Πωλήσεις χαρτοφυλακίων, πλειστηριασμοί, ρυθμίσεις και διαγραφές
Εν όψει αυτής της δοκιμασίας και με δεδομένο ότι οι νέοι κανονισμοί στήριξης των κεφαλαιακά αδύναμων τραπεζών προβλέπουν την υποχρεωτική συμμετοχή πιστωτών και καταθετών στα σχήματα διάσωσης, η αποτελεσματική διαχείριση των επισφαλειών είναι κομβικής σημασίας για τη βελτίωση της εμπιστοσύνης στο εγχώριο σύστημα.
Οπως επισημαίνει έμπειρο τραπεζικό στέλεχος, ο στόχος περιορισμού των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) κατά περίπου 40 δισ. ευρώ έως το 2019 είναι αρκετά φιλόδοξος. «Προϋποθέτει την ανάκαμψη της οικονομίας, η οποία αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να “πρασινίσουν” δάνεια που σήμερα βρίσκονται σε καθυστέρηση» υποστηρίζει η ίδια πηγή. Ο σχεδιασμός των τραπεζών για την ερχόμενη τριετία προβλέπει διαγραφές δανείων της τάξης των 15 δισ. ευρώ, πωλήσεις χαρτοφυλακίων έναντι 6-7 δισ. ευρώ, πλειστηριασμούς με στόχο την είσπραξη 5-6 δισ. ευρώ και ρυθμίσεις περίπου 15 δισ. ευρώ.
Οι τραπεζίτες θεωρούν ότι για τη διασφάλιση της σταθερότητας του κλάδου είναι απαραίτητο να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί για το 2017, οι οποίοι είναι πιο βατοί. Και αυτό διότι το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής την ερχόμενη χρονιά θα γίνει με διαγραφές «κόκκινων» οφειλών ύψους περίπου 3 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, θεωρείται επίσης εφικτό να μειωθούν τα NPEs κατά 2 δισ. ευρώ με δάνεια που έχουν ρυθμιστεί και θα συμπληρώσουν έως το τέλος της επόμενης χρονιάς 12 συνεχείς μήνες ομαλής αποπληρωμής. Τέλος, δυνατή χαρακτηρίζεται από τραπεζικές πηγές η ανάκτηση περίπου 2 δισ. ευρώ κυρίως από εκποιήσεις ενεχύρων και δευτερευόντως από πωλήσεις δανείων σε τρίτους.
Ο ρόλος της ανάπτυξης
Σύμφωνα με τον ίδιο, με τον τρόπο αυτόν θα δημιουργηθεί μια ισχυρή τάση ενίσχυσης των εσόδων, που σε συνδυασμό με τη βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος θα δώσει μια νέα δυναμική στον κλάδο. Στο πλαίσιο αυτό πιστεύει ότι η επόμενη χρονιά είναι κομβική για τις προοπτικές των τεσσάρων συστημικών ομίλων, εν όψει των πανευρωπαϊκών ασκήσεων προσομοίωσης που θα διενεργηθούν το 2018.
«Εάν πιάσουμε τους στόχους του 2017, θα αυξηθούν σημαντικά οι πιθανότητες επιτυχίας των ελληνικών τραπεζών στα stress tests» υποστηρίζει η ίδια πηγή. Και εξηγεί: «Εχουμε οργανικά έσοδα πάνω από 4 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ οι προβλέψεις που έχουν σχηματιστεί προσεγγίζουν τα 60 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή οι εμπράγματες εξασφαλίσεις καλύπτουν ποσοστό άνω του 60% των προβληματικών ανοιγμάτων μας. Το μόνο που μας λείπει για να πετύχουμε είναι η επιβεβαίωση του γυρίσματος της οικονομίας».
Η προετοιμασία
Σε αυτή τη φάση οι τράπεζες σχεδιάζουν, έχοντας πάντα ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με τα στελέχη του SSM, τις νέες υποδομές που θα αναλάβουν να φέρουν σε πέρας το εγχείρημα μείωσης των επισφαλών απαιτήσεων. Υπάρχει καθυστέρηση στην υλοποίησή τους καθώς τα πάντα θα έπρεπε να είχαν τελειώσει έως το τέλος του έτους.
