Με το Δεύτερο Μέρος του νόμου “Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2000/43/ΕΚ περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής, της Οδηγίας 2000/78/ΕΚ για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία και της Οδηγίας 2014/54/ΕΕ περί μέτρων που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, II) λήψη αναγκαίων μέτρων συμμόρφωσης με τα άρ. 22, 23, 30, 31 παρ. 1, 32 και 34 του Κανονισμού 596/2014 για την κατάχρηση της αγοράς και την κατάργηση της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ και ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς και της εκτελεστικής Οδηγίας 2015/2392, III) ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/62 σχετικά με την προστασία του ευρώ και άλλων νομισμάτων από την παραχάραξη και την κιβδηλεία μέσω του ποινικού δικαίου, και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2000/383/ΔΕΥ του Συμβουλίου και IV) Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης.” το οποίο κατατέθηκε στη Βουλή, ενσωματώνεται στην ελληνική έννομη τάξη η οδηγία 2014/57 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς (EE L 173/12.6.2014) και οι διατάξεις των άρθρων 22, 23, 30, 31 παρ.1, 32 και 34 του Κανονισμού (EE) 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάχρηση αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των Οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (EE L 173/12.6.2004).
Το δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου χωρίζεται σε τρία τμήματα.
Το πρώτο τμήμα αυτού αφορά στην ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς (EE L 173/12.6.2014) και χωρίζεται σε δύο κεφάλαια.
Το Κεφάλαιο Α (άρθρα 25-27) προσδιορίζει το σκοπό του παρόντος τμήματος, το πεδίο εφαρμογής του και περιλαμβάνει τους ορισμούς.
Το Κεφάλαιο Β (άρθρα 28-33) περιλαμβάνει τις ποινικές διατάξεις, περιγράφοντας τις αξιόποινες συμπεριφορές, τις ποινικής φύσεως κυρώσεις που επιβάλλονται καθώς και διατάξεις δικονομικού χαρακτήρα.
Το Δεύτερο τμήμα του β’ μέρους αφορά στην προσαρμογή στην ελληνική νομοθεσία των διατάξεων των άρθρων 22, 23, 30, 31 παρ.1, 32 και 34 του Κανονισμού (EE) 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάχρηση αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των Οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (EE L 173/12.6.2004) και χωρίζεται σε δύο κεφάλαια.
Το κεφάλαιο Α’ (άρθρα 34-36) προσδιορίζει το σκοπό του δεύτερου τμήματος του β’ μέρους, την αρμόδια αρχή και τις αρμοδιότητες που μπορεί αυτή να ασκεί νια την εφαρμογή και εποπτεία της τήρησης των διατάξεων του Κανονισμού (EE) 596/2014.
Το Κεφάλαιο Β’ (άρθρα 37-39) περιλαμβάνει τις διατάξεις που αφορούν τις διοικητικές κυρώσεις και μέτρα που μπορεί να επιβάλλει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σε περιπτώσεις παράβασης διατάξεων του Κανονισμού (EE) 596/2014, τη δημοσιοποίηση των αποφάσεων επιβολής τους και την αναφορά παραβάσεων του Κανονισμού (EE) 596/2014 στην αρμόδια αρχή.
Το κεφάλαιο Γ’ (άρθρα 40-42) περιλαμβάνει εξουσιοδοτικές διατάξεις, τις διατάξεις του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου που καταργούνται ή αντικαθίστανται, τις μεταβατικές και τελικές διατάξεις.
Το τρίτο τμήμα του β’ μέρους (άρθρα 43-47) περιλαμβάνει λοιπές συναφείς διατάξεις με τις ρυθμίσεις του Κανονισμού (EE) 596/2014, που είτε αποτελούν μεταφορά υφιστάμενων ρυθμίσεων του ν. 3340/2005 οι οποίες καταργούνται και επαναφέρονται στο παρόν ώστε να επιτυγχάνεται η συνοχή των ρυθμίσεων και να διευκολύνεται ο εντοπισμός και η εφαρμογή των κανόνων δικαίου είτε συνιστούν ρυθμίσεις στο πλαίσιο παρεχόμενης από τον Κανονισμό διακριτικής ευχέρειας, είτε αποτελούν ενσωμάτωση διατάξεων της οδηγίας 2014/57/ΕΕ.
