Σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων κατηγορούμενοι για διακεκριμένη περίπτωση διακίνησης ναρκωτικών από
πρόσωπα που ενεργούν στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, για εγκληματική οργάνωση, για παράνομη οπλοφορία, για αντίσταση και για κατοχή ναρκωτικών για ιδίαν χρήση, παραπέμπονται με Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου τρείς αλλοδαποί σε βάρος των οποίων σχηματίστηκε δικογραφία από το Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Ρόδου, τον Μάιο του 2016.
Κατηγορούμενοι είναι συγκεκριμένα η 23χρονη υπήκοος Ουκρανίας D. D. του V., ο 37χρονος υπήκοος Αλβανίας B. D. του R., γνωστός και ως “Σπάρτακος” και ο έγκλειστος στις φυλακές Πατρών Κ. Μ. του S. 38 ετών, που συνελήφθησαν την Κυριακή 15 Μαΐου 2016.
Η 23χρονη, που είχε απασχολήσει την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου, σε δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος των υπευθύνων λειτουργίας του στριπτιζάδικου “Nirvana” στο Φαληράκι, ως κονσοματρίς, και ενεπλάκη σε υπόθεση μαστροπείας, φέρεται συγκεκριμένα να στρατολογήθηκε από κύκλωμα στο οποίο μετέχουν ακόμη δύο Αλβανοί, τα στοιχεία των οποίων δεν έγιναν γνωστά, για τη μεταφορά κοκαΐνης στη Ρόδο.
Όπως διακριβώθηκε, στο τελευταίο πεντάμηνο ο 38χρονος είχε συστήσει εγκληματική οργάνωση με ιεραρχική δομή και διακριτούς ρόλους, στην οποία είχαν ενταχθεί οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι με σκοπό την προμήθεια, μεταφορά, διακίνηση και περαιτέρω διάθεση κοκαΐνης αποκομίζοντας σημαντικά οικονομικά οφέλη.
Συγκεκριμένα, ο έγκλειστος Αλβανός έχοντας αρχηγικό ρόλο συντόνιζε και καθοδηγούσε τα μέλη του κυκλώματος ανάλογα με το ρόλο τους (αγοραστή-μεταφορέα – διακινητή – πωλητή).
Το απόγευμα της 15ης Μαΐου 2016, πραγματοποιήθηκαν στοχευμένοι έλεγχοι στο κεντρικό λιμάνι της Ρόδου, όπου εντοπίσθηκε η 23χρονη, κατά την αποβίβασή της από πλοίο της γραμμής Πειραιά-Ρόδου και διαπιστώθηκε ότι μετέφερε επιμελώς κρυμμένη σε ποτήρι καφέ ποσότητα 125,5 γραμμαρίων κοκαΐνης, προκειμένου να την παραδώσει στον 37χρονο Αλβανό.
Άμεσα, τέθηκε σε εφαρμογή σχέδιο ελεγχόμενης παράδοσης ναρκωτικών ουσιών και η 23χρονη συνοδεύτηκε υπό την επιτήρηση αστυνομικών σε προκαθορισμό ραντεβού συνάντησης στο Φαληράκι, όπου προσήλθε ο 37χρονος, ο οποίος μετά την παραλαβή της κοκαΐνης συνελήφθη προβάλλοντας πάντως σθεναρή αντίσταση.
Επίσης κατασχέθηκαν, χρηματικά ποσά, κινητά τηλέφωνα, μικροποσότητα ακατέργαστης κάνναβης, μαχαίρι-σουγιάς και δίκυκλο μοτοποδήλατο, που κατείχαν-χρησιμοποιούσαν αντίστοιχα οι συλληφθέντες.
Η 23χρονη φέρεται να συνεργάστηκε με τους αστυνομικούς και κατά την διάρκεια της παραμονής της στο Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Ρόδου δέχτηκε κλήσεις στο κινητό της τηλέφωνο από τους δύο συγκατηγορούμενους της για να κανονίσουν το σημείο συνάντησης για την παράδοση της κοκαϊνης.
Στην κατοχή του 38χρονου βρέθηκαν δύο κινητά τηλέφωνα, ένα μαχαίρι και 35 ευρώ, ενώ κατασχέθηκε και το δίκυκλο που χρησιμοποίησε για να μεταβεί στο ραντεβού με την 23χρονη.
