Παρουσιάστηκε στη δίκη για βομβιστική επίθεση στην οποία αθωώθηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι – Ερωτήματα από την ΕΛ.ΑΣ.
Ενα έγγραφο εταιρείας κινητής τηλεφωνίας σε άρση απορρήτου επικοινωνιών, το οποίο αναφέρει ότι είναι δυνατή η «κλωνοποίηση» των κωδικών IMEI των συσκευών κινητών τηλεφώνων, έχει αναστατώσει την ΕΛ.ΑΣ. Παρουσιάστηκε στη δίκη για την έκρηξη του δέματος-βόμβα το 2012 με «στόχο» επιχειρηματία που διέμενε στη Βουλιαγμένη.
Το έγγραφο για τα «ΙΜΕΙ-αντίγραφα» δεν αφορούσε τη συγκεκριμένη δίκη αλλά υπόθεση ανθρωποκτονίας στο Αγρίνιο, η οποία ακόμη διερευνάται και η τεχνική ανάλυσή της προκαλεί ανησυχία σε όλη την ΕΛ.ΑΣ.! Και αυτό διότι, όπως λένε υψηλόβαθμα στελέχη της, «η αναφερόμενη “κλωνοποίηση” των ΙΜΕΙ τινάζει στον αέρα τις έρευνες για την εξιχνίαση σοβαρών εγκλημάτων που βασίζονται στις αναλύσεις κλήσεων, στις κάρτες SIM που τοποθετούνται σε διάφορες συσκευές τηλεφώνων και στις οποίες προσδιορίζονται τα ΙΜΕΙ τους. Ομως με τη διατύπωση του ισχυρισμού ότι τα ΙΜΕΙ μπορεί να αντιγραφούν – κάτι που οι τεχνικοί μας αμφισβητούν – διαλύεται η αλληλουχία των αναλύσεων. Κάθε κατηγορούμενος μπορεί να υποστηρίξει ότι δεν κατέχει το κινητό τηλέφωνο που του αποδίδεται, ότι δεν έκανε τις επίμαχες κλήσεις. Και ότι αυτό γίνεται από κάποιον που υποτίθεται ότι έχει κλωνοποιήσει τον κωδικό της συσκευής. Με το δεδομένο ότι σχεδόν όλες οι έρευνές μας βασίζονται σε αυτές τις αναλύσεις, το πλήγμα που δημιουργεί το έγγραφο αυτό είναι καίριο. Εμείς έχουμε επισημάνει ότι οι αναφορές για δημιουργία αντιγράφων των αριθμών ΙΜΕΙ δεν ευσταθεί».
Η δίκη
Η δίκη στο Μεικτό Ορκωτό Κακουργιοδικείο της Αθήνας αφορούσε την απόπειρα ανθρωποκτονίας με παγιδευμένη χειροβομβίδα που είχε τοποθετηθεί σε γλάστρα σε βάρος του ξενοδόχου κ. Αθηναγόρα Ανδριαδάκη στις 15 Ιουνίου 2012. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου βρέθηκαν οκτώ άτομα και ανάμεσα σε αυτούς ο κ. Λαυρέντης Λαυρεντιάδης – κατηγορείται και για την υπόθεση της Proton Bank -, ένας ιδιώτης που είχε κατηγορηθεί για απάτες και φερόταν ως μεταφορέας της βόμβας, και άλλοι επτά. Για την υπόθεση είχε σχηματισθεί δικογραφία ύστερα από πολύμηνη έρευνα του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών της Ασφάλειας Αττικής που είχε βασισθεί σε αναλύσεις τηλεφωνικών κλήσεων και υποκλοπές, σε καταθέσεις μαρτύρων κ.ά.
Ως κίνητρο φέρεται να ήταν ζήτημα «προσωπικής φύσεως» των κ.κ. Λαυρεντιάδη και Ανδρεαδάκη. Στη διάρκεια της δίκης όμως άλλαξαν όλα τα δεδομένα. Ο 45χρονος μεταφορέας της βόμβας επικαλέστηκε ότι του είχε παραδώσει τον εκρηκτικό μηχανισμό κύπριος επιχειρηματίας ονόματι «Γιώργος Ιωάννου», χωρίς ωστόσο να διαπιστωθεί αν είναι υπαρκτό πρόσωπο.