ΜΕΡΟΣ Β’
ΤΜΗΜΑ Α’
1. Ορίζεται ότι σκοπός του εν λόγω τμήματος του υπό ψήφιση νόμου είναι η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς. (άρθρο 25)
2. Προσδιορίζεται το πεδίο εφαρμογής του υπό ψήφιση νόμου. Συγκεκριμένα, οι ρυθμίσεις του αφορούν σε χρηματοπιστωτικά μέσα που (i) είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή για τα οποία έχει υποβληθεί σχετική αίτηση εισαγωγής, (ii) τυγχάνουν διαπραγμάτευσης σε Μηχανισμό Οργανωμένης Διαπραγμάτευσης (ΜΟΔ) κ.λπ. (άρθρο 26)
3. Δίνονται οι ορισμοί των εννοιών που χρησιμοποιούνται στο υπό ψήφιση νόμο, όπως τα «Χρηματοπιστωτικά μέσα», η «Επιχείρηση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών ή ΕΠΕΥ», ο «Πολυμερής Μηχανισμός Διαπραγμάτευσης ή ΠΜΔ», ο «Μηχανισμός Οργανωμένης Διαπραγμάτευσης ή ΜΟΔ» κ.α. (άρθρο 27)
4. Επανακαθορίζεται το πλαίσιο των ποινικής φύσεως διατάξεων με τις οποίες προστατεύεται η αγορά από πράξεις κατάχρησης. Ειδικότερα, τιμωρούνται, ανάλογα με τη βαρύτητα της πράξης, με φυλάκιση από τρεις (3) μήνες έως και κάθειρξη δέκα (10) τουλάχιστον ετών η:
– κατάχρηση προνομιακών πληροφοριών σχετικά με την απόκτηση ή διάθεση για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες,
– σύσταση για τη διενέργεια χρηματοπιστωτικών συναλλαγών με χρήση προνομιακών πληροφοριών,
– ανακοίνωση ή γνωστοποίηση προνομιακών πληροφοριών υπό τις οριζόμενες εξαιρέσεις,
– χειραγώγηση της αγοράς. (άρθρα 28-31)
5.α. Περιγράφεται η διαδικασία:
– άσκησης ποινικής δίωξης για τις αξιόποινες πράξεις του εν λόγω τμήματος (ασκείται αυτεπαγγέλτως εφεξής από τον κατά τόπον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών αντί Εισαγγελέα Εφετών που ισχύει σήμερα),
– περάτωσης της κύριας ανάκρισης.
β. Ορίζονται τα αρμόδια δικαστήρια για την εκδίκαση των σχετικών αδικημάτων. (άρθρα 32-33)
ΤΜΗΜΑ Β’
Σκοπός του τμήματος αυτού είναι η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας προς ορισμένες διατάξεις του Κανονισμού (EE) 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάχρηση αγοράς και την κατάργηση της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των Οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ. (άρθρο 34)
Στο πλαίσιο αυτό:
1. Επανακαθορίζεται ως ενιαία διοικητική αρμόδια αρχή για την επίτευξη των σκοπών του υπό ψήφιση νόμου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία διασφαλίζει την εφαρμογή και εποπτεύει την τήρηση των διατάξεων του Κανονισμού (EE) 596/2014 στην ημεδαπή αναφορικά με τις πράξεις ή παραλείψεις που λαμβάνουν χώρα (είτε στην ημεδαπή είτε στην αλλοδαπή) και σχετίζονται με χρηματοπιστωτικά ή άλλα μέσα τα οποία έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, κ.λπ. (άρθρο 35)
2. α. Προσδιορίζονται, εκ νέου, οι αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και οι τρόποι άσκησης αυτών στους οποίους περιλαμβάνεται και η ανάθεση σε φορείς της αγοράς κατ’ εξουσιοδότηση και υπό την εποπτεία της.
