Το σχέδιο που έχει οριστικοποιηθεί… μέχρι τρίτου δεκαδικού ψηφίου θα διασφαλίζει πως το επιτόκιο δανεισμού από τον ESM/EFSF θα διατηρηθεί στο
1,3% – 1,4% καθ’ όλη την διάρκεια του δανείου που αφορά στα 130 δισ. ευρώ του EFSF και τα 31 δισ. ευρώ του ESM, ήτοι σε 161 δισ. ευρώ από το σύνολο των 340 δισ. ευρώ.
* Η διευθέτηση αυτή διασφαλίζει μεν το κόστος εξυπηρέτησης μακροπρόθεσμα έναντι της προβλεπόμενης ανόδου διεθνώς των επιτοκίων, αλλά ταυτόχρονα αυξάνει το τρέχον επιτοκιακό κόστος εξυπηρέτησης το οποίο τώρα είναι μόλις 0,85%.
Το επιπλέον αυτό κόστος σε ετήσια βάση δεν θα βαρύνει τον προϋπολογισμό, είτε του 2017 είτε των αμέσως επόμενων ετών, γιατί στο σχέδιο προβλέπεται ότι αφ’ ενός θα μετακυληθεί για μετά το 2020 και αφ’ εταίρου θα καλυφθεί από το ισχύον πρόγραμμα στήριξης.
Στη σημείο αυτό βέβαια προκύπτει ένα σχετικό πρόβλημα καθώς πάνω από 30 δισ. τέτοιων ομολόγων βρίσκεται στα ίδια κεφάλαια των τραπεζών (από την ανακεφαλαιοποίηση) και η ανταλλαγή αυτή θα “κοστίσει” υπό την στενή έννοια στις τράπεζες παρ’ ότι στην συνέχεια και με την ολοκλήρωση των μέτρων οδηγεί στην αποκατάσταση της ομαλής χρηματοδότησής τους από την ΕΚΤ.
* Το όφελος για το ελληνικό χρέος από την ρύθμιση αυτή των επιτοκίων εκτιμάται από τις υπηρεσίες του ESM και του ΟΔΔΗΧ στις 15 – 20 μονάδες του ΑΕΠ στην διάρκεια των ομολόγων αυτών. Δηλαδή η συμφωνία αυτή θα μειώσει από μόνη της την σχέση χρέους προς ΑΕΠ κατά 15% – 20% στο βάθος της διάρκειας του χρέους. Αυτό σημαίνει, ανάλογα με την διαμόρφωση του ΑΕΠ μία απομείωση σε απόλυτους αριθμούς της τάξης των 30 με 40 δισ. ευρώ…
Παράλληλα το “πακέτο” προβλέπει την επέκταση της μέσης διάρκειας του χρέους από τα 28 έτη σε 32,5 έτη. Σ’ αυτή την επέκταση της διάρκειας του χρέους από το δάνειο ESM/EFSF θα μετακυληθούν ποσά εξόφλησης χρεολυσίων και τόκων που θα υπερβαίνουν το ετήσιο όριο εξυπηρέτησης του χρέους, το οποίο σύμφωνα με το ΔΝΤ δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 15% του ΑΕΠ.
Οι προϋποθέσεις αυτές βέβαια από την στιγμή που θα βεβαιωθούν και θα δρομολογηθούν βελτιώνουν για μία 30ετία το ελληνικό χρέος σε μία κατηγορία πιστοληπτικής αξιοπιστίας πολύ ψηλότερα από το ΒΒΒ. Και κατά συνέπεια επιτρέπει στην ΕΚΤ να ανοίξει την πόρτα για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων και των ελληνικών τραπεζών στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης…
Για τον ESM η ανταλλαγή των ομολόγων κυμαινόμενου επιτόκιου με άλλα σταθερού επιτοκίου, δεν θα έχει καμία επιβάρυνση.
Και αυτό γιατί θα “ανταλλάξει” στις αγορές τα παλιά με νέα σταθερού με τρόπο που θα υπερκαλύπτει το κόστος αυτής της αλλαγής, με την διαφορά του επιτοκίου.
Το οποίο από το τρέχον 0,85% για την Ελλάδα θα αυξηθεί στο 1,30% – 1,40%.
Επιπλέον η όλη διαδικασία, όπως είχε επισημανθεί εδώ και καιρό από το capital.gr, αντιμετωπίζεται από τον ESM σαν μία διαδικασία risk management του ελληνικού δανείου σε ορίζοντα 30ετίας και πλέον.
Θα πρέπει να διευκρινισθεί εδώ ότι η Ελλάδα σήμερα δανείζεται μεν από τον ESM με 0,85% (και από το ΔΝΤ με περίπου 3,5%), αλλά την ίδια στιγμή από τις αγορές τα επιτόκια δανεισμού για την Ελλάδα παραμένουν πάνω από το 7%…
Βέβαια όπως παρατηρούν στελέχη του ESM, εμπλεκόμενα στις σχετικές διαδικασίες, η εφαρμογή του πακέτου αυτού θα πάρει μερικούς μήνες για να υλοποιηθεί. Πράγμα που σημαίνει οτι οι όποιες ανατροπές στο ευρύτερο πλαίσιο των αγορών ομολόγων στο διάστημα αυτό θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα που θα πρέπει να αντιμετωπισθούν με αναπροσαρμογές του προγράμματος.
H σημερινή έκδοση του “Κεφαλαίου” παρουσιάζει μία διεξοδική έκθεση των στοιχείων που συνθέτουν το πακέτο των “βραχυπρόθεσμων μέτρων”.
capitalgr