Ο ίδιος δήλωνε ότι όταν μετέφερε το δέμα-βόμβα από το Παγκράτι (όπου του παραδόθηκε) στη Βουλιαγμένη δεν ήξερε ότι περιείχε εκρηκτικό μηχανισμό. Τη σχετική άποψη υιοθέτησε και ο εισαγγελέας της έδρας κάνοντας λόγο για «ρίσκο». Στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. ωστόσο υποστήριζαν ότι «αυτή η θέση που θέτει αμφιβολίες για τον ρόλο ενός μεταφορέα μιας βόμβας ανάλογα με την απόσταση που διανύει με τον εκρηκτικό μηχανισμό επίσης μπορεί να κλονίσει μια αστυνομική έρευνα. Κάθε βομβιστής μπορεί να καλύπτει πρώτα μεγάλες αποστάσεις πριν από την εναπόθεση της βόμβας, ώστε μετά να ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε τι περιείχε και δεν θα μπορούσε να κινδυνεύει για τόσο μεγάλο χρόνο. Δημιουργούνται ιδιότυπα δεδικασμένα».
Από Αγρίνιο ως… Ινδία
Ο κ. Ανδριαδάκης, ο οποίος τραυματίσθηκε από την έκρηξη, κατέθεσε στην πρώτη φάση της δίκης (αργότερα ξεκίνησε από την αρχή και στη νεότερη διαδικασία δεν εμφανίσθηκε με επίκληση προβλημάτων υγείας) πως «δεν πιστεύει σε καμιά περίπτωση ότι η εναντίον του βομβιστική επίθεση εκπορεύτηκε από τον κ. Λαυρεντιάδη». Ο κατηγορούμενος επιχειρηματίας φερόταν ότι ήταν χρήστης κινητού που επικοινωνούσε το κρίσιμο χρονικό διάστημα με τους φυσικούς αυτουργούς της επίθεσης. Ωστόσο ο ίδιος αρνήθηκε τη συγκεκριμένη κατηγορία. Ετσι οι νομικοί εκπρόσωποί του κ.κ. Νίκος Κωνσταντόπουλος και Χαράλαμπος Λυκούδης παρουσίασαν το προαναφερθέν έγγραφο της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας από τη δικογραφία του Αγρινίου. Παράλληλα παρουσίασαν δημοσιεύματα και αναφορές από το Πακιστάν και την Ινδία για τη δυνατότητα «κλωνοποίησης» των ΙΜΕΙ, ενώ υπήρξαν και σχετικές καταθέσεις δύο πραγματογνωμόνων.
Η πλευρά του επιχειρηματία σε μία περίπτωση επικαλέσθηκε τη μαρτυρία σημαντικού ιερωμένου ότι βρισκόταν σε συνάντηση μαζί του στην Αθήνα τον Ιούνιο του 2012, την ώρα που ο χρήστης του επίμαχου κινητού φερόταν μέσω κεραιών κινητής τηλεφωνίας να καλεί από την περιοχή του Λουτρακίου. Πάντως νομικοί και δικαστικοί λειτουργοί προσδιόρισαν ως αξιοπερίεργο γεγονός ότι ένας εκ των συνηγόρων, ο κ. Ιωάννης Γλύκας, δεν ολοκλήρωσε την αγόρευσή του σχετικά με το νομικό υπόβαθρο της υπόθεσης και αποχώρησε στην τελευταία φάση από την υπόθεση. Από την άλλη πλευρά ο δικηγόρος κ. Δημήτρης Γκαβέλας, που εκπροσώπησε νομικά τον φερόμενο ως μεταφορέα της βόμβας, σημείωσε ότι «με βάση τα νεότερα στοιχεία που προσκομίσθηκαν στη διάρκεια της δίκης η απαλλακτική απόφαση ήταν δικαιολογημένη».
ΒΗΜΑ