β. Συμπληρώνονται οι διατάξεις σχετικά με τις μαρτυρικές καταθέσεις που μπορούν να λαμβάνουν τα εντεταλμένα όργανα της Επιτροπής (οι οποίες πλέον είναι ένορκες) και προβλέπεται ότι το υφιστάμενο και σήμερα διοικητικό πρόστιμο (από 3-500 χιλ. ευρώ) εφαρμόζεται όχι μόνο στην περίπτωση μη εμφάνισης του μάρτυρα που κλητεύθηκε αλλά και στην περίπτωση που κάποιο από τα παρευρισκόμενα πρόσωπα αρνείται να υπογράψει την σχετική έκθεση που συντάσσεται.
γ. Ορίζεται ότι στις περιπτώσεις που θεμελιώνεται αρμοδιότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς έναντι ιδιωτών ή υπαλλήλων τρίτων προσώπων για ενέργεια ή παράλειψη, η τυχόν μη σχετική συνδρομή των τελευταίων στη νόμιμη πρόσκληση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τιμωρείται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 169 του ΠΚ (δηλ. με φυλάκιση μέχρι έξι μήνες), εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση επιβολής βαρύτερης ποινής. (άρθρο 36)
3. α. Επαναπροσδιορίζονται οι διοικητικές κυρώσεις (κατά βάση πρόστιμα) και τα διοικητικά μέτρα για την παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την απαγόρευση κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών, την απαγόρευση παράνομης ανακοίνωσης των ίδιων πληροφοριών, της απαγόρευσης χειραγώγησης της αγοράς κ.λπ.
β. Τίθενται διατάξεις για τη δημοσίευση των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις και τον καθορισμό από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατάλληλων διαδικασιών και μηχανισμών που επιτρέπουν την υποβολή σε αυτήν αναφορών παραβάσεων ή ενδεχόμενων παραβάσεων του Κανονισμού (EE) 596/2014.
γ. Παρέχονται οι σχετικές με τον υπό ψήφιση νόμο εξουσιοδοτήσεις στο Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1-31Α του ν. 3340/2005 [με τις οποίες είχαν ενσωματωθεί στην Ελληνική νομοθεσία διατάξεις της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ που καταργήθηκε με τον Κανονισμό (EE) 596/2014] και τίθενται μεταβατικές και τελικές διατάξεις. (άρθρα 37 – 42)
ΤΜΗΜΑ Γ’
Επαναδιατυπώνονται διατάξεις του ν. 3340/2005 σχετικά με την προστασία της Κεφαλαιαγοράς από πράξεις προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες κ.λπ. (άρθρα 43-47).
Δείτε την αιτιολογική έκθεση και το σχέδιο νόμου από το φορολογικό αρχείο του κόμβου
Πηγή: Taxheaven
Το δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου χωρίζεται σε τρία τμήματα.
Το πρώτο τμήμα αυτού αφορά στην ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς (EE L 173/12.6.2014) και χωρίζεται σε δύο κεφάλαια.
Το Κεφάλαιο Α (άρθρα 25-27) προσδιορίζει το σκοπό του παρόντος τμήματος, το πεδίο εφαρμογής του και περιλαμβάνει τους ορισμούς.
Το Κεφάλαιο Β (άρθρα 28-33) περιλαμβάνει τις ποινικές διατάξεις, περιγράφοντας τις αξιόποινες συμπεριφορές, τις ποινικής φύσεως κυρώσεις που επιβάλλονται καθώς και διατάξεις δικονομικού χαρακτήρα.
Το Δεύτερο τμήμα του β’ μέρους αφορά στην προσαρμογή στην ελληνική νομοθεσία των διατάξεων των άρθρων 22, 23, 30, 31 παρ.1, 32 και 34 του Κανονισμού (EE) 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάχρηση αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των Οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (EE L 173/12.6.2004) και χωρίζεται σε δύο κεφάλαια.
Το κεφάλαιο Α’ (άρθρα 34-36) προσδιορίζει το σκοπό του δεύτερου τμήματος του β’ μέρους, την αρμόδια αρχή και τις αρμοδιότητες που μπορεί αυτή να ασκεί νια την εφαρμογή και εποπτεία της τήρησης των διατάξεων του Κανονισμού (EE) 596/2014.
