τράπεζες, προέρχεται από τρεις βασικές κατηγορίες που αφορούν καταρχάς τους υφιστάμενους παίκτες, τους νέους ομίλους, είτε πρόκειται για εγχώριους είτε για ξένους παίκτες, και τις πιο προβληματικές επιχειρήσεις που ζητούν κατά κύριο λόγο ρυθμίσεις.
Οι παλιοί…
Στην πρώτη κατηγορία, αυτή των υφιστάμενων παικτών, τα αιτήματα για νέες χρηματοδοτήσεις αφορούν κυρίως την ανέγερση νέων μονάδων, την επέκταση, την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό υφιστάμενων ή ακόμη και τη χρηματοδότηση νέων μοντέλων συνεργασιών.
Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται παίκτες όπως η Σάνη Α.Ε. και η Ikos (η οποία έχει προκύψει από τη συνένωση δυνάμεων των μετόχων της Σάνη και επενδυτικών κεφαλαίων υπό τη διαχείριση των Oaktree, Goldman Sachs Asset Μanagement, Hermes GPE κ.ά.), η Αtlantica Hotels & Resorts, ο όμιλος της Dolphin κ.ά. Η Σάνη, για παράδειγμα, πέρα από τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων εγκαταστάσεων στο «Sani Resort» στη Χαλκιδική, ετοιμάζει σε χρόνο ρεκόρ το νέο της εγχείρημα ύψους άνω των 14 εκατ. ευρώ, το νέο 5άστερο «Sani Dunes», το οποίο θα ανοίξει στο τέλος του Ιουνίου του 2017 (κεντρ. φωτ.). Επίσης, το επενδυτικό σχήμα της Ιkos διαπραγματεύεται σημαντικές νέες εξαγορές υφιστάμενων resorts ανά την Ελλάδα. Προς την ίδια κατεύθυνση, για νέες εξαγορές ξενοδοχειακών μονάδων σε δημοφιλείς νησιωτικούς, κυρίως, προορισμούς, κινείται και ο όμιλος Atlantica με παρουσία -όσον αφορά τη χώρα μας- σε Ρόδο, Κω, Κρήτη (επίσης σε Κύπρο και Αίγυπτο). Από την πλευρά της Dolphin, οι διαπραγματεύσεις για νέες χρηματοδοτήσεις αφορούν κυρίως το μεγάλο project στο Πόρτο Χέλι αλλά και το έργο της Κέας, για τα οποία ο όμιλος κινείται παράλληλα και προς την κατεύθυνση δημιουργίας joint ventures.
Από την πλευρά της προσφοράς, «όλες οι ελληνικές τράπεζες πραγματικά ενδιαφέρονται για τον χώρο του τουρισμού, καθώς θεωρούν ότι ο κλάδος θα έχει καθοριστικό ρόλο στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Δυστυχώς, οι ξένες τράπεζες ακόμη το σκέφτονται και προσπαθούν να απαντήσουν στο ερώτημα ποιος είναι ο κατάλληλος χρόνος για να επενδύσουν στην Ελλάδα. Είναι ευνόητο ότι το πρόβλημά μας στην περίπτωση αυτή δεν είναι ότι οι ξένοι τραπεζικοί όμιλοι δεν έχουν τα κεφάλαια για να χρηματοδοτήσουν έργα στην Ελλάδα, αλλά το ίδιο το ‘‘brand’’ της χώρας, στην οποία το ρίσκο θεωρείται πολύ υψηλό», αναφέρουν χαρακτηριστικά τραπεζικά στελέχη.