Σε έρευνα που ακολούθησε στην οικία του 38χρονου βρέθηκαν και κατασχέθηκαν μία αυτοσχέδια πλαστική συσκευασία με κάνναβη βάρους 0,5 γραμμαρίων και μία πλαστική συσκευασία με σόδα.
Από την έρευνα προέκυψε ότι η 23χρονη παρέλαβε τα ναρκωτικά την 14η Μαϊου στον σταθμό των ΚΤΕΛ στον Κηφισσό της Αθήνας από έναν Αλβανό.
Ενώπιον της κ. Ανακρίτριας η 23χρονη, αποδέχτηκε πλήρως τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν κατά την αστυνομική προανάκριση, πλην της ένταξης και συμμετοχής της σε εγκληματική οργάνωση.
Υποστήριξε συγκεκριμένα ότι δέχτηκε τηλεφωνική κλήση του 38χρονου, κρατούμενου, συγκατηγορούμενού της, ο οποίος πιθανολογεί ότι πληροφορήθηκε την άφιξή της στην Αθήνα από ανάρτηση που έκανε στο facebook και της ζήτησε την μεταφορά ενός αντικειμένου στη Ρόδο.
Ισχυρίστηκε ότι ήλθε σε δύσκολη θέση διότι της είχε δώσει στο παρελθόν 200 ευρώ για να πληρώσει το ενοίκιό της, ενώ της υποσχέθηκε ότι θα της έδινε μια σημαντική αμοιβή για την μεταφορά του πακέτου στη Ρόδο.
Yποστήριξε ότι μπήκε στο αυτοκίνητο ενός άγνωστου άνδρα στην Αθήνα ο οποίος της έδωσε ένα ποτήρι με καφέ, που περιείχε την κοκαΐνη, πράγμα που διαπίστωσε μέσα στο καράβι. Ισχυρίστηκε ότι καθ’ όλη της διάρκεια του ταξιδιού δεχόταν κλήσεις από τον κρατούμενο.
Ο 37χρονος από την άλλη αρνήθηκε κατηγορηματικά οποιαδήποτε σχέση με την υπόθεση, υποστηρίζοντας ότι την 15η Μαΐου 2016, το μεσημέρι, ενώ βρισκόταν στα Κοσκινού δέχτηκε τηλεφώνημα από έναν ομοεθνή φίλο του, που βρίσκεται στην Αλβανία, ο οποίος τον παρακάλεσε να δώσει 30 με 40 ευρώ στην 23χρονη, την οποία ο ίδιος δεν γνώριζε, γιατί τα είχε ανάγκη.
Μετέβη, όπως είπε, στο Φαληράκι για να της παραδώσει τα χρήματα και ενώ περίμενε έξω από super market της τηλεφώνησε γιατί δεν ήταν εκεί.
Εμφανίστηκε, όπως είπε, σχεδόν γυμνή και τυλιγμένη με μία πετσέτα του μπάνιου, κλαίγοντας. Ο ίδιος, όπως υποστηρίζει, πριν προλάβει να της μιλήσει έπεσαν πάνω της 4 – 5 αστυνομικοί και άρχισαν να τον κτυπούν και να τον βρίζουν.
Ισχυρίστηκε ότι έπεσε θύμα ξυλοδαρμού στο Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών και ότι αντιστάθηκε κατά την σύλληψή του, υποστηρίζοντας παραπέρα ότι οι αστυνομικοί του αποδίδουν αβάσιμες κατηγορίες για τις οποίες πάντοτε αθωώνεται από τα δικαστήρια, αλλά και ότι τον κατηγορούν για αντίσταση για να δικαιολογήσουν την κακοποίησή του.
Υποστήριξε ακόμη ότι οι αστυνομικοί αρνήθηκαν να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο και ότι έχουν μένος απέναντί του διότι αρνήθηκε να παίξει τον ρόλο του πληροφοριοδότη.
Υπέβαλε ενώπιον της κ. Ανακρίτριας και αυτοτελή αναφορά με την οποία ζήτησε να ελεγχθούν αστυνομικοί για κακοποίησή του.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων παρίστανται οι δικηγόροι κ.κ. Μ. Κουτσούκος και Δ. Μουτάφης.
