Ακυρώθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) η απόλυση τραπεζικής υπαλλήλου, η οποία εργαζόταν με σύμβαση
αορίστου χρόνου και απολύθηκε με το σκεπτικό ότι παραβίασε την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου περί τραπεζικής αργίας!
Η τραπεζική υπάλληλος προσέφυγε στη Δικαιοσύνη ζητώντας να ακυρωθεί η καταγγελία της σύμβασης εργασίας ως άκυρη καταθέτοντας αγωγή και παράλληλα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ζητώντας να υποχρεωθεί η τράπεζα να αποδέχεται προσωρινά τις υπηρεσίες της, με τα ίδια καθήκοντα και καταβάλλοντας τις συμφωνημένες αποδοχές της, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της κύριας αγωγής της.
Η απόλυση της εργαζόμενης αφορούσε το γεγονός ότι κατά το διάστημα της προκήρυξης του δημοψηφίσματος το καλοκαίρι του 2015 και παρά το γεγονός ότι υπήρχε απαγόρευση με την ΠΝΠ για την «πρόσβαση στον χώρο των θυρίδων τόσο για τους μισθωτές όσο και για τα πληρεξούσια άτομα αυτών» η μητέρα της φέρεται να ανέλαβε χρηματικό ποσό!
Το δικαστήριο στο σκεπτικό της υπ’ αριθμόν 5520/2016 απόφαση –με ένα ενδιαφέρον σκεπτικό που αφορά κι άλλους εργαζόμενους, οι οποίοι ενδεχομένως βρεθούν σε αυτή τη θέση– τονίζει ότι η προσφυγή από τον εργαζόμενο στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως από τη βλαπτική μεταβολή της συμβάσεως εργασίας είναι εύλογη και ανταποκρίνεται στους σκοπούς και στις προϋποθέσεις της διαδικασίας αυτής, προκειμένου ν’ αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος από την παράνομη συμπεριφορά του εργοδότη, η οποία επιφέρει επαχθείς συνέπειες για τον εργαζόμενο και δεν δημιουργεί (η προσφυγή στη διαδικασία αυτή) αμετάκλητη κατάσταση.
«Η ασφαλιστέα αξίωση δεν εξαντλείται σε μια εφάπαξ παροχή, αλλά αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση μιας διαρκούς εννόμου σχέσεως, που τίθεται σε προσωρινή λειτουργία», λέει το δικαστήριο και συνεχίζει: «Επίσης η περί ασφαλιστικών μέτρων απόφαση δεν αποστερεί το διάδικο από τη δίκαιη εκδίκαση της υπόθεσης, εντός των πλαισίων και με τις εγγυήσεις της τακτικής διαγνωστικής διαδικασίας».
Μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της κυρίας δίκης…
Σε άλλο σημείο της απόφασης υπογραμμίζεται ότι «η προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως επιτρέπει να διατηρηθεί ζωντανή η υπηρεσιακή κατάσταση του μισθωτού μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της κυρίας δίκης, χωρίς να δημιουργείται αμετάκλητη κατάσταση, καθώς η κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων εκδιδόμενη απόφαση είναι προσωρινής ισχύος και βραχύβια και δεν επηρεάζει την έκβαση της κυρίας υπόθεσης.
Η λύση αυτή αρμόζει τόσο στην προστασία που παρέχει το ουσιαστικό δίκαιο και μάλιστα το Σύνταγμα στην προσωπικότητα και στο δικαίωμα εργασίας του μισθωτού, όσο και στην έννοια των ασφαλιστικών μέτρων χωρίς να πρέπει να τίθεται με δικαστική απόφαση σε χειρότερη μοίρα το ένα από τα υποκείμενα της εργασιακής σχέσης και της δίκης, διότι τούτο επίσης προσκρούει στο Σύνταγμα και στις γενικές αρχές του δικαίου, που σε δεδομένο δημοκρατικό πολίτευμα έχουν ταχθεί για την προστασία και εξισορρόπηση των αμοιβαίων συμφερόντων».
Το δικαστήριο δικαίωσε, τελικά, την εργαζόμενη και υποχρέωσε την τράπεζα να δέχεται τις υπηρεσίες της μέχρι την έκδοση απόφασης επί της κυρίας αγωγής, με το σκεπτικό ότι πριν την απόλυσή της δεν προηγήθηκε εποπτικός έλεγχος και επίσημη διαπίστωση της παράβασης από την Τράπεζα της Ελλάδος, με συνακόλουθη επιβολή προστίμου. Επιπλέον, το δικαστήριο έκρινε ότι η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας της αιτούσας καθίσταται άκυρη και καταχρηστική, εφόσον μοναδικός λόγος αυτής ορίζεται η παράβαση της ως άνω ΠΝΠ και δεν είναι δυνατόν για τις ίδιες παραβάσεις να υπέχει ευθύνη μόνο ο υπάλληλος, απειλούμενος μάλιστα με απόλυση, και όχι η εργοδότρια τράπεζα.
Επίσης πιθανολογήθηκε ότι συντρέχει επείγουσα περίπτωση για την προσωρινή ρύθμιση της εργασιακής σχέσης της αιτούσας δεδομένου ότι ο μισθός της αιτούσας αποτελούσε το βασικό μέσο βιοπορισμού της, με αποτέλεσμα μετά την απόλυσή της να μην μπορεί να αντεπεξέλθει στα αυξημένα έξοδα διαβίωσής της, αλλά και σε αυτά των ασθενών υπερηλίκων γονέων της τους οποίους ενισχύει οικονομικά.
Η Άποψη