Το Κεφάλαιο Β’ (άρθρα 37-39) περιλαμβάνει τις διατάξεις που αφορούν τις διοικητικές κυρώσεις και μέτρα που μπορεί να επιβάλλει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σε περιπτώσεις παράβασης διατάξεων του Κανονισμού (EE) 596/2014, τη δημοσιοποίηση των αποφάσεων επιβολής τους και την αναφορά παραβάσεων του Κανονισμού (EE) 596/2014 στην αρμόδια αρχή.
Το κεφάλαιο Γ’ (άρθρα 40-42) περιλαμβάνει εξουσιοδοτικές διατάξεις, τις διατάξεις του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου που καταργούνται ή αντικαθίστανται, τις μεταβατικές και τελικές διατάξεις.
Το τρίτο τμήμα του β’ μέρους (άρθρα 43-47) περιλαμβάνει λοιπές συναφείς διατάξεις με τις ρυθμίσεις του Κανονισμού (EE) 596/2014, που είτε αποτελούν μεταφορά υφιστάμενων ρυθμίσεων του ν. 3340/2005 οι οποίες καταργούνται και επαναφέρονται στο παρόν ώστε να επιτυγχάνεται η συνοχή των ρυθμίσεων και να διευκολύνεται ο εντοπισμός και η εφαρμογή των κανόνων δικαίου είτε συνιστούν ρυθμίσεις στο πλαίσιο παρεχόμενης από τον Κανονισμό διακριτικής ευχέρειας, είτε αποτελούν ενσωμάτωση διατάξεων της οδηγίας 2014/57/ΕΕ.
ΜΕΡΟΣ Β’
ΤΜΗΜΑ Α’
1. Ορίζεται ότι σκοπός του εν λόγω τμήματος του υπό ψήφιση νόμου είναι η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς. (άρθρο 25)
2. Προσδιορίζεται το πεδίο εφαρμογής του υπό ψήφιση νόμου. Συγκεκριμένα, οι ρυθμίσεις του αφορούν σε χρηματοπιστωτικά μέσα που (i) είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή για τα οποία έχει υποβληθεί σχετική αίτηση εισαγωγής, (ii) τυγχάνουν διαπραγμάτευσης σε Μηχανισμό Οργανωμένης Διαπραγμάτευσης (ΜΟΔ) κ.λπ. (άρθρο 26)
3. Δίνονται οι ορισμοί των εννοιών που χρησιμοποιούνται στο υπό ψήφιση νόμο, όπως τα «Χρηματοπιστωτικά μέσα», η «Επιχείρηση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών ή ΕΠΕΥ», ο «Πολυμερής Μηχανισμός Διαπραγμάτευσης ή ΠΜΔ», ο «Μηχανισμός Οργανωμένης Διαπραγμάτευσης ή ΜΟΔ» κ.α. (άρθρο 27)
4. Επανακαθορίζεται το πλαίσιο των ποινικής φύσεως διατάξεων με τις οποίες προστατεύεται η αγορά από πράξεις κατάχρησης. Ειδικότερα, τιμωρούνται, ανάλογα με τη βαρύτητα της πράξης, με φυλάκιση από τρεις (3) μήνες έως και κάθειρξη δέκα (10) τουλάχιστον ετών η:
– κατάχρηση προνομιακών πληροφοριών σχετικά με την απόκτηση ή διάθεση για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες,
– σύσταση για τη διενέργεια χρηματοπιστωτικών συναλλαγών με χρήση προνομιακών πληροφοριών,
– ανακοίνωση ή γνωστοποίηση προνομιακών πληροφοριών υπό τις οριζόμενες εξαιρέσεις,
– χειραγώγηση της αγοράς. (άρθρα 28-31)
5.α. Περιγράφεται η διαδικασία:
– άσκησης ποινικής δίωξης για τις αξιόποινες πράξεις του εν λόγω τμήματος (ασκείται αυτεπαγγέλτως εφεξής από τον κατά τόπον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών αντί Εισαγγελέα Εφετών που ισχύει σήμερα),
– περάτωσης της κύριας ανάκρισης.