πρόσωπα που ενεργούν στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, για εγκληματική οργάνωση, για παράνομη οπλοφορία, για αντίσταση και για κατοχή ναρκωτικών για ιδίαν χρήση, παραπέμπονται με Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου τρείς αλλοδαποί σε βάρος των οποίων σχηματίστηκε δικογραφία από το Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Ρόδου, τον Μάιο του 2016.
Κατηγορούμενοι είναι συγκεκριμένα η 23χρονη υπήκοος Ουκρανίας D. D. του V., ο 37χρονος υπήκοος Αλβανίας B. D. του R., γνωστός και ως “Σπάρτακος” και ο έγκλειστος στις φυλακές Πατρών Κ. Μ. του S. 38 ετών, που συνελήφθησαν την Κυριακή 15 Μαΐου 2016.
Η 23χρονη, που είχε απασχολήσει την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου, σε δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος των υπευθύνων λειτουργίας του στριπτιζάδικου “Nirvana” στο Φαληράκι, ως κονσοματρίς, και ενεπλάκη σε υπόθεση μαστροπείας, φέρεται συγκεκριμένα να στρατολογήθηκε από κύκλωμα στο οποίο μετέχουν ακόμη δύο Αλβανοί, τα στοιχεία των οποίων δεν έγιναν γνωστά, για τη μεταφορά κοκαΐνης στη Ρόδο.
Όπως διακριβώθηκε, στο τελευταίο πεντάμηνο ο 38χρονος είχε συστήσει εγκληματική οργάνωση με ιεραρχική δομή και διακριτούς ρόλους, στην οποία είχαν ενταχθεί οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι με σκοπό την προμήθεια, μεταφορά, διακίνηση και περαιτέρω διάθεση κοκαΐνης αποκομίζοντας σημαντικά οικονομικά οφέλη.
Συγκεκριμένα, ο έγκλειστος Αλβανός έχοντας αρχηγικό ρόλο συντόνιζε και καθοδηγούσε τα μέλη του κυκλώματος ανάλογα με το ρόλο τους (αγοραστή-μεταφορέα – διακινητή – πωλητή).
Το απόγευμα της 15ης Μαΐου 2016, πραγματοποιήθηκαν στοχευμένοι έλεγχοι στο κεντρικό λιμάνι της Ρόδου, όπου εντοπίσθηκε η 23χρονη, κατά την αποβίβασή της από πλοίο της γραμμής Πειραιά-Ρόδου και διαπιστώθηκε ότι μετέφερε επιμελώς κρυμμένη σε ποτήρι καφέ ποσότητα 125,5 γραμμαρίων κοκαΐνης, προκειμένου να την παραδώσει στον 37χρονο Αλβανό.
Άμεσα, τέθηκε σε εφαρμογή σχέδιο ελεγχόμενης παράδοσης ναρκωτικών ουσιών και η 23χρονη συνοδεύτηκε υπό την επιτήρηση αστυνομικών σε προκαθορισμό ραντεβού συνάντησης στο Φαληράκι, όπου προσήλθε ο 37χρονος, ο οποίος μετά την παραλαβή της κοκαΐνης συνελήφθη προβάλλοντας πάντως σθεναρή αντίσταση.
Επίσης κατασχέθηκαν, χρηματικά ποσά, κινητά τηλέφωνα, μικροποσότητα ακατέργαστης κάνναβης, μαχαίρι-σουγιάς και δίκυκλο μοτοποδήλατο, που κατείχαν-χρησιμοποιούσαν αντίστοιχα οι συλληφθέντες.
Η 23χρονη φέρεται να συνεργάστηκε με τους αστυνομικούς και κατά την διάρκεια της παραμονής της στο Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Ρόδου δέχτηκε κλήσεις στο κινητό της τηλέφωνο από τους δύο συγκατηγορούμενους της για να κανονίσουν το σημείο συνάντησης για την παράδοση της κοκαϊνης.
Στην κατοχή του 38χρονου βρέθηκαν δύο κινητά τηλέφωνα, ένα μαχαίρι και 35 ευρώ, ενώ κατασχέθηκε και το δίκυκλο που χρησιμοποίησε για να μεταβεί στο ραντεβού με την 23χρονη.
