Την επιστροφή του σεναρίου «κουρέματος» του ελληνικού χρέους – έστω και μικρού μέρους, χωρίς μαξιμαλιστικές διαθέσεις – προτείνει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ) στην εξαμηνιαία έκθεσή του για την ελληνική
οικονομία. Ταυτόχρονα, ασκεί κριτική για τους δημοσιονομικούς και μακροικονομικούς στόχους του νέου προϋπολογισμού, εκτιμώντας ότι υπάρχουν σοβαροί κίνδυνο να μην επιτευχθούν.
«Η σταδιακή επανένταξη στη θεσμική συζήτηση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους του ενδεχομένου μείωσης ενός (έστω μικρού) μέρους της ονομαστικής αξίας τους χρέους, χωρίς μαξιμαλιστική, αλλά ιδιαίτερα πραγματιστική διάθεση, συνεισφέροντας τόσο στη βελτίωση των δεικτών ανάλυσης της βιωσιμότητας (επαναφέροντας και το δείκτη του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ), όσο και στη διευκόλυνση της σταδιακής επιστροφής στις διεθνείς αγορές», αναφέρει μεταξύ άλλων το ΕΔΣ στην έκθεσή του.
Επίσης, σημειώνει πως «γενικά, η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2017 εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από μια σειρά προϋποθέσεων και συνθηκών οι περισσότερες από τις οποίες, προς το παρόν, δεν έχουν διασφαλισθεί».
Σχετικά με την επίτευξη του στόχου των φορολογικών εσόδων, το ΕΔΣ υποστηρίζει πως αυτή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως «η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ και της ιδιωτικής κατανάλωσης, η άνοδος των λιανικών τιμών, η άνοδος της απασχόλησης, η βελτίωση του οικονομικού κλίματος κλπ. Εάν όλα αυτά τα μεγέθη διαμορφωθούν το 2017 σύμφωνα με τις προβλέψεις του προσχεδίου, τότε αυξάνεται η πιθανότητα είσπραξης των ως άνω φόρων». Ωστόσο, το Συμβούλιο εκφράζει σοβαρές «επιφυλάξεις τόσο για το ύψος της ανόδου του ΑΕΠ και της ιδιωτικής κατανάλωσης, όσο και για την άνοδο των τιμών και της απασχόλησης».
Πέραν αυτών, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου, κ. Π. Κορλίρας, εκτιμά ότι «ο χειμώνας 2016-2017 ενδέχεται να αποτελέσει σημείο καμπής στη διαδρομή της οικονομικής κρίσης από το 2010 μέχρι σήμερα», ενώ υποστηρίζει την «ανάγκη να προχωρήσει μια αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος, με έμφαση στην προσέλκυση επενδύσεων και την στροφή προς διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες». Σημειώνει, δε, ότι η προοπτική να τεθούν υψηλοί στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα, δεν επιδρά θετικά στη διαδικασία της οικονομικής μεγέθυνσης.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