έναντι των εποπτικών αρχών. Συγκεκριμένα, ο σχεδιασμός των τραπεζών προβλέπει ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs), που προσεγγίζουν τα 110 δισ. ευρώ, θα πρέπει να μειωθούν κατά 44 δισ. ευρώ περίπου έως τα τέλη του 2019. Η μείωση θα προέλθει κατά:
• 40%, δηλαδή περί τα 17 δισ. ευρώ μέσα από ρυθμίσεις,
• 15%, δηλαδή περί τα 7 δισ. ευρώ από τις εισπράξεις και τη μετάπτωση ενός αριθμού μη εξυπηρετούμενων δανείων σε εξυπηρετούμενα,
• 30%, δηλαδή περί τα 13 δισ. ευρώ από πωλήσεις χαρτοφυλακίων και διαγραφές,
• 15%, δηλαδή περί τα 7 δισ. ευρώ από πλειστηριασμούς ακινήτων
Στελέχη των τραπεζών που μίλησαν σε συνέδριο που πραγματοποιήθηκε χθες από την Ελληνική Εταιρεία Διοίκησης Επιχειρήσεων, υπογράμμισαν ότι ο στόχος που έχει τεθεί είναι «φιλόδοξος, αλλά μπορεί να καταστεί εφικτός» εάν τηρηθούν συγκεκριμένες διαδικασίες και αναληφθούν πρωτοβουλίες που θα επιτρέψουν την ενεργητική διαχείριση του τεράστιου όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που κατατάσσει τη χώρα μας στη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αμέσως μετά την Κύπρο. Οπως σημείωσε ο επικεφαλής του τομέα απαιτήσεων τραπεζικής επιχειρήσεων κ. Γιώργος Νικολακόπουλος «το χαρτοφυλάκιο των “κόκκινων” δανείων στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει το 10% των συνολικών μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ευρώπη, όταν η οικονομία της χώρας αντιπροσωπεύει μόλις το 1,5% της ευρωπαϊκής οικονομίας». Ενδεικτικό των διαστάσεων που έχει λάβει το πρόβλημα είναι ότι τα συνολικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια υπερβαίνουν κατά πολύ το άθροισμα των προβλέψεων που έχουν κάνει οι τράπεζες και των εποπτικών κεφαλαίων.
Σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή ανάκτησης απαιτήσεων της τράπεζας Πειραιώς, κ. Ευάγγελο Κάβαλο, η πολιτεία θα πρέπει να ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς που θα αναστρέψουν την κουλτούρα αθέτησης των υποχρεώσεων που έχει εμπεδωθεί σε μεγάλη μερίδα οφειλετών. Προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να ληφθούν πρωτοβουλίες για τη διενέργεια πλειστηριασμών που έχουν παγώσει επί μακρό χρονικό διάστημα λόγω της απεργίας των δικηγόρων έως πρόσφατα και πλέον της απεργίας των συμβολαιογράφων, καθώς και την επιτάχυνση της εκδίκασης των υποθέσεων στο πλαίσιο του νόμου Κατσέλη. Σύμφωνα με τον νομικό σύμβουλο της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών, κ. Γιάννη Μούργελα, οι αποφάσεις που εκδίδουν τα Πρωτοδικεία στο πλαίσιο του νόμου 3869, δικαιώνουν κατά 40% τις τράπεζες, στοιχείο που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την άποψη που έχει κυριαρχήσει ότι η προσφυγή στον νόμο συνεπάγεται την απαλλαγή του οφειλέτη. Βασικό θέμα που θα πρέπει να ρυθμιστεί επίσης είναι η φορολογική αναγνώριση της ζημίας που θα υποστούν οι τράπεζες από τις διαγραφές δανείων. Από την πλευρά της Clayton Euro Risk, η κ. Ειρήνη Μαραγκουδάκη υπογράμμισε ότι ο σκληρός πυρήνας των στρατηγικών οφειλετών είναι το 15% περίπου και οι διαχειριστές που θα αδειοδοτηθούν στο πλαίσιο της διαδικασίας που είναι σε εξέλιξη από την ΤτΕ, θα αναλάβουν τον διαχωρισμό αυτής της κατηγορίας των οφειλετών από τους υπολοίπους. «Οι αναγκαστικές εκτελέσεις δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά εργαλείο που οδηγεί στην εξάλειψη του ηθικού κινδύνου», σημείωσε. Από την πλευρά της Oliver Wyman, ο επικεφαλής χρηματοοικονομικών κ. Ε. Ρόμπερτσον, υποστήριξε ότι Ελλάδα και Ιταλία θα χρειαστούν πάνω από επτά χρόνια για τη διαχείριση του προβλήματος.
Έντυπη