Πάντως, σημαντικό θετικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι ήδη από το 2016 και με προοπτική για το 2017 παρατηρείται κινητικότητα όσον αφορά τα αιτήματα για χρηματοδοτήσεις σε νέες επενδύσεις στον κλάδο του τουρισμού στη χώρα μας, όπως επιβεβαίωσε την περασμένη εβδομάδα και από το βήμα του 15ου Συνεδρίου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) ο κ. Κωνσταντίνος Βασιλείου, γενικός διευθυντής, επικεφαλής Τραπεζικής Επιχειρήσεων και Επενδυτικής Τραπεζικής του ομίλου Eurobank: «Το 2015 δεν είχαμε ζήτηση για νέες επενδύσεις. Ως Eurobank είχαμε ζήτηση για δύο μόνο επενδυτικά πλάνα, ενώ μέσα στο 2016 έχουμε εκταμιεύσει ήδη 200 εκατ. ευρώ σε πέντε επενδυτικά πλάνα και έχουμε εγκρίνει άλλα 250 εκατ. ευρώ για έξι εξαγορές και επενδύσεις. Για το 2017 έχουμε επτά νέες επενδύσεις άνω των 300 εκατ. ευρώ – μόνο το δανειακό κομμάτι. Είναι θετικό στοιχείο ότι έχει αρχίσει να κινείται το επενδυτικό κομμάτι και υπάρχει ενδιαφέρον από ξένους και Ελληνες επενδυτές».
Οσον αφορά τα βασικά κριτήρια που αξιολογούν στους εν δυνάμει επενδυτές του τουρισμού οι τράπεζες αυτή τη στιγμή προκειμένου να χρηματοδοτήσουν νέα projects, αυτά είναι καταρχάς η τεχνογνωσία τους, το ιστορικό της μεταξύ τους συνεργασίας, οι εξασφαλίσεις, το ύψος των ιδίων κεφαλαίων και φυσικά το ίδιο το επιχειρηματικό πλάνο. «Τα ξενοδοχεία, κυρίως οργανωμένα resorts, αλλά και ξενοδοχεία πόλης, συγκεντρώνουν αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στις βασικές χρηματοδοτήσεις, ωστόσο υπάρχουν και τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα, τα μεγάλα projects real estate, οι μαρίνες, οι χώροι εστίασης, τα ενοικιαζόμενα δωμάτια κ.τ.λ., τα οποία όμως είναι πιο δύσκολα χρηματοδοτήσιμα εγχειρήματα», σημειώνει ο κ. Βασιλείου.
…οι καινούριοι και η περίπτωση του Ελληνικού…
Στη δεύτερη κατηγορία, αυτή των καινούριων ομίλων που θέλουν να μπουν δυνατά στο παιχνίδι του ελληνικού τουρισμού, φιγουράρουν ονόματα από την Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό (Colony Capital, όμιλος Γ. & Τ. Δασκαλαντωνάκη κ.ά.), με το ενδιαφέρον τους, σύμφωνα με τους τραπεζίτες, να επικεντρώνεται σε εξαγορές υφιστάμενων μονάδων αλλά και στους πλειστηριασμούς. «Η συγκεκριμένη κατηγορία φαίνεται ότι μπορεί να πληρώσει και κάτι παραπάνω για εξαγορές μονάδων με προοπτικές, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι είναι διατεθειμένη να καλύψει και τις υπερβολικές, σε ορισμένες περιπτώσεις, απαιτήσεις των ιδιοκτητών ξενοδόχων», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Το 2015 υπήρχε πράγματι μεγάλο χάσμα προσδοκιών μεταξύ αγοραστών και πωλητών, ωστόσο φέτος φαίνεται να γίνονται περισσότερες συναλλαγές, είτε λόγω των ίδιων των τραπεζών που έβγαλαν στην αγορά ξενοδοχειακές μονάδες (όπως στην περίπτωση του ομίλου της Αlpha Bank με το «Hilton»), είτε εξ ανάγκης – «εν πάση περιπτώσει υπάρχει κινητικότητα φέτος και τα τιμήματα κινούνται σε σαφώς πιο λογικά πλαίσια»,προσθέτουν αρμόδια στελέχη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη κατηγορία θα έχει και το mega project για την αξιοποίηση της έκτασης του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού, το οποίο τρέχει η Lamda Development και φαίνεται να παρακολουθούν πολύ στενά ουκ ολίγοι παίκτες από τον τουριστικό κλάδο. Στους νεοεισερχόμενους, ως ενδιαφερομένους, για το resort που σχεδιάζεται στο Ελληνικό, σε συνδυασμό με τη λειτουργία καζίνου -αποτελώντας μάλιστα από τις πρώτες επενδύσεις που θα υλοποιηθούν στην έκτασή του-, έχει αρχίσει να ακούγεται και το όνομα των Κινέζων της Melco International.
