Λιγότερες κατά 145.000 και πλέον ήταν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις το 2015 σε σύγκριση με το 2008, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μέσα σε αυτή την επταετία έχασαν εξάλλου το 35% της προστιθέμενης αξίας τους και το 22% της απασχόλησης. Τα στοιχεία αυτά και μόνο δίνουν μια επαρκή εξήγηση για τη δεινή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ελληνική οικονομία: εάν οι ΜμΕ είναι η ραχοκοκαλιά της, όπως συχνά χαρακτηρίζονται, τότε έχει πρόβλημα στήριξης. Το ζητούμενο, βεβαίως, είναι να ενισχυθούν οι πολιτικές εκείνες που σε πανευρωπαϊκό επίπεδο έχουν θεσπισθεί με στόχο την ενίσχυση των ΜμΕ. Σε έξι από τις εννέα πολιτικές που περιλαμβάνονται στην κοινοτική πρωτοβουλία «Small Business Act» (SBA), η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά του μέσου κοινοτικού όρου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις ΜμΕ στην Ε.Ε. 28, ο αριθμός των ΜμΕ στην Ελλάδα διαμορφώθηκε το 2015 σε 704.339 επιχειρήσεις, εκ των οποίων οι 682.132 πολύ μικρές, οι 19.631 μικρές και οι 2.576 μεσαίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι μόλις 397, ήτοι το 0,1% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων. Βεβαίως, η συνεισφορά τους στην απασχόληση είναι ιδιαιτέρως σημαντική, 12,7% και ακόμη σημαντικότερη σε ό,τι αφορά την προστιθέμενη αξία, 24,9%. Σε σύγκριση με το 2014 παρατηρείται μια μικρή αύξηση των ΜμΕ σε ό,τι αφορά τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, που πρόκειται κατά βάση για αυτοαπασχολούμενους και τις μεσαίες. Στην πρώτη περίπτωση, η αύξηση οφείλεται στο γεγονός ότι αρκετοί μισθωτοί μετατράπηκαν σε αυτοαπασχολούμενοι μετά την απόλυσή τους, είτε κάποιοι που διέθεταν μια επιχείρηση, π.χ. κομμωτήριο, μετατράπηκαν σε ελεύθεροι επαγγελματίες, κλείνοντάς την και παρέχοντας κατ’ οίκον υπηρεσίες. Οι μεσαίες από την άλλη αποτελούν αυτή τη στιγμή το μοντέλο που ακολουθούν και οι νεοφυείς επιχειρήσεις, καθώς επιτρέπει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Οι εκτιμήσεις της Κομισιόν για την περίοδο 2016-2017 είναι αρκετά συγκρατημένες και όπως αναφέρεται στην έκθεση για την Ελλάδα, υπάρχουν περιορισμένες ενδείξεις για βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη των ΜμΕ. Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, η απασχόληση και η προστιθέμενη αξία των ελληνικών ΜμΕ δεν θα μεταβληθεί ιδιαιτέρως έως το 2017. Ειδικά για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις αναμένεται μείωση κατά 2% της προστιθέμενης αξίας τους και αμετάβλητη απασχόληση, ενώ για τις μεσαίες αναμένεται αύξηση της προστιθέμενης αξίας κατά 2% και της απασχόλησης κατά 3%.
Προβληματισμό προκαλούν οι επιδόσεις της Ελλάδας σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της κοινοτικής πρωτοβουλίας SBA. Η χώρα επιδείνωσε την επίδοσή της ως προς το κριτήριο της ενιαίας αγοράς, παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας έχει ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο. Οι αρνητικές επιδόσεις οφείλονται στο γεγονός ότι μόλις το 3,4% των ελληνικών ΜμΕ πραγματοποιεί πωλήσεις μέσω Διαδικτύου στις άλλες χώρες της Ε.Ε.
