Για την ακρίβεια, τα warrants, που είχαν εκδοθεί στο πλαίσιο της πρώτης ανακεφαλαιοποίησης ως κίνητρο για τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών, δεν έχουν ούτε καν συλλεκτική αξία, δεδομένου ότι πρόκειται για άυλους τίτλους. Οι τιμές των warrants αγγίζουν το μηδέν: το warrant της Alpha Bank διαπραγματεύεται στο 0,002 ευρώ, της Πειραιώς στο 0,001 και της Εθνικής στο 0,005.
Μετά την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, η οποία οδήγησε στην οικονομική καταστροφή των παλαιών μετόχων, μαζί με τις τιμές των warrants κατέρρευσαν και οι συναλλαγές των συγκεκριμένων τίτλων. Σποραδικά γίνονται κάποιες μικροσυναλλαγές –λίγων χιλιάδων ευρώ ημερησίως– είτε για λόγους κερδοσκοπίας είτε από ανθρώπους που δεν έχουν γνώση των οικονομικών δεδομένων: με βάση τα warrants οι κάτοχοι έχουν το δικαίωμα να αγοράσουν μετοχές της Alpha Bank στην τιμή των 25 ευρώ όταν η τιμή στο Χρηματιστήριο είναι 1,65 ευρώ, της Εθνικής Τράπεζας στα 75 ευρώ όταν η τρέχουσα τιμή είναι 0,198 ευρώ, ενώ τα δικαιώματα αγοράς της Πειραιώς είναι στα 200 ευρώ ανά μετοχή και στο Χρηματιστήριο διαπραγματεύεται στο 0,147 ευρώ! Σημειώνεται ότι τον Δεκέμβριο του 2017 λήγει η περίοδος άσκησης των δικαιωμάτων και αν δεν ασκηθούν, θα ακυρωθούν οριστικά.
Πέραν της οικονομικής καταστροφής των παλαιών μετόχων, δηλαδή όσων συμμετείχαν στις δύο προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, σημαντικές είναι οι απώλειες και για όσους συμμετείχαν στην τελευταία ανακεφαλαιοποίηση: η μετοχή της Τράπεζας Πειραιώς υποχωρεί κατά 51% από την τότε ιστορική χαμηλή τιμή στην οποία πραγματοποιήθηκε η αύξηση κεφαλαίου, της Eurobank κατά 45,6%, της Εθνικής κατά 34% και της Alpha Bank κατά 17,5%. Τις μεγαλύτερες απώλειες ωστόσο καταγράφει η Attica Bank η οποία υποχωρεί κατά 80,33% σε σχέση με την τιμή της αύξησης κεφαλαίου.
Σύμφωνα με αναλυτές, η εικόνα αυτή είναι αποτέλεσμα της διάχυτης απογοήτευσης για την κατάσταση της χώρας και τις δυνατότητες του πολιτικού προσωπικού να οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αποτιμήσεις των μετοχών και των ομολόγων βρίσκονται καθηλωμένες σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα παρά το γεγονός ότι από τον Αύγουστο του 2015 η χώρα έχει υπογράψει νέο πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας ενώ πρόσφατα ολοκληρώθηκε η πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος. Παρά την αξιολόγηση, η εμπιστοσύνη ελάχιστα ενισχύθηκε καθώς η χώρα φαίνεται πως κινείται με βήμα σημειωτόν, με όλες τις προσπάθειες να επικεντρώνονται στο πώς θα καθυστερήσουν ή και δεν θα υλοποιηθούν οι δεσμεύσεις που έχει αναλάβει. Η πρώτη αξιολόγηση, που ολοκληρώθηκε μερικώς το περασμένο καλοκαίρι αλλά ακόμα υπάρχουν εκκρεμότητες που καθυστερούν την αποδέσμευση όλης της δόσης, θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί το φθινόπωρο του 2015, ενώ στο πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση. Σύμφωνα με στελέχη τραπεζών, η χώρα σπαταλά πολύτιμο χρόνο και υπογραμμίζουν ότι θα πρέπει άμεσα όλες οι προσπάθειες να επικεντρωθούν στην αντιστροφή του κλίματος, κάτι που μπορεί να συμβεί μόνο με την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και της υλοποίησης της νέας συμφωνίας. Στο πλαίσιο αυτό, η ταχύτατη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης αποκτά ξεχωριστή σημασία.
Έντυπη