Το project του Ελληνικού
Η τελευταία έχει κάνει μεγάλο θόρυβο τις τελευταίες εβδομάδες στην Κύπρο, έχοντας υποβάλει σε κοινό σχήμα με τη Hard Rock Resorts Cyprus τη μοναδική πρόταση για το καζίνο-θέρετρο που προωθεί η Κύπρος, η οποία παραχωρεί την πρώτη σχετική άδεια στα ελεύθερα εδάφη. Επίσης, με αφορμή τη σχεδιαζόμενη μονάδα στο Ελληνικό, μεταξύ των ονομάτων που έχουν αρχίσει να ακούγονται είναι και αυτό της Kerzner International (με τα «One&Οnly» και «Atlantis»), η οποία, έχοντας ξεκινήσει από τη Νότια Αφρική προ 50ετίας, διαθέτει σήμερα παρουσία σε μερικούς από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως: από τις Μαλδίβες και τον Μαυρίκιο μέχρι το Μεξικό και την Αυστραλία.
Η Kerzner βρίσκεται σε στάδιο επέκτασης και κάνει ήδη το μεγάλο άνοιγμα στην ευρωπαϊκή ξενοδοχειακή αγορά. Το πρώτο «One & Only Resort» της Ευρώπης αναμένεται να λειτουργήσει το 2018 στο Μαυροβούνιο και ήδη έχει ξεκινήσει να κατασκευάζεται αποτελώντας το πρώτο μεγάλο βήμα στην ευρωπαϊκή αγορά για τον όμιλο, o οποίος διαβλέπει μεγάλες προοπτικές στην περιοχή. Σημειώνεται ότι όσον αφορά την επένδυση του Ελληνικού και με βάση τα επίσημα χρονοδιαγράμματα που προβλέπονται στη σύμβαση, το Ελληνικό Δημόσιο έχει ήδη αποδυθεί σε αγώνα δρόμου αφού πρέπει να έχει ολοκληρώσει τα προαπαιτούμενα για την επένδυση έως τα μέσα Νοεμβρίου. Η προθεσμία, ωστόσο, είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί να τηρηθεί, πολύ περισσότερο όταν μεγάλη εκκρεμότητα της κυβέρνησης είναι το θέμα της ρύθμισης του γενικού νομοθετικού πλαισίου για τη λειτουργία καζίνου, εξ ου και οι εκτιμήσεις περί παράτασης εντός του πρώτου εξαμήνου του 2017.
…και οι κόκκινοι
Η τρίτη κατηγορία, αυτή των κόκκινων ξενοδόχων που ζητούν είτε ρύθμιση των δανείων τους, είτε ακόμη εκφράζουν την επιθυμία τους να εξαγοραστούν, αποτελεί για τις τράπεζες τον μεγάλο πονοκέφαλο. Ο ίδιος ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος την περασμένη εβδομάδα, στο πλαίσιο του ετήσιου συνεδρίου του ΣΕΤΕ, ανέφερε ότι το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στις επιχειρήσεις που σχετίζονται με τον τουρισμό (καταλύματα και δραστηριότητες υπηρεσιών εστίασης) αντιστοιχεί για το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016 στο 54,3% επί του συνόλου των δανείων στον κλάδο (σύνολο 7,5 δισ. ευρώ), ποσοστό που είναι πολύ υψηλότερο του αντίστοιχου δείκτη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων του συνόλου της οικονομίας (45,1%), «και αυτό το φαινόμενο θα πρέπει να ερευνηθεί και να αντιμετωπιστεί».