Από την άλλη, η Ελλάδα παρουσιάζει επιδόσεις πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο ως προς τις πληρωμές από το κράτος και τη συμμετοχή των ΜμΕ στις δημόσιες συμβάσεις.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο, η Κομισιόν επισημαίνει ότι η βελτίωση αυτή οφείλεται αφενός στην αλλαγή μεθοδολογίας για τη μέτρηση του εν λόγω δείκτη και αφετέρου στο γεγονός ότι οι προμηθευτές του Δημοσίου απαιτούν να πληρώνονται προκαταβολικά για το σύνολο των παραγγελιών.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις ΜμΕ στην Ε.Ε. 28, ο αριθμός των ΜμΕ στην Ελλάδα διαμορφώθηκε το 2015 σε 704.339 επιχειρήσεις, εκ των οποίων οι 682.132 πολύ μικρές, οι 19.631 μικρές και οι 2.576 μεσαίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι μόλις 397, ήτοι το 0,1% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων. Βεβαίως, η συνεισφορά τους στην απασχόληση είναι ιδιαιτέρως σημαντική, 12,7% και ακόμη σημαντικότερη σε ό,τι αφορά την προστιθέμενη αξία, 24,9%. Σε σύγκριση με το 2014 παρατηρείται μια μικρή αύξηση των ΜμΕ σε ό,τι αφορά τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, που πρόκειται κατά βάση για αυτοαπασχολούμενους και τις μεσαίες. Στην πρώτη περίπτωση, η αύξηση οφείλεται στο γεγονός ότι αρκετοί μισθωτοί μετατράπηκαν σε αυτοαπασχολούμενοι μετά την απόλυσή τους, είτε κάποιοι που διέθεταν μια επιχείρηση, π.χ. κομμωτήριο, μετατράπηκαν σε ελεύθεροι επαγγελματίες, κλείνοντάς την και παρέχοντας κατ’ οίκον υπηρεσίες. Οι μεσαίες από την άλλη αποτελούν αυτή τη στιγμή το μοντέλο που ακολουθούν και οι νεοφυείς επιχειρήσεις, καθώς επιτρέπει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Οι εκτιμήσεις της Κομισιόν για την περίοδο 2016-2017 είναι αρκετά συγκρατημένες και όπως αναφέρεται στην έκθεση για την Ελλάδα, υπάρχουν περιορισμένες ενδείξεις για βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη των ΜμΕ. Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, η απασχόληση και η προστιθέμενη αξία των ελληνικών ΜμΕ δεν θα μεταβληθεί ιδιαιτέρως έως το 2017. Ειδικά για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις αναμένεται μείωση κατά 2% της προστιθέμενης αξίας τους και αμετάβλητη απασχόληση, ενώ για τις μεσαίες αναμένεται αύξηση της προστιθέμενης αξίας κατά 2% και της απασχόλησης κατά 3%.
Προβληματισμό προκαλούν οι επιδόσεις της Ελλάδας σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της κοινοτικής πρωτοβουλίας SBA. Η χώρα επιδείνωσε την επίδοσή της ως προς το κριτήριο της ενιαίας αγοράς, παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας έχει ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο. Οι αρνητικές επιδόσεις οφείλονται στο γεγονός ότι μόλις το 3,4% των ελληνικών ΜμΕ πραγματοποιεί πωλήσεις μέσω Διαδικτύου στις άλλες χώρες της Ε.Ε.
Από την άλλη, η Ελλάδα παρουσιάζει επιδόσεις πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο ως προς τις πληρωμές από το κράτος και τη συμμετοχή των ΜμΕ στις δημόσιες συμβάσεις.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο, η Κομισιόν επισημαίνει ότι η βελτίωση αυτή οφείλεται αφενός στην αλλαγή μεθοδολογίας για τη μέτρηση του εν λόγω δείκτη και αφετέρου στο γεγονός ότι οι προμηθευτές του Δημοσίου απαιτούν να πληρώνονται προκαταβολικά για το σύνολο των παραγγελιών.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