Εκκληση απηύθυναν με επιστολή τους οι οπαδοί της εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση σε επιχειρηματικές ενώσεις και βιομηχανικά επιμελητήρια των 27 χωρών-μελών, ζητώντας τους να πιέσουν τις κυβερνήσεις τους για «συμφωνία εμπορίου» μετά το Brexit. Μόνο με μια τέτοια διευθέτηση θα είναι δυνατή η ομαλή διενέργεια των εμπορικών συναλλαγών, όπως επισήμαναν τα μέλη της οργάνωσης Leave Means Leave, η οποία ασκεί πιέσεις για την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε. Στην επιστολή που προσυπέγραψαν οι συμπρόεδροι της οργάνωσης, Ρίτσαρντ Τάις και Τζον Λόνγκγουορθ, παρακάμπτοντας τους επίσημους κυβερνητικούς φορείς στη χώρα τους, υπογραμμίζουν ότι: «Πολλά κράτη-μέλη της Ε.Ε. εξάγουν μεγάλες ποσότητες αγαθών στο Ηνωμένο Βασίλειο και η παρακώλυση αυτών των συναλλαγών από την Κομισιόν θα έχει σοβαρές συνέπειες στις θέσεις εργασίας και στην ευημερία αρκετών ευρωπαϊκών χωρών, όπου ήδη η ανεργία είναι απαγορευτικά υψηλή. Είναι προς το συμφέρον όλων μας να συνεχιστεί απρόσκοπτα η ροή του εμπορίου και η Ε.Ε. να εξασφαλίσει μια συμφωνία με σχεδόν μηδενικούς δασμούς».
Η Βρετανή πρωθυπουργός Τερέζα Μέι έχει δηλώσει ότι πρόθεσή της είναι να εκκινήσει τις διαπραγματεύσεις για την έξοδο της χώρας της από την Ε.Ε. στα τέλη Μαρτίου 2017. Ακόμα, όμως, δεν έχει διευκρινίσει αν αυτό σημαίνει και έξοδο από την ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση. Ετσι, παραμένει ανοικτό το ενδεχόμενο να επιβληθούν δασμοί σε υπηρεσίες και προϊόντα που διακινούνται μεταξύ Βρετανίας και Ε.Ε. Η επιστολή από τη Leave Means Leave εστάλη πριν από μερικές μέρες και απάντηση αναμένεται μετά την Πρωτοχρονιά, όπως ανέφερε, μιλώντας στο BBC, ο Τζον Λόνγκγουορθ. Κατά την άποψή του, η Βρετανία πρέπει να εγκαταλείψει τόσο την ενιαία αγορά όσο και την τελωνειακή ένωση, ούτως ώστε να μπορέσει να έχει τον έλεγχο της μετανάστευσης και να τεθεί εκτός δικαιοδοσίας Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Επεξηγώντας την κίνηση της οργάνωσής του, ο κ. Λόνγκγουορθ επισημαίνει ότι γνωρίζει ολλανδικές, ιρλανδικές και γερμανικές επιχειρήσεις που ανησυχούν πολύ για τις εξελίξεις. «Γι’ αυτές τις εταιρείες, τις χώρες και τις κοινότητές τους, η Βρετανία βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας τους όσον αφορά τις αγορές όπου κατευθύνουν τις εξαγωγές τους – οπότε και η πρόσβασή τους στη Βρετανία είναι υψίστης σημασίας».
Επιδιώκοντας την όσο το δυνατόν ομαλότερη μετάβαση στη μετά την έξοδο εποχή, μερίδα Βρετανών πολιτικών τάσσεται υπέρ μιας μεταβατικής συμφωνίας μεταξύ Λονδίνου – Βρυξελλών, η οποία θα επεκταθεί πέραν της προβλεπόμενης από τις ευρωπαϊκές συνθήκες διετίας. Με αυτό το χρονικό περιθώριο, οι επιχειρήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο θα «προσγειωθούν ομαλά» στο νέο περιβάλλον. Ωστόσο, προσφάτως ο αρμόδιος διαπραγματευτής της Κομισιόν για την έξοδο της Βρετανίας Μισέλ Μπαρνιέ δήλωσε ότι «ναι μεν έχει νόημα να δοθεί μεταβατική περίοδος για την προσαρμογή των διαφόρων κλάδων της βρετανικής οικονομίας, αλλά πρώτα πρέπει να επιτευχθεί μόνιμη συμφωνία μεταξύ Βρετανίας και Ευρωπαϊκής Ενωσης και, εν συνεχεία, έπεται η μεταβατική ρύθμιση». Τέλος, ο Ευρωπαίος αξιωματούχος προειδοποίησε το Λονδίνο ότι θα έχει στη διάθεσή του μόλις 18 μήνες, ώστε να διαπραγματευτεί τη μελλοντική εταιρική σχέση με την Ενωση, δηλαδή έως τα τέλη Οκτωβρίου του 2018, ώστε να επικυρωθεί η συμφωνία από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πριν από τις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