Τα ανοίγματα αβέβαιης είσπραξης για τις τράπεζες είναι αυτά που εμφανίζουν καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών ή είναι ενήμερα μεν αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι ο οφειλέτης ενδέχεται να μην είναι σε θέση να εκπληρώσει τις δανειακές του υποχρεώσεις, και τα οποία είναι μεγαλύτερα στον τουρισμό, που μάλιστα έχει σημειώσει κατά πολύ υψηλότερες επιδόσεις σε σχέση με άλλους κλάδους μέσα στην κρίση. Πληροφορίες αναφέρουν ότι, από κοινού, οι όμιλοι Eurobank και Πειραιώς έχουν εκκινήσει τις διαδικασίες για το ξεκαθάρισμα ενός από τα μεγάλα ξενοδοχειακά NPLs για εγχώριο παίκτη της αγοράς με μονάδες δυναμικότητας 1.500 δωματίων, ενώ από την πλευρά της Eurobank θα κινηθεί άμεσα προς την κατεύθυνση της απόκτησης του ελέγχου σε 6 επιχειρηματικά σχήματα σε Δωδεκάνησα, Ιόνιο και Πελοπόννησο.
Τι έδειξε, λοιπόν, η έρευνα από πλευράς των τραπεζών για τα δάνεια των ξενοδόχων και πώς θα αντιμετωπιστούν οι πιο «κόκκινοι»;
Πέρα από τους μισούς ιδιοκτήτες που ανήκουν στην κατηγορία των σχετικά υγιών επιχειρήσεων και για τους οποίους οι τράπεζες είναι ανοιχτές στη σύσφιξη των μεταξύ τους σχέσεων, το 20% με τα λεγόμενα ανοίγματα ανήκουν στην κατηγορία των αναποτελεσματικών. Για την κατηγορία αυτή, οι τράπεζες εξετάζουν ως μέτρα την εισαγωγή νέων μοντέλων λειτουργίας με την είσοδο εξειδικευμένων διαχειριστών, την εξεύρεση επενδυτών, τη μίσθωση της μονάδας ή ακόμη και τη λειτουργική αναδιάρθρωση, πάντα σε συνεργασία με τους μετόχους.
Επίσης, 20% των επιχειρήσεων ανήκει, σύμφωνα με τους τραπεζίτες, στην κατηγορία στην οποία παρατηρείται αδιαφανής διαχείριση, όπου εντάσσονται και όσες μπορεί να εμφανίζουν χαμηλότερα έσοδα στην Ελλάδα και «άρα απαιτείται αυξημένος έλεγχος σε όλα τα επίπεδα».
Το υπόλοιπο 10% των επιχειρήσεων ανήκει στις ιδιαίτερα προβληματικές περιπτώσεις, για τις οποίες οι τράπεζες εμφανίζονται τώρα αποφασισμένες να ακολουθήσουν πιο σκληρή γραμμή με ριζικές λύσεις «θέλοντας να περάσουμε ένα σαφές μήνυμα στους κακοπληρωτές». Στις ριζικές λύσεις φαίνεται να περιλαμβάνονται ακόμη και καταγγελίες δανείων ή επίσπευση των διαδικασιών πλειστηριασμού.
«Το κομμάτι των κόκκινων δανείων αποτελεί ταυτόχρονα ένα μεγάλο πρόβλημα για τις τράπεζες και την επιχειρηματικότητα, αλλά και μια μεγάλη ευκαιρία. Αυτή τη στιγμή δίνουμε δάνεια με υψηλό κόστος για τις επιχειρήσεις, το οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο υψηλό ρίσκο και όχι σε αυτό καθαυτό το κόστος της χρηματοδότησης. Το ρίσκο των τραπεζών μετακυλίεται, δυστυχώς, και στις υγιείς επιχειρήσεις, οι οποίες έρχονται και αυτές αναπόφευκτα αντιμέτωπες με το πρόβλημα των κόκκινων δανείων. Αυτός και μόνο είναι ένας πολύ σημαντικός λόγος και κίνητρο για να επιλύσουμε το θέμα», αναφέρουν τα τραπεζικά στελέχη.
newmoney