Πλέον, η ολοκλήρωση του στησίματος των νέων μονάδων διαχείρισης των κόκκινων δανείων τοποθετείται προς το τέλος του α’ τριμήνου, ώστε να τεθούν σε πλήρη λειτουργία μέχρι και τον Ιούνιο της ερχόμενης χρονιάς. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι ως τότε δεν θα γίνεται δουλειά. Οι εσωτερικές διευθύνσεις διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων συνεχίζουν το έργο ανάκτησης κόκκινων ανοιγμάτων με αμείωτη ένταση.
Εξάλλου, για να υπάρξει επιτάχυνση των διαδικασιών στα δάνεια επιχειρήσεων, μεγάλων, μικρομεσαίων και ελεύθερων επαγγελματιών, οι τράπεζες περιμένουν την αναμόρφωση του Πτωχευτικού Δικαίου και την καθιέρωση των νέων κανόνων εξωδικαστικού συμβιβασμού. Παράλληλα, αναμένεται παρέμβαση του υπουργείου Δικαιοσύνης, ώστε ο επικαιροποιημένος νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά να «τρέξει» γρηγορότερα, καθώς οι δικάσιμες που παίρνουν οι υποθέσεις είναι για αρκετά χρόνια μετά.
Με ορίζοντα τα πανευρωπαϊκά stress tests του 2018 στα οποία θα συμμετάσχουν, σχεδιάζουν οι διοικήσεις των τραπεζών τις επόμενες κινήσεις τους στο μέτωπο των κόκκινων δανείων.
Εν όψει αυτής της δοκιμασίας και με δεδομένο ότι οι νέοι κανονισμοί στήριξης των κεφαλαιακά αδύναμων τραπεζών προβλέπουν την υποχρεωτική συμμετοχή πιστωτών και καταθετών στα σχήματα διάσωσης, η αποτελεσματική διαχείριση των επισφαλειών είναι κομβικής σημασίας για τη βελτίωση της εμπιστοσύνης στο εγχώριο σύστημα.
Οπως επισημαίνει έμπειρο τραπεζικό στέλεχος, ο στόχος περιορισμού των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) κατά περίπου 40 δισ. ευρώ έως το 2019 είναι αρκετά φιλόδοξος. «Προϋποθέτει την ανάκαμψη της οικονομίας, η οποία αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να “πρασινίσουν” δάνεια που σήμερα βρίσκονται σε καθυστέρηση» υποστηρίζει η ίδια πηγή. Ο σχεδιασμός των τραπεζών για την ερχόμενη τριετία προβλέπει διαγραφές δανείων της τάξης των 15 δισ. ευρώ, πωλήσεις χαρτοφυλακίων έναντι 6-7 δισ. ευρώ, πλειστηριασμούς με στόχο την είσπραξη 5-6 δισ. ευρώ και ρυθμίσεις περίπου 15 δισ. ευρώ.
Οι τραπεζίτες θεωρούν ότι για τη διασφάλιση της σταθερότητας του κλάδου είναι απαραίτητο να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί για το 2017, οι οποίοι είναι πιο βατοί. Και αυτό διότι το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής την ερχόμενη χρονιά θα γίνει με διαγραφές «κόκκινων» οφειλών ύψους περίπου 3 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, θεωρείται επίσης εφικτό να μειωθούν τα NPEs κατά 2 δισ. ευρώ με δάνεια που έχουν ρυθμιστεί και θα συμπληρώσουν έως το τέλος της επόμενης χρονιάς 12 συνεχείς μήνες ομαλής αποπληρωμής. Τέλος, δυνατή χαρακτηρίζεται από τραπεζικές πηγές η ανάκτηση περίπου 2 δισ. ευρώ κυρίως από εκποιήσεις ενεχύρων και δευτερευόντως από πωλήσεις δανείων σε τρίτους.
