Μόλις 311 εκατ. ευρώ από τα συνολικά 1,18 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν στις εργοδοτικές εισφορές του κράτους για την ασφάλιση των δημοσίων υπαλλήλων στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) θα καταβάλει το Δημόσιο το
2017. Επιβεβαιώνοντας την «Κ» πως το κράτος ως εργοδότης στερεί από τον ΕΦΚΑ σημαντικά έσοδα και μάλιστα κατά τον πρώτο κρίσιμο χρόνο λειτουργίας του νέου υπερταμείου. Επιλέγει για τον… εαυτό του μεταβατική περίοδο 4 ετών προκειμένου να καταβάλει τις εισφορές που αντιστοιχούν σε αυτές που πληρώνουν για κύρια ασφάλιση όλοι οι υπόλοιποι εργοδότες, ξεκινώντας μάλιστα τον πρώτο χρόνο, από το 3,33%.
Αναλυτικά, κοινή υπουργική απόφαση που υπογράφουν ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης και ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος ορίζει το 2017 την εισφορά εργοδότη για το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων στο 3,33% επί των μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών.
Αντίστοιχα, το ποσοστό των ασφαλιστικών εισφορών για τους τακτικούς και μετακλητούς υπαλλήλους του Δημοσίου, της Βουλής, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμίδας, τους ιερείς και τους υπαλλήλους των Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος καθώς και τα αιρετά όργανα (βουλευτές και δήμαρχοι) που μέχρι το τέλος του 2016 υπάγονταν στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, ορίζεται σε 6,67%.
Οι ασφαλιστικές εισφορές θα υπολογίζονται πλέον επί των αποδοχών που λαμβάνει σήμερα ο υπάλληλος και όχι επί των αποδοχών του Οκτωβρίου 2011, γεγονός που αναμένεται να οδηγήσει και σε μειώσεις μισθών.
Παράλληλα, κι ενώ μέχρι σήμερα το Δημόσιο ως εργοδότης δεν πλήρωνε εισφορές (οι συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων πληρώνονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους), από την 1/1/2017 και την ένταξη όλων των μισθωτών στον ΕΦΚΑ, καλείται να πληρώνει εργοδοτικές εισφορές, τις οποίες για τον πρώτο χρόνο ορίζει στο 3,33%. Το δικαίωμα μεταβατικής περιόδου το δίνει το άρθρο 38 του ασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου.
Ετσι, η ΚΥΑ ορίζει ότι τον πρώτο κρίσιμο χρόνο λειτουργίας του νέου υπερταμείου το κράτος θα καταβάλει μόλις 311 εκατ. ευρώ από τα συνολικά 1,18 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν σε εισφορές 13,33% που καταβάλλουν οι υπόλοιποι εργοδότες. Αντίστοιχα, το 2018 το ποσοστό ορίζεται σε 6,67% ήτοι 611 εκατ. ευρώ, το 2019 σε 10% (905 εκατ.) και από το 2020 και μετά, θα πληρώνει το 13,33% που βάσει της ΚΥΑ αντιστοιχεί σε 1,186 δισ. ευρώ.
2017. Επιβεβαιώνοντας την «Κ» πως το κράτος ως εργοδότης στερεί από τον ΕΦΚΑ σημαντικά έσοδα και μάλιστα κατά τον πρώτο κρίσιμο χρόνο λειτουργίας του νέου υπερταμείου. Επιλέγει για τον… εαυτό του μεταβατική περίοδο 4 ετών προκειμένου να καταβάλει τις εισφορές που αντιστοιχούν σε αυτές που πληρώνουν για κύρια ασφάλιση όλοι οι υπόλοιποι εργοδότες, ξεκινώντας μάλιστα τον πρώτο χρόνο, από το 3,33%.
Αναλυτικά, κοινή υπουργική απόφαση που υπογράφουν ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης και ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος ορίζει το 2017 την εισφορά εργοδότη για το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων στο 3,33% επί των μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών.
Αντίστοιχα, το ποσοστό των ασφαλιστικών εισφορών για τους τακτικούς και μετακλητούς υπαλλήλους του Δημοσίου, της Βουλής, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμίδας, τους ιερείς και τους υπαλλήλους των Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος καθώς και τα αιρετά όργανα (βουλευτές και δήμαρχοι) που μέχρι το τέλος του 2016 υπάγονταν στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, ορίζεται σε 6,67%.
Οι ασφαλιστικές εισφορές θα υπολογίζονται πλέον επί των αποδοχών που λαμβάνει σήμερα ο υπάλληλος και όχι επί των αποδοχών του Οκτωβρίου 2011, γεγονός που αναμένεται να οδηγήσει και σε μειώσεις μισθών.
Παράλληλα, κι ενώ μέχρι σήμερα το Δημόσιο ως εργοδότης δεν πλήρωνε εισφορές (οι συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων πληρώνονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους), από την 1/1/2017 και την ένταξη όλων των μισθωτών στον ΕΦΚΑ, καλείται να πληρώνει εργοδοτικές εισφορές, τις οποίες για τον πρώτο χρόνο ορίζει στο 3,33%. Το δικαίωμα μεταβατικής περιόδου το δίνει το άρθρο 38 του ασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου.
Ετσι, η ΚΥΑ ορίζει ότι τον πρώτο κρίσιμο χρόνο λειτουργίας του νέου υπερταμείου το κράτος θα καταβάλει μόλις 311 εκατ. ευρώ από τα συνολικά 1,18 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν σε εισφορές 13,33% που καταβάλλουν οι υπόλοιποι εργοδότες. Αντίστοιχα, το 2018 το ποσοστό ορίζεται σε 6,67% ήτοι 611 εκατ. ευρώ, το 2019 σε 10% (905 εκατ.) και από το 2020 και μετά, θα πληρώνει το 13,33% που βάσει της ΚΥΑ αντιστοιχεί σε 1,186 δισ. ευρώ.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