β. Ορίζονται τα αρμόδια δικαστήρια για την εκδίκαση των σχετικών αδικημάτων. (άρθρα 32-33)
ΤΜΗΜΑ Β’
Σκοπός του τμήματος αυτού είναι η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας προς ορισμένες διατάξεις του Κανονισμού (EE) 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάχρηση αγοράς και την κατάργηση της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των Οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ. (άρθρο 34)
Στο πλαίσιο αυτό:
1. Επανακαθορίζεται ως ενιαία διοικητική αρμόδια αρχή για την επίτευξη των σκοπών του υπό ψήφιση νόμου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία διασφαλίζει την εφαρμογή και εποπτεύει την τήρηση των διατάξεων του Κανονισμού (EE) 596/2014 στην ημεδαπή αναφορικά με τις πράξεις ή παραλείψεις που λαμβάνουν χώρα (είτε στην ημεδαπή είτε στην αλλοδαπή) και σχετίζονται με χρηματοπιστωτικά ή άλλα μέσα τα οποία έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, κ.λπ. (άρθρο 35)
2. α. Προσδιορίζονται, εκ νέου, οι αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και οι τρόποι άσκησης αυτών στους οποίους περιλαμβάνεται και η ανάθεση σε φορείς της αγοράς κατ’ εξουσιοδότηση και υπό την εποπτεία της.
β. Συμπληρώνονται οι διατάξεις σχετικά με τις μαρτυρικές καταθέσεις που μπορούν να λαμβάνουν τα εντεταλμένα όργανα της Επιτροπής (οι οποίες πλέον είναι ένορκες) και προβλέπεται ότι το υφιστάμενο και σήμερα διοικητικό πρόστιμο (από 3-500 χιλ. ευρώ) εφαρμόζεται όχι μόνο στην περίπτωση μη εμφάνισης του μάρτυρα που κλητεύθηκε αλλά και στην περίπτωση που κάποιο από τα παρευρισκόμενα πρόσωπα αρνείται να υπογράψει την σχετική έκθεση που συντάσσεται.
γ. Ορίζεται ότι στις περιπτώσεις που θεμελιώνεται αρμοδιότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς έναντι ιδιωτών ή υπαλλήλων τρίτων προσώπων για ενέργεια ή παράλειψη, η τυχόν μη σχετική συνδρομή των τελευταίων στη νόμιμη πρόσκληση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τιμωρείται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 169 του ΠΚ (δηλ. με φυλάκιση μέχρι έξι μήνες), εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση επιβολής βαρύτερης ποινής. (άρθρο 36)
3. α. Επαναπροσδιορίζονται οι διοικητικές κυρώσεις (κατά βάση πρόστιμα) και τα διοικητικά μέτρα για την παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την απαγόρευση κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών, την απαγόρευση παράνομης ανακοίνωσης των ίδιων πληροφοριών, της απαγόρευσης χειραγώγησης της αγοράς κ.λπ.
β. Τίθενται διατάξεις για τη δημοσίευση των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις και τον καθορισμό από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατάλληλων διαδικασιών και μηχανισμών που επιτρέπουν την υποβολή σε αυτήν αναφορών παραβάσεων ή ενδεχόμενων παραβάσεων του Κανονισμού (EE) 596/2014.
γ. Παρέχονται οι σχετικές με τον υπό ψήφιση νόμο εξουσιοδοτήσεις στο Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1-31Α του ν. 3340/2005 [με τις οποίες είχαν ενσωματωθεί στην Ελληνική νομοθεσία διατάξεις της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ που καταργήθηκε με τον Κανονισμό (EE) 596/2014] και τίθενται μεταβατικές και τελικές διατάξεις. (άρθρα 37 – 42)
ΤΜΗΜΑ Γ’
Επαναδιατυπώνονται διατάξεις του ν. 3340/2005 σχετικά με την προστασία της Κεφαλαιαγοράς από πράξεις προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες κ.λπ. (άρθρα 43-47).
Δείτε την αιτιολογική έκθεση και το σχέδιο νόμου από το φορολογικό αρχείο του κόμβου
Πηγή: Taxheaven