Σε έρευνα που ακολούθησε στην οικία του 38χρονου βρέθηκαν και κατασχέθηκαν μία αυτοσχέδια πλαστική συσκευασία με κάνναβη βάρους 0,5 γραμμαρίων και μία πλαστική συσκευασία με σόδα.
Από την έρευνα προέκυψε ότι η 23χρονη παρέλαβε τα ναρκωτικά την 14η Μαϊου στον σταθμό των ΚΤΕΛ στον Κηφισσό της Αθήνας από έναν Αλβανό.
Ενώπιον της κ. Ανακρίτριας η 23χρονη, αποδέχτηκε πλήρως τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν κατά την αστυνομική προανάκριση, πλην της ένταξης και συμμετοχής της σε εγκληματική οργάνωση.
Υποστήριξε συγκεκριμένα ότι δέχτηκε τηλεφωνική κλήση του 38χρονου, κρατούμενου, συγκατηγορούμενού της, ο οποίος πιθανολογεί ότι πληροφορήθηκε την άφιξή της στην Αθήνα από ανάρτηση που έκανε στο facebook και της ζήτησε την μεταφορά ενός αντικειμένου στη Ρόδο.
Ισχυρίστηκε ότι ήλθε σε δύσκολη θέση διότι της είχε δώσει στο παρελθόν 200 ευρώ για να πληρώσει το ενοίκιό της, ενώ της υποσχέθηκε ότι θα της έδινε μια σημαντική αμοιβή για την μεταφορά του πακέτου στη Ρόδο.
Yποστήριξε ότι μπήκε στο αυτοκίνητο ενός άγνωστου άνδρα στην Αθήνα ο οποίος της έδωσε ένα ποτήρι με καφέ, που περιείχε την κοκαΐνη, πράγμα που διαπίστωσε μέσα στο καράβι. Ισχυρίστηκε ότι καθ’ όλη της διάρκεια του ταξιδιού δεχόταν κλήσεις από τον κρατούμενο.
Ο 37χρονος από την άλλη αρνήθηκε κατηγορηματικά οποιαδήποτε σχέση με την υπόθεση, υποστηρίζοντας ότι την 15η Μαΐου 2016, το μεσημέρι, ενώ βρισκόταν στα Κοσκινού δέχτηκε τηλεφώνημα από έναν ομοεθνή φίλο του, που βρίσκεται στην Αλβανία, ο οποίος τον παρακάλεσε να δώσει 30 με 40 ευρώ στην 23χρονη, την οποία ο ίδιος δεν γνώριζε, γιατί τα είχε ανάγκη.
Μετέβη, όπως είπε, στο Φαληράκι για να της παραδώσει τα χρήματα και ενώ περίμενε έξω από super market της τηλεφώνησε γιατί δεν ήταν εκεί.
Εμφανίστηκε, όπως είπε, σχεδόν γυμνή και τυλιγμένη με μία πετσέτα του μπάνιου, κλαίγοντας. Ο ίδιος, όπως υποστηρίζει, πριν προλάβει να της μιλήσει έπεσαν πάνω της 4 – 5 αστυνομικοί και άρχισαν να τον κτυπούν και να τον βρίζουν.
Ισχυρίστηκε ότι έπεσε θύμα ξυλοδαρμού στο Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών και ότι αντιστάθηκε κατά την σύλληψή του, υποστηρίζοντας παραπέρα ότι οι αστυνομικοί του αποδίδουν αβάσιμες κατηγορίες για τις οποίες πάντοτε αθωώνεται από τα δικαστήρια, αλλά και ότι τον κατηγορούν για αντίσταση για να δικαιολογήσουν την κακοποίησή του.
Υποστήριξε ακόμη ότι οι αστυνομικοί αρνήθηκαν να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο και ότι έχουν μένος απέναντί του διότι αρνήθηκε να παίξει τον ρόλο του πληροφοριοδότη.
Υπέβαλε ενώπιον της κ. Ανακρίτριας και αυτοτελή αναφορά με την οποία ζήτησε να ελεγχθούν αστυνομικοί για κακοποίησή του.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων παρίστανται οι δικηγόροι κ.κ. Μ. Κουτσούκος και Δ. Μουτάφης.
Πηγή:www.dimokratiki.gr