Ο ρόλος της ανάπτυξης
«Εάν τα επόμενα τρίμηνα διαφανεί ότι το ΑΕΠ την ερχόμενη χρονιά θα εμφανίσει μια αύξηση της τάξης του 2%, πιστεύουμε ότι οι επιδόσεις μας στο μέτωπο των επισφαλειών θα κινηθούν βάσει των στόχων για τους οποίους έχουμε δεσμευτεί στον εποπτικό βραχίονα της ΕΚΤ, τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM)» επισημαίνει γενικός διευθυντής συστημικού ομίλου.
Σύμφωνα με τον ίδιο, με τον τρόπο αυτόν θα δημιουργηθεί μια ισχυρή τάση ενίσχυσης των εσόδων, που σε συνδυασμό με τη βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος θα δώσει μια νέα δυναμική στον κλάδο. Στο πλαίσιο αυτό πιστεύει ότι η επόμενη χρονιά είναι κομβική για τις προοπτικές των τεσσάρων συστημικών ομίλων, εν όψει των πανευρωπαϊκών ασκήσεων προσομοίωσης που θα διενεργηθούν το 2018.
«Εάν πιάσουμε τους στόχους του 2017, θα αυξηθούν σημαντικά οι πιθανότητες επιτυχίας των ελληνικών τραπεζών στα stress tests» υποστηρίζει η ίδια πηγή. Και εξηγεί: «Εχουμε οργανικά έσοδα πάνω από 4 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ οι προβλέψεις που έχουν σχηματιστεί προσεγγίζουν τα 60 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή οι εμπράγματες εξασφαλίσεις καλύπτουν ποσοστό άνω του 60% των προβληματικών ανοιγμάτων μας. Το μόνο που μας λείπει για να πετύχουμε είναι η επιβεβαίωση του γυρίσματος της οικονομίας».
Η προετοιμασία
Δύο είναι αυτή τη στιγμή οι εκκρεμότητες που πρέπει να κλείσουν το συντομότερο δυνατό: η λειτουργία των νέων υποδομών διαχείρισης των επισφαλειών, που βρίσκονται στη φάση του σχεδιασμού, και οι αλλαγές στο νομικό πλαίσιο που αφορά τα «κόκκινα» δάνεια.
Σε αυτή τη φάση οι τράπεζες σχεδιάζουν, έχοντας πάντα ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με τα στελέχη του SSM, τις νέες υποδομές που θα αναλάβουν να φέρουν σε πέρας το εγχείρημα μείωσης των επισφαλών απαιτήσεων. Υπάρχει καθυστέρηση στην υλοποίησή τους καθώς τα πάντα θα έπρεπε να είχαν τελειώσει έως το τέλος του έτους.
Πλέον, η ολοκλήρωση του στησίματος των νέων μονάδων διαχείρισης των κόκκινων δανείων τοποθετείται προς το τέλος του α’ τριμήνου, ώστε να τεθούν σε πλήρη λειτουργία μέχρι και τον Ιούνιο της ερχόμενης χρονιάς. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι ως τότε δεν θα γίνεται δουλειά. Οι εσωτερικές διευθύνσεις διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων συνεχίζουν το έργο ανάκτησης κόκκινων ανοιγμάτων με αμείωτη ένταση.
Εξάλλου, για να υπάρξει επιτάχυνση των διαδικασιών στα δάνεια επιχειρήσεων, μεγάλων, μικρομεσαίων και ελεύθερων επαγγελματιών, οι τράπεζες περιμένουν την αναμόρφωση του Πτωχευτικού Δικαίου και την καθιέρωση των νέων κανόνων εξωδικαστικού συμβιβασμού. Παράλληλα, αναμένεται παρέμβαση του υπουργείου Δικαιοσύνης, ώστε ο επικαιροποιημένος νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά να «τρέξει» γρηγορότερα, καθώς οι δικάσιμες που παίρνουν οι υποθέσεις είναι για αρκετά χρόνια μετά.
ΤΟ ΒΗΜΑ